Για τον Δημήτρη Βουρβαχάκη που τόσο γρήγορα έφυγε από τη ζωή μιλάει στην εφημερίδα «Πατρίς» η σύζυγός του, Ελένη Αποστολάκη, παρουσιάζοντας το πορτρέτο ενός ανθρώπου με ιδιαίτερες ευαισθησίες, ξεχωριστή προσωπικότητα και εξαιρετικές ικανότητες.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε , η σύντροφος του αδικοχαμένου Δ. Βουρβαχάκη, που η ζωή του ήταν συνυφασμένη με την προσφορά για τον συνάνθρωπο, αποκαλύπτει στοιχεία της προσωπικότητας του τα οποία γνώριζαν ελάχιστοι άνθρωποι.
«Η προσωπικότητα του Δημήτρη ήταν πολυεπίπεδη…, ο Δημήτρης ήταν Έμπνευση…, ήταν Παιδαγωγός…» τονίζει μεταξύ άλλων η κα Αποστολάκη.
Παράλληλα, αναφέρεται και στα όνειρα του πρώην διευθυντή του ΕΚΑΒ Κρήτης τα οποία δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει, καθώς επίσης και στην άποψη που είχε για το Ηράκλειο και τους Ηρακλειώτες.
Ακολουθεί η συνέντευξη:
Ερωτ: Τι ήταν για εσάς ο Δημήτρης Βουρβαχάκης; Όλοι εμείς τον ξέραμε ως έναν άνθρωπο που ο στόχος της ζωής του ήταν να προσφέρει στον συνάνθρωπό του. Φαντάζομαι όμως ότι ήταν και πολλά περισσότερα.
Απ: Ο Δημήτρης ήταν Έμπνευση στην καθημερινή ζωή. Ήταν Παιδαγωγός (αγωγή παιδείας). Αυτό που για τους μουσικούς είναι ο Mozart και για τους αρχιτέκτονες ο Παρθενώνας: ένας συνδυασμός απλότητας και μεγαλοφυούς σύνθεσης. Με «ταξίδεψε» και τον ευχαριστώ.
Τον περιγράφετε ως άνθρωπο της προσφοράς προς το συνάνθρωπο. Κατουσίαν ασκούσε λιτά, απέριττα και εμπεριστατωμένα την επιστήμη που διδάχτηκε δηλαδή την Ιατρική και την Επείγουσα Ιατρική που τυγχάνει να είναι επιστήμη κατουσίαν «Δημοκρατική». Κι αυτό γιατί οι αλήθειες της ισχύουν για όλους τους ανθρώπους χωρίς διακρίσεις και παρέχονται πανομοιοτύπως σε όλους μας. Από την άλλη όμως ισχύει και το οτι οι επαγγελματικές μας επιλογές δεν είναι αποκλειστικά τυχαίες ούτε εξολοκλήρου προγραμματισμένες, είναι κράμα πραγματιστικής αποτίμησης και μη συνειδητών κινήτρων. Είναι γνωστό ότι σε κάποιες περιπτώσεις το επάγγελμα προσελκύει σα μαγνήτης συγκεκριμένες προσωπικότητες.
Η προσωπικότητα του Δημήτρη ήταν πολυεπίπεδη. Θα μπορούσα να πω μερικά πράγματα που του άρεσε να κάνει: Ο Δημήτρης απολάμβανε την ανθρώπινη παρέα και το συνεχές πάρε-δώσε με τον κόσμο. Αυτά πιστεύω ότι επιδρούσαν πάνω του σαν μια αναζωογοννητική μυσταγωγία -ένα ταξίδι με πολλούς εναλασσόμενους συνοδοιπόρους που το απολάμβανε γιατί έβριθε από εκπλήξεις, συναισθήματα, χιούμορ, ένα αλισβερίσι συγκινήσεων, εμπειριών και σκέψεων. Γιατί αγαπούσε τον Άνθρωπο και τη Ζωή χωρίς να τα κρίνει, και ζούσε την κάθε φευγαλέα στιγμή της ζωής σαν “μεγαλοπρεπή” γνωρίζοντας την παροδικότητά της, ότι δηλαδή μπορεί να περάσει… υπερβολικά γρήγορα. Ο Δημήτρης ήταν πολυδιαβασμένος -διάβαζε στον ελεύθερο χρόνο του αδιάλλειπτα από την παιδική του ηλικία όπως τον είχαν αναθρέψει οι γονείς του -με αδυναμία στην παγκόσμια ιστορία, τη λογοτεχνία και τα μαθηματικά. Και δεν μπορώ να παρακάμψω την καλλιτεχνική του πλευρά-κυρίως τη σχέση του με τη μουσική που ήταν κάτι σαν μέρος του σώματος του. Ο Δημήτρης ζούσε στην καθημερινότητά του, στις συναναστροφές του, καμιά φορά και στην εργασία του σφυρίζοντας -ένα σκοπό, ένα τραγούδι ή μια μελωδία που ανέσυρε ανά πάσα στιγμή ακόμα κι από το πιο βαθύ παρελθόν, με αυτή την πολύ πρόθυμη-όμορφη μνήμη του. Κάτι σαν να κρατούσε παρέα στον εαυτό του με τη μελωδικότητα του ήχου του ενώ παράλληλα εμπότιζε στους γύρω του με την πνοή του τη μουσική που είχε μέσα του.
Ερωτ: Ποια ήταν τα όνειρά του; Σας μιλούσε για τα σχέδιά του (και ποια ήταν αυτά) που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει;
Απ: Κανεις δεν ολοκληρώνει, κανείς δεν είναι “έτοιμος”, ακόμα κι αν πεθαίνει με φυσικό θάνατο γιατί αυτό σημαίνει “ζωή”- δηλαδή το να καινοτομείς, να έχεις πράγματα να σχεδιάζεις -και δεν ξέρω αν αλλιώς έχει νόημα να ζεις. Βέβαια, το να έχει κανείς τη διάθεση να σχεδιάζει προυποθέτει ότι “εμπνέεται” από κάτι π.χ από την ίδια τη ζωή, από φίλους, από την εργασία του, από έρωτα, από τόσα άλλα…
Ένας ήσυχος-ανήσυχος άνθρωπος, που σίγουρα ήθελε να αναπτύξει πολλές άλλες εκπαιδευτικές κι επαγγελματικές δραστηριότητες στο πλαίσιο της αρτιότερης διάσωσης αλλά και με εστιασμένο ενδιαφέρον στο να μπορέσει να διατηρήσει ακέραιο και άρτιο το δημόσιο χαρακτήρα του ΕΚΑΒ.
Ερωτ: Ο σύζυγος σας «πάλευε» με το χρόνο και με αντίξοες πολλές φορές συνθήκες για να επιτελέσει το λειτούργημά του. Σας είχε πει ποτέ ότι ο αγώνας δρόμου που κάνει καθημερινά για να προσφέρει, μπορεί να κρύβει κινδύνους;
Απ: Είναι αλήθεια ότι η δουλειά του Δημήτρη απαιτούσε ανάμεσα σ’ άλλα ταχύτητα και σωστά αντανακλαστικά. Έχοντας όμως υιοθετήσει τα διεθνώς καθιερωμένα πρωτόκολλα διάσωσης και ανάνηψης, αυτά προέκυπταν αβίαστα σε αυτόν και στο προσωπικό του που εκπαίδευε συστηματικά. Όσον αφορά τις αντίξοες συνθήκες, ήταν εμπνευστής πολλών λύσεων για να αντιμετωπίζονται κατά περίπτωση συγκεκριμένες δυσκολίες, λύσεις που εφαρμόστηκαν πρώτα εδώ και μετά σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας. Όσον αφορά τους κινδύνους, ο Δημήτρης είχε πάντα αρχή το ότι προέχει η ασφάλεια του εργαζόμενου και αυτό δίδασκε στα πληρώματά του. Αν εξαιρέσει κανείς το γεγονός της πολύωρης έκθεσης σε οδήγηση, η εργασία και ο τρόπος εργασίας του Δημήτρη δεν ήταν μια αποστολή υψηλού ρίσκου για την ανθρώπινη ζωή καθώς είχε φροντίσει με αίσθημα γνήσιας επαγγελματικής ευθύνης να διενεργείται με τους κανόνες ασφάλειας και επιμέλειας. Οφείλομε να δεχτούμε ότι το συγκεκριμένο συμβάν ήταν “ατύχημα” και ατυχήματα μπορεί να συμβούν και με τα πιο ασφαλή μέτρα γιατί κάθε εργασία και καθετί στο οποίο “εκτειθέμεθα” εμπεριέχει κινδύνους. Το να επιχειρεί κανείς να ζει προστατευμένος από κάθε κίνδυνο σημαίνει αποστέρηση ζωτικότητας.
Στην ερώτηση αν είχε διατυπώσει ανησυχία για τους κινδύνους, δεν θυμάμαι ποτέ να εξέφρασε σχετικό άγχος. Πάντως εγώ, κάποτε κάποτε κοντοστάθηκα στο θέμα αυτό, και τον ευχαριστώ που ήταν δεκτικός και σε αυτές τις συζητήσεις μας. Νομίζω ότι μερικές φορές στις ζωές μας είναι δυνατόν κάποιοι δικοί μας άνθρωποι -ιδίως όταν είναι πολυάσχολοι από φορτωμένα προγράμματα- να μας “επιτρέπουν” με ένα τρόπο εξωλεκτικό να τους “υπενθυμίζομε” κάποιες δικές τους πιο μύχιες σκέψεις. Να γίνομε ίσως εκφραστές πιο ενδόμυχων και μη επικοινωνήσιμων σκέψεων τους π.χ για να τους κινητοποιήσομε ή για να τους βοηθήσομε αν χρειαστεί. Υπάρχουν και αυτά τα λεπτά και δυσεξήγητα ζητήματα.
Ερωτ: Είναι βέβαιο ότι εισπράξατε μετά από αυτό το τραγικό γεγονός μηνύματα συμπαράστασης που δείχνουν την εκτίμηση που έτρεφαν – τρέφαμε όλοι για το σύζυγο σας. Θα θέλατε να μας πείτε ο απλός κόσμος τι σας έλεγε και εξακολουθεί να σας λέει, όταν πληροφορείται ποια είστε;
Απ: Αυτοί που δεν τον ήξεραν μου δείχνουν το σεβασμό τους κι αυτό με κάνει να νιώθω ακόμα πιο υπερήφανη. Οι συζητήσεις με αυτούς που τον γνώριζαν και η προσέγγισή τους μου δίνει δύναμη να συνεχίσω: είναι κάτι σαν να αθροίζονται οι μνήμες, να εμποτίζονται, και καθώς γίνονται όλο και πιο έντονες και πιο πυκνές, να μορφοποιούνται σε κάτι σαν χιονοστιβάδα που, αν και βαριά, υποχρεωτικά με παρασέρνει αποφασιστικά στο δρόμο της, στο δρόμο της ζωής..
Ερωτ: Ο θάνατος του συζύγου σας, σας «υποχρεώνει» να αναλάβετε και το δικό του ρόλο στην οικογένεια, στα παιδιά σας. Πόσο δύσκολο είναι με το δεδομένο ότι έχετε δύο παιδιά που έχασαν τόσο πρόωρα και άδικα τον πατέρα τους;
Απ: Κατά τη γνώμη μου δεν μπορώ να αναλάβω το ρόλο που είχε ο συγκεκριμένος πατέρας. Μπορώ απλά, μόνον ως μητέρα να κάνω το καλύτερο που μπορώ.
Οι κόρες μας είναι μικρές αλλά και αρκετά μεγάλες για να έχουν καταλάβει τις αρχές και την προσωπικότητα του πατέρα τους. Ευτυχώς πρόλαβε αυτός ο πατέρας να συμμετέχει στην καθημερινότητα των παιδιών του, στην παιδεία τους, να περάσει μαζί τους πάρα πολλές εμπειρίες, ώρες περίπατου, κουβέντας και παιχνιδιού, όλα αυτά που συνήθως προσδιορίζουν την προσωπικότητά μας και σφραγίζουν την αισθητική μας. Ευτυχώς πρόλαβε αυτός ο πατέρας να εμφυσήσει στα παιδιά έμπνευση όσο ζούσε, το οποίο θα μπορούσαν να το κρατήσουν φυλακτό. Μία δύναμη που μπορεί να μεταλαμπαδεύσει ο ένας άνθρωπος στον άλλο άνθρωπο. Μία συνεχής παρουσία μέσα τους με αλλά και χωρίς την “παρουσία” του.
Ερωτ: Τι θα θέλατε να πείτε σε όσους δεν γνώριζαν, αλλά θα ήθελαν να είχαν γνωρίσει τον άνθρωπο Δημήτρη Βουρβαχάκη;
Απ: Υπάρχει στις μνήμες πάρα πολλών ανθρώπων και στις εμπειρίες μαζί τους. Κάποιοι άλλοι τον έμαθαν μέσα από το “μύθο” και μέσα από τις ιστορίες ανθρώπων που τον γνώριζαν. Αν πρέπει κάτι να διαλέξω να πω, είναι η παρακάτω αρχή του: το ότι τελικά, ο καθένας μας θα πρέπει να είναι ο εαυτός του, λαμβάνοντας ως σταθερή αξία και το “καλό” του διπλανού μας που εν τέλει έχει δραματικό αντίκτυπο σε εμάς. Είναι δηλαδή το αντίθετο από αυτό που λέμε “ας φτιάξομε ένα σπίτι-φρούριο με συστήματα ασφαλείας και με έναν υψηλό αυλόγυρο για να νιώθομε ότι είμαστε καλά ό,τι κι αν συμβαίνει γύρω μας”. Αυτό είναι αντίφαση καθώς δεν γίνεται να μη μας αφορούν οι άλλοι. Τα πράγματα μάλιστα μπορεί να γίνουν πολύ χειρότερα ή επικίνδυνα για όλους μας όταν ο ψηλός αυλόγυρος γίνει η “εξουσία” μας, η “ματαιοδοξία” μας, καμιά φορά η “επιστήμη” μας ή ακόμα και η “ευφυία” μας. Δεν υπάρχει λόγος να εγκλωβιζόμαστε έξω από τους Άλλους. Δεν υπάρχει έξυπνος λόγος να είμαστε παγιδευμένοι, σαν την παγίδα μέσα στην παγίδα.
Ερωτ: Έχει περάσει λίγος καιρός από την τραγωδία που σημάδεψε την οικογένειά σας. Υπάρχει κάτι που θα θέλατε να πείτε για τον άντρα σας, το οποίο δεν έχει ακουστεί ή δεν πρόλαβε εκείνος να πει στην κοινωνία του Ηρακλείου;
Απ: “Kάτι που δεν εχει ακουστεί”: Προτιμώ να πω κάτι το οποίο τουλάχιστον όσοι τον γνώριζαν ή τον έκαναν παρέα το ήξεραν ή το αισθανόντουσαν. Οτι δηλαδή, η ίδια του η ζωή έδειχνε το δρόμο του αδιάφθορου- μία αδιάφθορη και έντιμη στάση απέναντι στους άλλους χωρίς δευτερογενή οφέλη. Μικρές πικρίες που δημουργούνταν από μικρότητες τις ξεπερνούσε εύκολα, λόγω της καλλιέργειάς του, που του υπέτασσε «να μην παίρνει τα πράγματα πολύ προσωπικά και να ελαχιστοποιεί την ανάμειξη του εγωισμού στην καθημερινότητα» άλλα και για χάριν του κοινού καλού. Αυτά εν τέλει φαίνεται να έχουν επίπτωση στο να γίνεται κανείς περισσότερο ανάλαφρος και χαρούμενος και όχι δυσαρεστημένος άνθρωπος.
«Kάτι που υποθέτω ότι μπορεί να ήθελε να πει στην κοινωνία του Ηρακλείου»: Ο Δημήτρης που ήταν πολυταξιδεμένος στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και παρόλο που δεν γεννήθηκε ούτε μεγάλωσε στο Ηράκλειο, περιέγραφε ως ευλογημένη την ώρα της απόφασής του να μείνει εδώ: σε μια πόλη αταξική που αγκαλιάζει όλα τα κοινωνικά στρώματα, με έναν κόσμο που έχει θάρρος να εκφράζει τις σκέψεις του και τα συναισθήματα του και διαθέτει έναν γνήσιο πολιτισμό. Αισθάνομαι αρκετά άνετα να πω ότι ίσως ήθελε να ευχαριστήσει τους ανθώπους του Ηρακλείου για τη δεκτική τους διάθεση να στηρίζουν τις προσπάθειες κοινού καλού, για την καρτερικότητά τους, για την σκεπτόμενη στάση τους αλλά και για την εκτίμησή τους και προς το πρόσωπό του πράγμα που το εισέπραττε εν ζωή και γνωρίζω ότι αποτελούσε μέρος της έμπνευσής του.
Τώρα, «τι άλλο μπορεί να επέλεγε ο Δημήτρης να πει στους συνανθρώπους μας»: Ποιος ξέρει… θα επιλέξω κάτι από αυτά που έλεγε: να ακολουθούμε τις εσωτερικές μας φωνές. Να κάνουμε όχι αυτό που θέλουν οι άλλοι αλλά αυτό που μας επιτάσσει το βαθύτερο “είναι” μας, πάντα όμως με γνώμονα την αγάπη για την Ζωή και την αγάπη για τους Ανθρώπους καθώς τυχαίνει, οι άνθρωποι και οι ζωές μας να είμαστε εξαιρετικά αλληλοσυνδεδεμένοι, ίσως πολύ περισσότερο απ’ ό,τι νομίζουμε.