Έως και 120 δόσεις για την εξόφληση οφειλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων προς τον ΕΦΚΑ, που δεν υπερβαίνουν τις 10.000 ευρώ, εξετάζουν τα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών και Εργασίας. Οι συγκεκριμένες οφειλές δεν μπορούν να ενταχθούν στον εξωδικαστικό μηχανισμό, ενώ η μόνη διαθέσιμη επιλογή σταδιακής αποπληρωμής σήμερα είναι η πάγια ρύθμιση των 24 έως 48 δόσεων, η οποία δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στις ανάγκες των περισσότερων ελεύθερων επαγγελματιών. Γι’ αυτόν τον λόγο, κρίνεται αναγκαία η εφαρμογή μιας νέας ρύθμισης που θα προβλέπει περισσότερες δόσεις, διευκολύνοντας έτσι την εξόφληση των οφειλών και διασφαλίζοντας τη βιωσιμότητα χιλιάδων επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, η ρύθμιση αφορά 500.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις με οφειλές προς τον ΕΦΚΑ έως 10.000 ευρώ, για τις οποίες εξετάζεται η δυνατότητα αποπληρωμής σε 72 ή ακόμη και 120 δόσεις. Το μέτρο ενδέχεται να συνδυαστεί με περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, κάτι που η κυβέρνηση έχει αφήσει ανοιχτό ως ενδεχόμενο. Η προοπτική αυτή θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, επιτρέποντάς τους να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους και να επενδύσουν στην ανάπτυξη και την καινοτομία.
Τι δείχνει έρευνα του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας
Η οικονομική δυσχέρεια που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις καταγράφεται σε έρευνα του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας (ΒΕΑ), σύμφωνα με την οποία οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Μάλιστα, έξι στις δέκα εξ αυτών, τον τελευταίο χρόνο, προχώρησαν σε αυξήσεις των τιμών των προϊόντων ή των υπηρεσιών τους, προκειμένου να καλύψουν το αυξημένο λειτουργικό κόστος. Αυτή η εξέλιξη αποτυπώνει την έντονη οικονομική πίεση που βιώνει ο επιχειρηματικός κόσμος, καθώς η αύξηση του κόστους ενέργειας, των πρώτων υλών και των λειτουργικών εξόδων δημιουργεί πρόσθετες δυσκολίες.
Για τον λόγο αυτό, το ΒΕΑ καλεί την κυβέρνηση να προχωρήσει άμεσα σε νέες παρεμβάσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν την αναμόρφωση του φορολογικού καθεστώτος, την επαναφορά ρύθμισης για οφειλές έως 10.000 ευρώ, τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μία μονάδα έως το 2027, καθώς και τη διευκόλυνση της αδειοδότησης βιοτεχνικών και τεχνικών επαγγελμάτων. Αυτές οι παρεμβάσεις κρίνονται αναγκαίες ώστε να αποφευχθεί το κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων, κάτι που θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στην αγορά εργασίας και στην ελληνική οικονομία συνολικά.
Η έρευνα δείχνει ότι οι ατομικές επιχειρήσεις πλήττονται περισσότερο, με το 59,8% να εκτιμά ότι η κατάσταση θα επιδεινωθεί περαιτέρω. Στις κεφαλαιουχικές επιχειρήσεις, οι εκτιμήσεις είναι πιο ισορροπημένες, με το 51% να αναμένει βελτίωση των συνθηκών. Η διαφορά αυτή αποτυπώνει το γεγονός ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις διαθέτουν περισσότερους πόρους και δυνατότητες προσαρμογής, σε αντίθεση με τις μικρότερες, οι οποίες παλεύουν καθημερινά για την επιβίωσή τους.
Μεταξύ των μεγαλύτερων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις, σύμφωνα με την έρευνα, είναι η υψηλή φορολογία (77,1%), το κόστος της ενέργειας (34,7%) που μειώνει τα περιθώρια κέρδους, η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού (27,5%), η δυσκολία πρόσβασης στη χρηματοδότηση (17,3%) και ο εκσυγχρονισμός των υποδομών (6%). Οι επιχειρήσεις ζητούν από το κράτος να αναλάβει πρωτοβουλίες για τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης, τη στήριξη της εκπαίδευσης και κατάρτισης του εργατικού δυναμικού, καθώς και τη βελτίωση της πρόσβασης σε τραπεζική χρηματοδότηση, ώστε να μπορούν να επενδύσουν και να αναπτυχθούν.
Σε αυτό το πλαίσιο, το ΒΕΑ, σε συνεργασία με τη ΓΣΕΒΕΕ, προωθεί νομοθετική ρύθμιση για την αδειοδότηση δεκάδων βιοτεχνικών και χειροτεχνικών επαγγελμάτων, προκειμένου να διευκολύνει τη λειτουργία κλάδων όπως οι βιοτέχνες αλουμινίου, οι ιδιοκτήτες στεγνοκαθαριστηρίων και οι κατασκευαστές υαλοπινάκων. Παράλληλα, προτείνεται η δημιουργία ενός πιο ευέλικτου πλαισίου λειτουργίας για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της σύγχρονης οικονομίας και να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά τους στο ανταγωνιστικό περιβάλλον της αγοράς.