Εκτός από τα αρκετά γνωστά χωριά του νομού Τρικάλων, υπάρχουν και άλλα – λιγότερο γνωστά, αλλά εξίσου όμορφα – ικανά να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των επισκεπτών λόγω της ύπαρξης σημαντικών μνημείων σ’ αυτά και την παροχή μεγάλου αριθμού τουριστικών δραστηριοτήτων όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ.
Γνωρίστε τα χωριά μέσα από ένα οδοιπορικό με βάση στοιχεία του στρατηγικού σχεδίου ανάπτυξης του νομού Τρικάλων, το οποίο συντάχθηκε για την Αναπτυξιακή Εταιρεία του νομού από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Σχολή Γεωπονικών Επιστημών), αλλά και της Περιφερειακής Ενότητας Τρικάλων.
Κατάφυτο
Το Κατάφυτο είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1.010 μέτρων και βρίσκεται στην περιοχή του Ασπροποτάμου. Η Κοινότητα είναι «χαμένη» μέσα σε έλατα, οξιές και διάφορα άλλα δέντρα διατηρώντας τόσο την πανίδα και όσο και τη χλωρίδα σε αφάνταστη ομορφιά. Το Κατάφυτο διασχίζεται από τον χείμαρρο Ποττακό, παραπόταμο του Αχελώου και έχει αρκετές πηγές. Το χωριό σχεδόν ερημώνει τον χειμώνα, γιατί οι κάτοικοί του είναι μετακινούμενοι κτηνοτρόφοι.
Η τρίκλιτη Βασιλική του Αγίου Νικολάου χρονολογείται από το 1763 και αποτελεί τυπικό δείγμα της λαϊκής αρχιτεκτονικής της περιοχής. Εξίσου ενδιαφέρουσες από αυτή την άποψη είναι και οι πέτρινες κατοικίες του χωριού, με αντιπροσωπευτικότερη αυτή της οικογένειας Πετσόπουλου, που χρονολογείται στις αρχές του 19ου αιώνα.
Οι επισκέπτες της περιοχής μπορούν να κάνουν ορειβασία και να επισκεφτούν την εκκλησία του Αγίου Νικολάου, την πηγή Ανάλατα καθώς και τον παλιό νερόμυλο.
Ανθούσα
Η Ανθούσα είναι χτισμένη στην αρχή της Πίνδου και αποτελεί το προτελευταίο χωριό του νομού Τρικάλων, στα βορειοδυτικά σύνορα με το νομό Ιωαννίνων. Ο παραδοσιακός οικισμός της Ανθούσας έχει κηρυχθεί διατηρητέος, με προεδρικό διάταγμα, από τις 19-1-’78. Στον οικισμό υπάρχουν πολλά αρχοντικά και μνημεία, όπως το πέτρινο γεφύρι στην είσοδο του χωριού, με άνοιγμα 7,10 μέτρα. Στο χωριό υπάρχουν επίσης εκκλησίες, οι οποίες χρονολογούνται από τον 18ο αιώνα.
Η Ανθούσα σχεδόν εγκαταλείπεται από τους κατοίκους κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ενώ το καλοκαίρι λειτουργεί ξενώνας, ο οποίος μπορεί να εξυπηρετήσει τους επισκέπτες του χωριού.
Αρκετά είναι τα μνημεία που διασώθηκαν, όπως το μοναστήρι της Παναγίας της Γαλακτοτροφούσας (1799) στη διασταυρωση του δρόμου προς Καλαρύτες και Ματσούκι , της Αγίας Παρασκευής (1730) και των Αγίων Πάντων (1786). Στην περιοχή της μονής της Παναγίας υπάρχει το μεγάλο πέτρινο θολωτό γεφύρι καθώς και ένα στην είσοδο του χωριού.
Η περιοχή προσφέρει στους επισκέπτες της τη δυνατότητα να κάνουν ορειβασία στη Μεγάλη Ρόνα, το Μεσοβούνι και το Νέγκρι, να ψαρέψουν πέστροφα στο ποτάμι και να επισκεφτούν τη βρύση Αρμεάνα.
Χαλίκι
Το Χαλίκι είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1.150 μέτρων και αποτελεί το βορειότερο χωριό του Ασπροποτάμου. Είναι χωριό μετακινούμενων κτηνοτρόφων, οι οποίοι διαχειμάζουν στην περιοχή των Φαρσάλων. Η ονομασία Χαλίκι απαντάται μόλις τον 18ο αιώνα – μέχρι τότε η ονομασία του ήταν Χαλκίς.
Στα βορειοανατολικά του χωριού, στην κορυφή Ρόνα, βρίσκεται η κύρια πηγή του Ασπροποτάμου. Στο χωριό υπάρχουν λιθόκτιστες εκκλησίες, περίφημης αρχιτεκτονικής, οι οποίες μαρτυρούν τη μεγάλη ακμή που γνώρισε η περιοχή.
Λίγο πριν από την είσοδο του χωριού βρίσκεται το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία (18ου αιώνα). Στην πλατεία του χωριού είναι η τρίκλιτη Βασιλική της Αγίας Παρασκευής. Του ίδιου αιώνα είναι και ο ναός του Αγίου Γεωργίου. Οι ναοί των Αγίου Αθανασίου, Αγίου Μόδεστου (προστάτη της κτηνοτροφίας) και των Αγίων Αποστόλων είναι τρία ακόμη σημαντικά μνημεία στην περιοχή του Χαλικίου. Εκτός από τις εκκλησίες, το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, το οποίο έκτισαν οι εκ Χαλικίου Ιερομόναχοι αδελφοί Μαυρογεώργου (κατά την παράδοση το 1835) και ο ναός του άλλοτε μοναστηριού της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος του 1783, είναι τα μνημεία που αξίζει να επισκεφθεί κανείς προκειμένου να γνωρίσει από κοντά το ιστορικό πρόσωπο της περιοχής. Στην πλατεία του χωριού βρίσκεται και ο ναός της Αγίας Παρασκευής του 1725.
Στην περιοχή υπάρχουν αλπικά τοπία, μικροί καταρράκτες σε απόκρημνα σημεία, ενώ από κάποια σημεία είναι ορατό το Μέτσοβο και η λίμνη του Αώου. Ο οικισμός του Χαλικίου έχει κηρυχθεί παραδοσιακός με προεδρικό διάταγμα (19-1-’78).
Οι επισκέπτες της περιοχής μπορούν να κάνουν ορειβασία προς το Περιστέρι και τη Ρόνα και να επισκεφτούν τις πηγές του Ασπροποτάμου, τη βρύση Φονίσκα και την Καπραρία, τη μονή του Προφήτη Ηλία και την πηγή Βουρλίγκα με τη Δρακόλιμνη πάνω στο Λάκμο.
Πολυθέα
Η Πολυθέα είναι χτισμένη σε υψόμετρο 1.100 μέτρων και όπως φαίνεται από το όνομά της διαθέτει πλούσια θέα προς τις κορυφές της Νότιας Πίνδου, του Αυγού, του Μεγάλου Πύργου και της Νεράιδας και την Κοινότητα Μηλιάς. Στον οικισμό διασώζονται πέτρινα αρχοντικά και σπίτια που παραπέμπουν στο πλούσιο ιστορικό παρελθόν της περιοχής.
Οι επισκέπτες της περιοχής μπορούν να επισκεφτούν τον Άγιο Δημήτριο και το Κιάρι. Στην κοινότητα υπάρχει ξενώνας για τη φιλοξενία των επισκεπτών.
Κουκουφλί – Δολιανά – Καστανιά – Στεφάνι
Οι οικισμοί Κουκουφλί, Δολιανά, και τα χωριά Καστανιά και Στεφάνι αποτελούν μια ομάδα χωριών αξιόλογων τουριστικά τόσο για το φυσικό τους περιβάλλον όσο και για την ιστορία τους και τα μνημεία που διαθέτουν. Εκκλησίες και γεφύρια, αλλά και όμορφες διαδρομές μέσα στη φύση είναι αυτά που μπορεί να επιλέξει κανείς στην περιοχή.
Στη θέση Κουκουφλί υπάρχει το δασικό χωριό και ο πεστροφογεννητικός σταθμός όπου παράγονται 100.000 γόνοι άγριας πέστροφας πέστροφας (Salmo truta fario) ετησίως. Στα Δολιανά, μνημείο σπάνιας αρχιτεκτονικής αξίας αποτελεί ο Ναός του Τιμίου Σταυρού, κατασκευασμένος το 1770. Ο ναός του Τιμίου Σταυρού χαρακτηρίζεται από την ιδιόρρυθμη αρχιτεκτονική του. Αποτελείται από τον τον πολύτρουλο και πολύκογχο κυρίως ναό και τον γκρεμισμένο σήμερα νάρθηκα. Ο κυρίως ναός έχει κάτοψη τρίκλιτης βασιλικής με τρείς ημικυκλικές αψίδες στην ανατολική πλευρά και τρείς αψίδες, ανά μακρά πλευρά, από τις οποίες οι μεσαίες είναι χοροστάσια. Ο ναός καλύπτεται με στέγη από πλάκες σχιστόλιθου πάνω από την οποία υψώνονται 12 τρούλοι και τρουλίσκοι κτιστοί. Στο εσωτερικό του Ιερού Βήματος διαμορφώνεται σύνθρονο και επισκοπικός θρόνος.