Σε μια περίοδο που στα ξένα ΜΜΕ κυριαρχούν τα αρνητικά σχόλια για τη χώρα μας, μετανάστες που ζουν εδώ και αισθάνονται Έλληνες πρωταγωνιστούν στα διαδικτυακά σποτ του ΕΟΤ, προβάλλοντας τις αρετές του τόπου που τους αγκάλιασε
Οι «δικοί» μας ξένοι, οι οποίοι ζουν στην Ελλάδα και νιώθουν Έλληνες, όπως αναφέρεται στο «Έθνος της Κυριακής», διαφημίζουν τη χώρα μας, φωνάζοντας με όλη τη δύναμη της ψυχής τους: «Στηρίξτε την Ελλάδα. Είναι μια ασφαλής χώρα»!
Σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο για την Ελλάδα που το αρνητικό κλίμα κυριαρχεί στα ξένα ΜΜΕ, μετανάστες που ζουν και εργάζονται εδώ στέλνουν ένα εντελώς διαφορετικό μήνυμα, έτσι απλά και αληθινά… Στην Ελλάδα «χωράμε» όλοι! Πρόκειται για μια αισιόδοξη προσέγγιση που αντιτίθεται στην κινδυνολογία των ημερών, αλλά και στα κρούσματα ρατσιστικής βίας.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Γερμανού Μάρκους Στολτς, ο οποίος προσπάθησε να συστήσει το ελληνικό κρασί στις ξένες αγορές. Ο ίδιος ζει στη Βαρυμπόμπη τα τελευταία 8,5 χρόνια με την Ελληνίδα σύζυγό του, Αλεξάνδρα, και τα τέσσερα παιδιά τους.
Με την εξασκημένη ματιά του οικονομικού στελέχους και αναλυτή, αφού για χρόνια εργαζόταν σε τράπεζες -μάλιστα, για ένα διάστημα και στην Goldman Sachs-, «διάβασε» τα δεδομένα και ανακάλυψε πως η συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών κρασιών καταναλώνονται από Έλληνες!
«Το ελληνικό κρασί είναι ξεχωριστό, όπως ακριβώς και οι Ελληνες. Εχει τόσες ποικιλίες και η ποιότητα κάθε χρόνο βελτιώνεται. Έξι μήνες ταξίδεψα στην Ελλάδα και γνώρισα όλες τις επιχειρήσεις οινοποιίας».
Όταν τον ρωτούν για την κόντρα Ελλάδας – Γερμανίας και για την οικονομική κρίση στη χώρα μας, είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικός… «Τα ΜΜΕ στη Γερμανία δημιουργούν ένα πολύ αρνητικό κλίμα για την Ελλάδα, αλλά δεν είναι έτσι τα πράγματα. Δύο χρόνια μόνο κακές ειδήσεις προβάλλουν και ο κόσμος τους πιστεύει.
Υπάρχουν προβλήματα στην Ελλάδα, το σύστημα δεν λειτουργεί καλά και οι πολίτες θέλουν να δουν αλλαγές, αλλά γι’ αυτό απαιτείται χρόνος. Η ΕΕ πρέπει να δώσει χρόνο στην Ελλάδα! Βλέπουν ότι το Μνημόνιο έχει αποτύχει. Ας κάνουν υποχωρήσεις και ας δώσουν στη χώρα περιθώριο να δημιουργήσει υποδομές για ανάπτυξη.
Θέλω να μείνω στην Ελλάδα και να κάνω ό,τι μπορώ για να βοηθήσω. Μου αρέσουν οι Έλληνες που είναι ανοιχτοί, χαμογελούν, σου δίνουν τη δυνατότητα να τους πλησιάσεις. Στη Γερμανία αυτό δεν ισχύει. Να μη φεύγουν τα νέα παιδιά, να μείνουν εδώ και να παλέψουν για τη χώρα τους. Είναι, δηλαδή, καλύτερο να πηγαίνουν στη Γερμανία και να εργάζονται για τους Γερμανούς;
Κάποια στιγμή θα πάμε καλύτερα, γιατί η κρίση γεννά και δημιουργικές ιδέες. Η Ελλάδα έχει τα πάντα: κουλτούρα, πολιτισμό, ανθρωπιά. Είναι μια πανέμορφη χώρα. Μην το βάλουν κάτω οι Έλληνες» προσθέτει στην εφημερίδα.
Η ιστορία της 31χρονης Σάντρα Μπερτέν μοιάζει σαν παραμύθι. Αν και γεννήθηκε στο Βέλγιο, έζησε για κάποια χρόνια στο Ιράκ, την Ακτή Ελεφαντοστού, τη Σενεγάλη, το Ζαΐρ, το Μπουρούντι, τη Γουινέα και τα τελευταία 6,5 χρόνια βρίσκεται στην Ελλάδα.
«Γνώρισα την Ελλάδα από τον παππού και τη γιαγιά μου που έμεναν εδώ 13 χρόνια. Ο παππούς μου ήταν φιλέλληνας. Επίσης, η μητέρα μου εργαζόταν στην κοινότητα του Βελγίου και γνώριζε πολλούς Έλληνες. Δεν πτοήθηκα όταν αναγκάστηκα να κλείσω την γκαλερί. Και αυτό που κάνω τώρα μου αρέσει πολύ. Και στη μία και στην άλλη δουλειά ανακατεύεις υλικά», λέει χαμογελώντας. «Με μαγεύουν οι αντιθέσεις της Ελλάδας, τα χρώματα, οι μυρωδιές, το φαγητό, οι άνθρωποι. Υπάρχει μετρό, ωραίο αεροδρόμιο, τα πράγματα δουλεύουν πολύ καλά. Δεν πρέπει οι Έλληνες να βλέπουν μόνο τα αρνητικά. Με θετική ενέργεια μπορούμε να κάνουμε δημιουργικά πράγματα και να βελτιώσουμε την εικόνα της χώρας» λέει.
Ο Κάρλος Λοπερένα από το Μεξικό αγαπάει το ελληνικό φως και βρίσκει καταφύγιο στα μαγευτικά τοπία της Ελλάδας, δημιουργώντας ο ίδιος εικόνες καρτ ποστάλ στο μυαλό και στη δουλειά του. Ο Μεξικανός αρχιτέκτονας Κάρλος Λοπερένα ζει και εργάζεται στην Ελλάδα πάνω από 10 χρόνια.
«Όταν έκανα μεταπτυχιακό στη Νέα Υόρκη, ένας από τους πολύ καλούς μου φίλους και μετέπειτα συνεργάτης, ο Αλέξανδρος Βαΐτσος, ήταν Έλληνας. Μέσα από τις δικές τους διηγήσεις αγάπησα τη χώρα από την πρώτη στιγμή. Τον πρώτο χρόνο διαμονής μου στην Αθήνα είχα την εντύπωση ότι είναι το πιο ασφαλές μέρος που έζησα ποτέ» δηλώνει.
Ο 31χρονος Ελληνοαμερικανός Τοντ Τζόνσον, δικηγόρος σε ναυτιλιακή εταιρεία, ζει και εργάζεται στην Ελλάδα τα τελευταία 3,5 χρόνια. Κουβαλάει με τρυφερότητα τις διηγήσεις του παππού του από την Κύπρο και της γιαγιάς του από τη Σμύρνη. Ποτέ δεν έχασε την επαφή με την Ελλάδα, αφού θυμάται πολλά καλοκαίρια να έρχεται για διακοπές στο σπίτι της οικογένειάς του στη Χαλκιδική, ενώ έχει γνωρίσει τις ομορφιές πολλών ελληνικών νησιών.
«Προτίμησα να έρθω και να εργαστώ εδώ, παρά να μείνω στη Νέα Υόρκη. Είναι άλλος πολιτισμός. Στην Ελλάδα ο γείτονας ή ο φίλος θα σου κατεβάσει ένα πιάτο φαΐ, θα σε καλέσει στο σπίτι του, αν ξεμείνεις θα σου στρώσει να κοιμηθείς. Θα σε κάνει να αισθανθείς μέλος της οικογένειάς του. Οι σχέσεις των ανθρώπων είναι μαγικές. Καμία σχέση με την Αμερική. Επίσης, είναι φοβερές οι αντιθέσεις που υπάρχουν. Από τη μία μπορείς να πίνεις μπίρες με τους φίλους σου στα Εξάρχεια και λίγα μέτρα πιο κάτω να πέφτουν μολότοφ ή να καίγεται ένα αυτοκίνητο», λέει χαμογελώντας.