Στο φαινόμενο του «επιλεκτικού ζευγαρώματος», όπου ένα μεγάλο ποσοστό εργαζόμενων ζευγαριών αποτελείται από συντρόφους του ίδιου περίπου εισοδηματικού επιπέδου, αναφέρεται μια αποκαλυπτική έρευνα που παρουσίασε ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ), επικαλούμενη στοιχεία του ΟΟΣΑ.
Το φαινόμενο αυτό, σύμφωνα πάντα με την έρευνα, φαίνεται να έχει ενταθεί κατακόρυφα στη διάρκεια της κρίσης, καθώς το ένστικτο της επιβίωσης σε μια εξαιρετικά δύσκολη οικονομικά περίοδο φαίνεται, ενδεχομένως, να αποθάρρυνε την προσέγγιση συντρόφων χαμηλότερων εισοδηματικά κλιμακίων.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται, όσον αφορά στο επιλεκτικό ζευγάρωμα, η Ελλάδα εμφανίζει το υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων (52%) σε χώρα του ΟΟΣΑ που δημιουργούν νοικοκυριά με συντρόφους που το εισόδημά τους βρίσκεται στο ίδιο ή σε γειτονικό δεκατημόριο με το δικό τους. Και το ίδιοι ισχύει και σε άλλες κοινωνίες με υψηλές ανισότητες και υψηλή στέρηση, όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία.
Σημειώνεται ότι το ποσοστό «επιλεκτικού ζευγαρώματος» αυξήθηκε στη χώρα μας κατά 15% (το υψηλότερο ποσοστό αύξησης σε χώρα του ΟΟΣΑ) μεταξύ 1995 και 2013. Στο αποτέλεσμα αυτό μπορεί να έχει συντελέσει και η μεγάλη κρίση και ύφεση μετά το 2009, καθώς το ένστικτο της επιβίωσης σε εξαιρετικά δύσκολες οικονομικά περιόδους αποθάρρυνε, ενδεχομένως, την προσέγγιση συντρόφων χαμηλότερων εισοδηματικών κλιμακίων.
Όσον αφορά στη μεταβίβαση περιουσίας, στην Ελλάδα, το ποσοστό στο κατώτερο 20% του πληθυσμού με βάση τον καθαρό πλούτο που δηλώνει ότι κληρονόμησε περιουσία είναι πολύ μικρό (δεύτερο μικρότερο μετά την Ιταλία) σε σχέση με άλλες 15 χώρες του ΟΟΣΑ για τις οποίες υπάρχουν στοιχεία. Συγκεκριμένα, μόνο το 3,6% στο λιγότερο πλούσιο 20% του πληθυσμού δηλώνει ότι κληρονόμησε περιουσία, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στο περισσότερο πλούσιο 20% είναι 45,2%. Και ως ποσοστό της μέσης αξίας κληρονομηθείσης περιουσίας, το ποσοστό που κληρονομήθηκε στο κατώτερο 20% είναι το 0,4% της μέσης περιουσίας ενώ στο ανώτερο 20% το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται σε 59,8% (όταν ο μέσος όρος στις 16 χώρες του ΟΟΣΑ είναι 1,4%και 71,7% αντιστοίχως).