Το Πάντειο Πανεπιστήμιο επέλεξε ο Δ. Κουφοντίνας προκειμένου να παρουσιάσει ένα βιβλίο, η έκδοση του οποίου προκάλεσε πολλές συζητήσεις. Ο Δ. Κουφοντίνας ήταν σε όλη τη διάρκεια της παρουσίασης «ωσεί παρών», μιλώντας όπως ειπώθηκε τηλεφωνικά από τις Φυλακές Κορυδαλλού όπου βρίσκεται έγκλειστος.
Η επανεμφάνιση του Δ. Κουφοντίνα, όπως αναφέρεται στο «Βήμα της Κυριακής» ως μεταφραστή αυτή τη φορά του βιβλίου «Μια σκληρή μάχη με τη μνήμη» της Γερμανίδας Μάργκριτ Σίλερ, πρώην μέλους της Φράξιας Κόκκινος Στρατός (RAF), σηματοδότησε και την προσπάθειά του να επανατοποθετήσει πολιτικά στην παρούσα πολιτική και οικονομική συγκυρία τον ρόλο όσων ακόμα πιθανόν επηρεάζει. Στην παρουσίαση του βιβλίου, την περασμένη Τετάρτη, αναφέρθηκε πολλές φορές στην ανάγκη να γίνει «αυτοκριτική στα δικά μας λάθη», κάνοντας λόγο για τον «σεχταρισμό, την αυτοαναφορικότητα, τον εσωτερικό πόλεμο με την καταστολή» και προχώρησε σε νέα κριτική προς την Αριστερά επικαλούμενος τον Σαρτρ.
Η παρέμβασή του δείχνει ότι αναζητεί νέους δρόμους για την επαναστατικοποίηση του κινήματος, σίγουρα διαφορετικούς από αυτούς που είχε στο παρελθόν επιλέξει η 17Ν. Ο νέος αυτός δρόμος περνάει, όπως ο ίδιος σημειώνει, από «την υπομονετική ανάπτυξη ενός πολύμορφου συγκρουσιακού κινήματος που χρειάζεται πολλή ιδεολογική και πολιτική πάλη, πολλούς διεκδικητικούς αγώνες, πολλές μικρές εξεγέρσεις, πολλή αντοχή στις απογοητεύσεις από τις αποτυχίες των θεσμικών μόνον αγώνων». Πουθενά δεν κάνει αναφορά στον «ένοπλο αγώνα».
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής», από την παρέμβαση του Δ. Κουφοντίνα φαίνεται ένας επαναπροσανατολισμός προς μικρές εξεγέρσεις, πιθανόν τύπου Κερατέας, ώστε όπως ο ίδιος σημειώνει «να ξαναπιάσουμε το νήμα της επαναστατικής παράδοσης χωρίς αυταπάτες και ψευδαισθήσεις». Και τούτο γιατί στην πολιτική και οικονομική κρίση που περνά η χώρα μας «διακυβεύονται τα πάντα», όπως λέει. Πώς θα γίνει αυτό; Ο Δ. Κουφοντίνας εμφανίζεται να αναθεωρεί τις μεθόδους της 17Ν με τις δολοφονίες και τις τοποθετήσεις βομβών και ζητεί όλες αυτές οι μικρές εξεγέρσεις να γίνονται αυτή τη φορά «με σεβασμό στην ευαισθησία όσων αγωνίζονται για να αλλάξουν τη μοίρα τους, αλλά υπόκεινται στην υποκειμενικότητα». Ίσως να είναι αυτός ο λόγος που ζητεί «αυτοοργάνωση παντού, ιδιαίτερα σήμερα που οι συνθήκες ευνοούν τη γρήγορη ανάπτυξη της πολιτικής κατανόησης».
Την πρόθεσή του για επαναπροσδιορισμό της στάσης του βρήκε την ευκαιρία να γνωστοποιήσει στη μετάφραση του βιβλίου της Γερμανίδας Μάργκριτ Σίλερ. Ο Δ. Κουφοντίνας είναι ο άνθρωπος που έκανε τη μετάφραση του βιβλίου της Γερμανίδας απευθείας από τα ισπανικά, γλώσσα που γνωρίζει άπταιστα.
Αφού εξήρε τον ηρωισμό της RAF, λέγοντας ότι «και οι νίκες και οι ήττες των ένοπλων κινημάτων είναι δικές μας, είναι εμβλήματα στον μακρύ αγώνα για να έρθει η εποχή του Ανθρώπου, το Α με κεφαλαίο» έκρινε ότι το μαζικό λαϊκό κίνημα ενσωματώθηκε στην αστική νομιμότητα του καναπέ. Το λαϊκό κίνημα κατά τον Κουφοντίνα έχει έλλειμμα στην κουλτούρα της σύγκρουσης, αφού δεν μπόρεσε να απαντήσει αποτελεσματικά στην «κτηνώδη καταστολή» όπως την αποκαλεί και καλεί σε «αυτοοργάνωση παντού»…
Είναι φανερό ότι με την «παρέμβασή» του αυτή με τις συχνές αυτοκριτικές για την «κατανόηση των λαθών» ο Δ. Κουφοντίνας επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει τη στάση του, χωρίς αναφορές στο παρελθόν, αλλά και χωρίς να ζητεί συγγνώμη στην ιδιόμορφη πολιτική συγκυρία που βρίσκεται η χώρα κυριολεκτικά στην κόψη του ξυραφιού και οι πάντες ψάχνονται. Φυσικά ο Δ. Κουφοντίνας κινείται στον αντιαστικό κόσμο και είναι χαρακτηριστικό ότι οι εκδόσεις Υπερσιβηρικός που εξέδωσαν το βιβλίο αρνήθηκαν να δώσουν οποιαδήποτε πληροφορία για τη συγγραφέα με τη δικαιολογία ότι δεν θέλουν να έχουν σχέση με οτιδήποτε εκφράζει τον αστικό κόσμο.
Παρ’ ότι η χώρα μας περνά τις δυσκολότερες ώρες στην ιστορία της, ο Δ. Κουφοντίνας επιμένει πάντως και από τη φυλακή στην ανάγκη μιας διαφορετικής σε σχέση με το παρελθόν σύγκρουσης σημειώνοντας: «Το στοιχείο της σύγκρουσης, η συνολική απελευθερωτική στρατηγική, είναι ξανά το ζητούμενο σήμερα» και εξηγεί μάλιστα και το γιατί: «Σήμερα, που η συντριπτική επίθεση του κεφαλαίου έχει στόχο την επανοργάνωση της διαδικασίας καπιταλιστικής αναπαραγωγής, ειδικότερα την επανοργάνωση του ευρωπαϊκού οικονομικού χώρου υπό γερμανική ηγεμονία υλοποιώντας το παλιό ναζιστικό σχέδιο, που προβλέπει τη δημιουργία εκτεταμένων ζωνών εξαθλίωσης στη χώρα μας και τον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο».
Με την παρέμβασή του στην παρουσίαση του βιβλίου της γερμανίδας μέλους της RAF, που παρέμεινε επί επτά χρόνια στις γερμανικές φυλακές (και που το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου αναφέρεται όχι σε εξεγέρσεις και σε συγκρούσεις αλλά στις συνθήκες κράτησής της) επιχειρεί να επανατοποθετήσει και το περιεχόμενο του «νέου αγώνα» με τις «πολλές μικρές εξεγέρσεις» λέγοντας ότι «στη μάχη να πιάνουμε και να ξαναπιάνουμε το νήμα της μνήμης, της επαναστατικής μας παράδοσης, να το ματίζουμε όπου το έχει διαρρήξει ο χρόνος και η επέμβαση της επιστήμης, αλλά και της δαμασμένης ιστοριογραφίας. Στη μάχη να το κάνουμε υφάδι, να πλέξουμε το υφαντό της συλλογικής μνήμης».
Επικαλούμενος τον Σαρτρ, ο Δ. Κουφοντίνας τονίζει για άλλη μία φορά τη διαφορετική του θέση έναντι της Αριστεράς, της επίσημης Αριστεράς όπως την ονομάζει: «Την εποχή που η επίσημη αριστερά πρόκρινε τον θεσμικό μόνο αγώνα με πλήρη σεβασμό της αστικής νομιμότητας, εκείνη την αριστερά που όπως έλεγε ο Σαρτρ δεν ήθελε την επανάσταση επειδή φοβόταν την επανάσταση, το αντάρτικο έδωσε στο μέτρο που του αναλογούσε το ζήτημα της μη αφομοιώσιμης δράσης…».
Ο Δ. Κουφοντίνας στέκεται στην παράγραφο της Μάργκριτ Σίλερ που αναφέρεται στις παράπλευρες απώλειες. Ίσως επειδή εκτός από τις στοχευμένες δολοφονίες και η 17Ν προκάλεσε «παράπλευρη απώλεια» με τη δολοφονία του νεαρού Θάνου Αξαρλιάν στην οδό Καραγεώργη Σερβίας. Γράφει λοιπόν η γερμανίδα μέλος της RAF: «Πάντα γίνονταν συζητήσεις γύρω από τη χρήση όπλων. Πότε, πώς και εναντίον ποιου πυροβολείς; Η συζήτηση για το θέμα άρχισε όταν ένας άνθρωπος πληγώθηκε σοβαρά στη διάρκεια της επιχείρησης για την απελευθέρωση του Αντρέας (σ.σ.: εννοεί τον αρχηγό της RAF Αντρέας Μπάαντερ) τον Μάιο του 1970. Η Ούλρικε (Μάινχοφ) ανέλυε τα όρια που υπάρχουν στη χρήση βίας. Δηλωνόταν σαφώς ότι δεν θα προχωρούσε η ενέργεια για την απελευθέρωση του Αντρέας αν γνώριζαν από πριν ότι η έκβασή της θα μπορούσε να προκαλέσει τραυματισμό ή θάνατο σε ανθρώπους που δεν είχαν σχέση με το γεγονός…».
Η Μάργκριτ Σίλερ αναφέρεται στο βιβλίο της και στις γυναίκες της RAF: «Υπήρχε πραγματικός ανταγωνισμός ανάμεσα στις εφημερίδες, ιδιαίτερα στη σκανδαλοθηρική Bild, για το ποια θα έγραφε τα πιο συκοφαντικά άρθρα κατά των γυναικών της RAF: τις κακολογούσαν ως εξαγριωμένες αντρογυναίκες, αυταρχικές, εριστικές, λεσβίες. Σκληρές, άκαρδες και τυφλά αφοσιωμένες στον Αντρέας. Τίποτε απ’ όλα αυτά όμως δεν ταίριαζε. Γιατί αυτό το μίσος κατά των γυναικών;».