Ένα σπουδαίο έργο που θα αλλάξει το τοπίο της Ραφήνας, αρχαιολογικό και μη, μπαίνει σε τροχιά υλοποίησης. Η έρευνα για την περαιτέρω αποκάλυψη του «Ρωμαϊκού Βαλανείου» της πόλης μέσω συστηματικής ανασκαφής εντάχθηκε πρόσφατα -και με τη σύμφωνη γνώμη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου— σε πενταετές πρόγραμμα που ξεκινά από φέτος.
Τελικός σκοπός η ανάδειξη και απόδοση του αρχαιολογικού χώρου στην τοπική κοινωνία της Ραφήνας. Επικεφαλής των ερευνών είναι ο Στέλιος Κατάκης, λέκτορας Ρωμαϊκής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και ο Ευάγγελος Νικολόπουλος, Διδάκτορας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και Αρχαιολόγος της Β’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων (ΕΠΚΑ).
«Η συνεργασία της Β΄ Εφορείας ΕΠΚΑ με το Πανεπιστήμιο Αθηνών θα αλλάξει το τοπίο της Ραφήνας. Σε έναν τόπο που είναι εδώ και χρόνια εγκαταλειμμένος, θα αποδοθεί ένας σπουδαίος αρχαιολογικός χώρος που προσωπικά θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό», δήλωσε στο ΚΑΣ ο προϊσταμένη της Β΄ΕΠΚΑ Ελένη Μπάνου, μιλώντας με ενθουσιασμό για τις νέες έρευνες που αφορούν στη λουτρική εγκατάσταση της ύστερης αρχαιότητας, καθώς και των παρακείμενων αρχαιοτήτων.
Γιατί το βαλανείο των ρωμαϊκών χρόνων, που βρίσκεται στο κέντρο του απαλλοτριωμένου οικοπέδου, δεν ήταν μόνο του. Συνδεόταν με ένα ευρύτερο οικοδόμημα, πιθανότατα μια πλούσια αγροτική έπαυλη, με ενσωματωμένες εγκαταστάσεις επεξεργασίας των αγροτικών προϊόντων της εύφορης περιοχής της σημερινής Ραφήνας. Οι λουτρικές εγκαταστάσεις, που ανήκουν σε μεγάλο οικοδομικό συγκρότημα με χώρους λουτρικού χαρακτήρα, χώρους με πλακόστρωτα δάπεδα, υπόγειο διάδρομο (cryptoporticus) και δεξαμενή, παρουσιάζουν τουλάχιστον 3 ή 4 οικοδομικές φάσεις. «Έχουμε τουλάχιστον 3 φάσεις στα λουτρά με την πρώτη να ξεκινά γύρω στον 2ο με 3ο αιώνα μ. Χ., ενώ αργότερα φαίνεται ότι ο χώρος σταμάτησε να κατοικείται. Τότε πρέπει να εμφανίζονται βιοτεχνικές εγκαταστάσεις, όπως ένας κεραμικός κλίβανος, που πιστοποιεί τα παραπάνω, καθώς ένα καμίνι δεν μπορεί να συνυπάρξει με κατοικία. Πιθανόν τότε περνάμε στην τελευταία φάση λειτουργίας του χώρου», είχε πει μεταξύ άλλων ο κ. Κατάκης στην ξενάγηση που έγινε τον περασμένο Νοέμβριο στον αρχαιολογικό χώρο του βαλανείου, με την παρουσία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η οποία συνδράμει οικονομικά και ηθικά το έργο.
Η περιοχή, αν και είχε πρωτοεμφανιστεί ως τόπος αρχαιολογικού ενδιαφέροντος στους χάρτες της Αττικής που δημιούργησε ο Πρώσος χαρτογράφος Γιόχαν ‘Αουγκουστ Κάουπερτ τον 19ο αιώνα, είχε περιπέσει στην αφάνεια μέχρι τη δεκαετία του 1970, όταν εργασίες για την τοποθέτηση αγωγών ύδρευσης οδήγησαν στα αρχαία. Την περίοδο αυτή πραγματοποιήθηκαν δοκιμαστικές τομές από τις αρμόδιες Εφορείες που αποκάλυψαν τμήμα μια λουτρικής εγκατάστασης σε καλή κατάσταση και σημαντικό ύψος, η οποία συνδεόταν με την παρακείμενη έπαυλη. Τότε απαλλοτριώθηκε και ο χώρος, γεγονός πολύ βασικό για την εξέλιξη του έργου, καθώς με τα σημερινά δεδομένα της οικονομικής κρίσης και των τιμών των οικοπέδων, κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να συμβεί. Τη δεκαετία του ’80 δημοσιεύτηκε το σχέδιο του αρχιτέκτονα και αρχαιολόγου Ιωάννη Τραυλού, όχι ολόκληρο και με κάποια λάθη στον προσανατολισμό, πιθανότατα και στην αναπαράσταση μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής.
Το 2012 το ενδιαφέρον αναθερμάνθηκε μετά την έγκριση από το ΚΑΣ μονοετών και προκαταρκτικού χαρακτήρα εργασιών στον εγκαταλελειμμένο εδώ και δεκαετίες αρχαιολογικό χώρο του «Ρωμαϊκού Βαλανείου»: καθαρισμοί των παλιών δοκιμαστικών τομών, κάποια επείγοντα μέτρα συντήρησης και προστασίας των δαπέδων, των κονιαμάτων και της δεξαμενής, νέες αποτυπώσεις και έρευνες στα στοιχεία των παλιών ανασκαφών.
Το 2013 ξεκινά μια καινούργια φάση στο μνημείο. Αφού ολοκληρωθεί ο καθαρισμός και η τεκμηρίωση των αρχαιολογικών λειψάνων, διερευνηθούν και απομακρυνθούν τα χώματα της παλαιάς ανασκαφής, θα γίνουν έρευνες σε επιλεγμένα σημεία για την πληρέστερη εικόνα του λουτρικού τμήματος της έπαυλης και των χώρων του ευρύτερου οικοδομικού συγκροτήματος, θα πραγματοποιηθούν εργασίες συντήρησης των αρχιτεκτονικών λειψάνων, ενώ θα μελετηθούν, θα καταγραφούν και θα φωτογραφηθούν τα υπό δημοσίευση κινητά και ακίνητα ευρήματα της ανασκαφής.
Το μνημείο βρίσκεται περίπου 1 χλμ. από την ακτή, βορείως της κεντρικής οδού που οδηγεί από τη Λεωφόρο Μαραθώνος στην πόλη της Ραφήνας. Στη συνεργασία του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών με τη Β΄ ΕΠΚΑ, συμμετέχει και η Α΄ Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, η οποία θα εποπτεύει τον χώρο και σε περίπτωση εντοπισμού βυζαντινών ευρημάτων θα συμμετάσχει στην ανασκαφή.