Φαινόμενα κακόβουλης κατοχύρωσης εμπορικών σημάτων γνωστών ελληνικών εταιρειών στην Κίνα και το Χονγκ Κονγκ, υποθέσεις εξαπάτησης Ελλήνων εξαγωγέων στα Βαλκάνια, την Αφρική, αλλά και κράτη-μέλη της Ε.Ε., καθώς και «οικειοποιήσεις» παραδοσιακών ελληνικών προϊόντων, όπως η φέτα και το γιαούρτι, σε Βρετανία και ΗΠΑ, καταγράφει τους τελευταίους μήνες ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων (ΠΣΕ).
Όπως τόνισε η πρόεδρος του ΠΣΕ, Χριστίνα Σακελλαρίδη, «η επιτυχημένη διείσδυση ελληνικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές συνοδεύεται συχνά και από εμπορικούς κινδύνους. Γνωστά εμπορικά σήματα κατοχυρώνονται από επιτήδειους σε μεγάλες αγορές, ενώ, παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης, στερώντας διεθνή μερίδια από ελληνικές επιχειρήσεις. Την ίδια ώρα, ορισμένοι εκμεταλλεύονται την έλλειψη εξαγωγικής τεχνογνωσίας από πλευράς, κυρίως, των μικρομεσαίων ελληνικών επιχειρήσεων της χώρας και αποσπούν χρήματα ή ακόμα και προϊόντα με τη μορφή δειγμάτων, προκειμένου να “εξασφαλίσουν” την είσοδό τους σε κάποια ξένη αγορά».
Η κ. Σακελλαρίδη απηύθυνε έκκληση στους υποψήφιους Έλληνες εξαγωγείς «να αναζητούν ενημέρωση και υποστήριξη από τους συνδέσμους εξαγωγέων, αλλά και τις αρμόδιες αρχές της Ελλάδας, πρεσβείες και γραφεία εμπορικών σχέσεων στις αγορές-στόχους, προτού προχωρήσουν σε κινήσεις που μπορούν να αποβούν ζημιογόνες».
Η πρόεδρος του ΠΣΕ πρόσθεσε ότι «σήμερα βρίσκεται σε εξέλιξη ένα μεγάλο πρόγραμμα επιδοτούμενης κατάρτισης σε θέματα εξαγωγικού εμπορίου, που απευθύνεται σε 7.000 δικαιούχους σε όλη τη χώρα, προκειμένου όλοι οι ενδιαφερόμενοι να αποκτήσουν την κατάλληλη εξαγωγική τεχνογνωσία, ειδικά σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ ο Οργανισμός Ασφάλισης Εξαγωγικών Πιστώσεων (ΟΑΕΠ) προσφέρει ειδική κάλυψη έναντι εμπορικών κινδύνων, και πληροφορίες για τη φερεγγυότητα των εν δυνάμει αγοραστών ελληνικών προϊόντων».
«Επιπλέον» συμπλήρωσε η κ. Σακελλαρίδη, «οι πρόσφατες εξαγγελίες του υπουργού Ανάπτυξης, Κ. Χατζηδάκη και οι ενέργειες του υπουργείου Εξωτερικών και του ΓΓ, Π. Μίχαλου, προσθέτουν αισιοδοξία για ενίσχυση του ρόλου των εμπορικών ακολούθων και των δομών της οικονομικής διπλωματίας στο εξωτερικό, προς όφελος των Ελλήνων εξαγωγέων».
«Η διαφύλαξη της ελληνικότητας των παραδοσιακών προϊόντων της χώρας, όπως η φέτα, το γιαούρτι και δεκάδες άλλα προϊόντα, η προστασία των εμπορικών σημάτων των ελληνικών εξωστρεφών επιχειρήσεων και η προβολή του brand name της χώρας, αποτελούν μέγιστες προτεραιότητες στην προσπάθεια όλων μας για μία πιο εξωστρεφή Ελλάδα. Η διατήρηση των θετικών ρυθμών στις εξαγωγές απαιτεί εγρήγορση, δυναμισμό και επιθετική πολιτική προώθησης – προβολής σε διεθνές επίπεδο», κατέληξε η πρόεδρος του ΠΣΕ.
Συχνό φαινόμενο ιδιαίτερα στην Κίνα και το Χονγκ Κονγκ αποτελούν περιπτώσεις κακόβουλης κατοχύρωσης εμπορικών σημάτων, ελληνικών και όχι μόνο εταιρειών, όπως τονίστηκε και σε πρόσφατες ενημερωτικές εκδηλώσεις του δήμου Αθηναίων, σε συνεργασία με τον ΠΣΕ, σχετικά με το εξωτερικό εμπόριο μεταξύ Ελλάδας-Κίνας.
Ειδικότερα, επιχειρήσεις κινεζικών συμφερόντων φέρονται να κατοχυρώνουν εμπορικά σήματα ελληνικών εταιρειών και να τα διακινούν ως εισαγόμενα στην κινεζική αγορά, ενώ, εκκρεμούν αντίστοιχες αιτήσεις των ελληνικών εταιρειών.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα εταιρείας, η οποία έχει συσταθεί στο Χονγκ Κονγκ και υπέβαλλε τις τελευταίες ημέρες αιτήσεις κατοχύρωσης 145 εμπορικών σημάτων, εκ των οποίων 20 ελληνικών, κυρίως στους τομείς της γούνας και του κοσμήματος.
Το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων (ΟΕΥ) της Σανγκάης και το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στο Χόνγκ Κόνγκ, απέστειλε σχετικές ενημερώσεις και καλεί τις ελληνικές εταιρείες «για διασφάλιση των δικαιωμάτων τους πριν είναι αργά».
Ο ΠΣΕ σε ενημερώσεις προς τα μέλη του, αλλά και σε σχετικές ενημερωτικές εκδηλώσεις, έχει επισημάνει την ανάγκη άμεσης ενεργοποίησης των ελληνικών εταιρειών για κατοχύρωση εμπορικών σημάτων στην Κίνα, πριν τη διενέργεια των εξαγωγών και τη συνετή αποστολή δειγμάτων και συσκευασιών, προκειμένου να αποφεύγονται φαινόμενα αντιγραφών και κακόβουλων κατοχυρώσεων.
Εξάλλου, τα κενά του νομικού πλαισίου της Ε.Ε. για τη διεθνή κατοχύρωση προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) και Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ) αξιοποιούν εταιρείες σε τρίτες χώρες, μεταξύ των οποίων και οι ΗΠΑ, προκειμένου να οικειοποιούνται παραδοσιακά προϊόντα, όπως είναι η φέτα.
Πρόσφατη έρευνα του ΠΣΕ στις ΗΠΑ έδειξε ότι τα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς φέτας και γιαουρτιού στις Ηνωμένες Πολιτείες αποσπούν προϊόντα αμερικανικών εταιρειών, που παραπέμπουν στην Ελλάδα (ATHENOS, PRESIDENT, OIKOS, CHOBANI), χωρίς όμως να παράγονται στην Ελλάδα, ούτε από ελληνικές πρώτες ύλες.
Αντίστοιχα φαινόμενα προκύπτουν ακόμη και σε κράτη-μέλη της Ε.Ε., ενώ, ενδεικτικό είναι το παράδειγμα κολοσσού αλυσίδων λιανικής πώλησης στη Βρετανία, που διαθέτουν «γιαούρτι ελληνικού στυλ» (Greek Style Yogurt) από γάλα βρετανικών αγελάδων, αποσπώντας μερίδια από ελληνικές εταιρείες και εκμεταλλευόμενοι την υψηλή ζήτηση που απολαμβάνει διεθνώς τα τελευταία χρόνια το ελληνικό γιαούρτι.
Εξαιρετικά προσεκτικοί πρέπει να είναι οι Έλληνες εξαγωγείς και στις περιπτώσεις επιχειρήσεων ή φερόμενων εκπροσώπων επιχειρήσεων, που ζητούν αποστολή χρηματικών ποσών για τη διευθέτηση τελωνειακών ζητημάτων και εκτελωνισμών ή ακόμη και πιστοποιήσεων, καθώς και αποστολή δειγμάτων σχετικά υψηλής αξίας, προκειμένου να διευκολυνθεί η είσοδος ενός προϊόντος σε μία ξένη αγορά.
Έχει παρατηρηθεί, σε χώρες των Βαλκανίων ή ακόμη και της BENELUX (Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο), η πρακτική ίδρυσης επιχειρήσεων για λίγες ημέρες, προκειμένου να εισάγουν εμπορεύματα και η διάλυσή τους πριν την πληρωμή του εξαγωγέα.
Επίσης, σε αρκετές περιπτώσεις, εκπρόσωποι εταιρειών ζητούν από τις ελληνικές εταιρείες να καταβάλλουν «παράβολα» που δεν αντιστοιχούν σε ισχύοντα νομικά πλαίσια, προκειμένου να ολοκληρωθεί η εξαγωγή ενώ, συχνά, επιτήδειοι παραλαμβάνουν δωρεάν δείγματα προϊόντων για να τα διαθέσουν στις αγορές των χωρών τους, χωρίς ποτέ να ολοκληρώσουν επίσημη παραγγελία στους Έλληνες εξαγωγείς.
Ασφαλιστική δικλείδα στις περιπτώσεις αυτές αποτελούν τα συμβόλαια ασφάλισης εξαγωγικών πιστώσεων από εγκεκριμένους φορείς, καθώς και η διενέργεια έρευνας αγοράς και φερεγγυότητας του εν δυνάμει αγοραστή – πελάτη.