Οι 120 υποθέσεις ετησίως είναι το κατώτατο πλαφόν εξ αυτών που θα εκδικάζουν οι διοικητικοί εφέτες, αποφάνθηκε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, ενώ παράλληλα επισημαίνει τη μεγάλη καθυστέρηση στην έκδοση αποφάσεων στα Διοικητικά Δικαστήρια της χώρας (Εφετεία και Πρωτοδικεία), που ξεπερνά τα πέντε χρόνια.
Την ίδια στιγμή, ο υπουργός Δικαιοσύνης Αντ. Ρουπακιώτης από τη Βουλή στηλιτεύει το γεγονός ότι στα Διοικητικά Δικαστήρια εκκρεμούν σήμερα 440.000 υποθέσεις.
Ειδικότερα, η Ολομέλεια του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου (πρόεδρος ο αντιπρόεδρος Κ. Μενουδάκος και εισηγητής ο αντιπρόεδρος Αθ. Ράντος) συνεδρίασε με σκοπό την έγκριση (σύμφωνα με το Ν. 4055/2012) των κανονισμών των Ολομελειών των Διοικητικών Δικαστηρίων (Εφετείων) της χώρας.
Κατ’ αρχήν οι σύμβουλοι Επικρατείας υπογραμμίζουν ότι ο αριθμός των εκκρεμών υποθέσεων στα Διοικητικά Δικαστήρια αυξάνει με «ταχείς ρυθμούς» και «έχει υπερβεί τα ανεκτά όρια αναμονής για την εκδίκασή τους».
Χαρακτηριστικά αναφέρει η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας ότι τον Δεκέμβριο του 2011 «η μέση ετήσια καθυστέρηση εκδίκασης των υποθέσεων ανερχόταν σε περίπου 3,5 χρόνια για τα Διοικητικά Εφετεία και σε 5 και πλέον έτη για τα Διοικητικά Πρωτοδικεία.
Οι δικαστές του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου αποφάνθηκαν ότι κάθε εφέτης της Διοικητικής Δικαιοσύνης πρέπει να χρεώνεται ετησίως τουλάχιστον 120 υποθέσεις. Στις 120 αυτές υποθέσεις συμπεριλαμβάνονται οι αποφάσεις επί αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων, όχι όμως και οι αποφάσεις αναστολών ή αποφάσεις που εκδόθηκαν σε σχηματισμό Συμβουλίου.
Ενδιαφέρον, όμως, παρουσιάζει η θέση της Ολομέλειας του ΣτΕ για τον κανονισμό του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων. Ο παλαιός κανονισμός προέβλεπε ότι σε κάθε δικαστή ανατίθενται 10 -17 υποθέσεις κατά μήνα και σε ορισμένες περιπτώσεις ο αριθμός αυτός μπορεί να αυξάνει κατά 20%.
Στη συνέχεια, τροποποιήθηκε ο κανονισμός αυτός και προβλέφθηκε ότι δεν μπορεί να ανατίθενται σε κάθε δικαστή περισσότερες από 12 υποθέσεις το μήνα (σε αυτές περιλαμβάνονται και οι υποθέσεις μονομελούς συνθέσεως).
Για τον τελευταίο αυτό κανονισμό του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων στις 22 Μαρτίου 2012 ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης εξέφρασε τις αντιρρήσεις του, υποστηρίζοντας ότι με τους ρυθμούς αυτούς δεν επιτυγχάνεται η επιτάχυνση απονομής της Δικαιοσύνης και η μείωση των εκκρεμών υποθέσεων.
Παρ’ όλα αυτά η Ολομέλεια του Διοικητικού Εφετείου ενέμεινε στις απόψεις της για τον αριθμό των αποφάσεων που θα χρεώνονται στους Εφέτες (μέχρι 12 υποθέσεις).
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Δικαιοσύνης, το επίμαχο Εφετείο της Ηπείρου παρουσιάζει, σε σύγκριση με ανάλογης δυναμικότητας δικαστήρια, το μικρότερο αριθμό διεκπεραιωμένων υποθέσεων πανελλαδικά.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα πάντα με το υπουργείο, στο Διοικητικό Εφετείο Ιωαννίνων, δυναμικότητας 5 εφετών, το περασμένο έτος συζητήθηκαν 357 υποθέσεις. Δηλαδή, 70 περίπου υποθέσεις ανά δικαστή ετησίως, ο οποίος συμμετείχε σε μία δικάσιμο κατά μήνα.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας επισήμαναν ότι στο Εφετείο Ιωαννίνων δεν εκδικάζονται 10 έως 17 υποθέσεις το μήνα ανά δικαστή, αλλά εκδικάζονται (σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του υπουργείου) 70 υποθέσεις ετησίως ανά δικαστή. Κατόπιν αυτών, αποφάνθηκε η Ολομέλεια ότι πρέπει να εφαρμοστεί ο παλαιός κανονισμός που προβλέπει 10-17 υποθέσεις το μήνα και σε κάθε περίπτωση ο αριθμός των εκδικαζόμενων υποθέσεων δεν μπορεί να είναι κατώτερος των 120 ετησίως.
Επίσης, η Ολομέλεια «γύρισε πίσω» κανονισμούς διαφόρων Διοικητικών Εφετείων για να τροποποιηθούν και να συμπεριληφθεί το πλαφόν των 120 υποθέσεων ετησίως ανά δικαστή.
Παράλληλα, όμως, σημαντικές είναι και οι επισημάνσεις του Αντ. Ρουπακιώτη ενώπιον της Βουλής κατά τις προγραμματικές δηλώσεις για την κατάσταση στη Δικαιοσύνη.
Συγκεκριμένα, ο υπουργός Δικαιοσύνης ανέφερε ότι στο Β’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας στο οποίο εκδικάζονται μόνο φορολογικές και τελωνειακές υποθέσεις, το 2010 το Δημόσιο είχε καταθέσει 808 αναιρέσεις επί εφετειακών αποφάσεων και το περασμένο έτος 2.184.
Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με τον Αντ. Ρουπακιώτη, «συνευθύνη και του Δημοσίου στην καταχρηστική άσκηση ενδίκων μέσων με αποτέλεσμα την υπερφόρτωση πινακίων», πλέον του ότι υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση στο να μπουν στον κρατικό κορβανά χρήματα από φόρους και δασμούς.
Με «μελανά γράμματα» περιέγραψε τις «αδυναμίες» της Δικαιοσύνης, τονίζοντας, μεταξύ των άλλων:
1) Σε Ειρηνοδικείο σε νησί των Κυκλάδων εκτελεί χρέη γραμματέα η καθαρίστρια.
2) Σε Ειρηνοδικείο, λόγω έλλειψης δικαστικού υπαλλήλου, είναι κλειστό και υπάρχει πινακίδα που αναγράφει «τα κλειδιά στο Αστυνομικό Τμήμα».
3) Δικηγορικοί Σύλλογοι προσφέρουν τη συνδρομή τους για τη λειτουργία των δικαστηρίων, λόγω των μεγάλων ελλείψεων είτε σε ύλη γραφική είτε σε υλικά καθαριότητας.
4) Στο Ειρηνοδικείο Περιστερίου παίρνουν δικάσιμο το 2017.
Αναφερόμενος ο Αντ. Ρουπακιώτης στους δικαστές τόνισε ότι «η μεγάλη πλειονότητα των δικαστών στέκεται σε υψηλό επίπεδο ευθύνης και οφείλουμε να τους τιμήσουμε». Και προσέθεσε ότι «το επίπεδο αξιοπιστίας των περισσότερων δικαστών κάθε άλλο είναι κατώτερο από δικαστήρια άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Ωστόσο, έθεσε προ των ευθυνών τους τα αρμόδια δικαστικά συμβούλια, για να θέσουν εκτός σώματος τους δικαστές που είτε δεν θέλουν να εργαστούν είτε δεν μπορούν για λόγους υγείας.
Τέλος, υπογράμμισε ότι οι προαγωγές στο βαθμό του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας και των αντιπροέδρων του Αρείου Πάγου και του ΣτΕ δεν θα γίνουν ούτε με κομματικά ούτε με πολιτικά κριτήρια.