Την πόρτα του ανακριτικού γραφείου θα περάσει τη Δευτέρα, ο Άκης Τσοχατζόπουλος, ο οποίος κρατείται στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση, για να απολογηθεί σχετικά με την πολύκροτη υπόθεση με τις μίζες και το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, στην οποία εμπλέκεται.

Οι δικηγόροι του έκαναν δήλωση σήμερα, όπου αναφέρουν μεταξύ άλλων ότι η σύλληψη έγινε «με θεατρικό τρόπο», χωρίς να προηγηθεί κλήση του Άκη Τσοχατζόπουλου, ενώ κάνουν λόγο για παραβίαση της ευρωπαϊκής σύμβασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παράλληλα τονίζουν ότι όσον αφορά την υπόθεση με τα TOR-M1, η εξεταστική επιτροπή της βουλής έκλεισε την υπόθεση χωρίς κανένα επιβαρυντικό στοιχείο.

«Γιατί αναμοχλεύεται μία υπόθεση που έχει ερευνηθεί και οριστικά έχει κλείσει από την βουλή; Ο κ. Τσοχατζόπουλος καλείται να απολογηθεί για παραγεγραμμένα αδικήματα. Η απλή ανάγνωση των σχετικών νομοθετικών κειμένων και η αναφορά του χρόνου τέλεσης του αδικήματος οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα περί παραγραφής», σημειώνουν στην ανακοίνωση.

Σημειώνεται, ότι σχετικά με αυτό, το εισαγγελικό πόρισμα δείχνει ότι Α.Τσοχατζόπουλος πήρε προκαταβολή μίζας ύψους 1.748.000 δολαρίων το 1998, για επιτευχθεί τελικά η συμφωνία με την ρωσική ΑΝΤΝΕΥ, που προμήθευε τους συγκεκριμένους πυραύλους, το 1999. Παράλληλα το έμβασμα του ποσού αυτού φαίνεται ότι κατευθύνθηκε προς την off-shore Bluebell, του ξαδέλφου του Ακη Τσοχατζόπουλου, από τον Al Zayat Fouad, που ήταν μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ρωσικής Drumilan International και είχε αναλάβει την εκτέλεση των αντισταθμιστικών ωφελημάτων από την σύμβαση των TOR-M1. Το ίδιο συνέβη και με 6 επιταγές από την ίδια εταιρία προς την Bluebell από τις 26 Ιουνίου του 2000 μέχρι και τις 7 Ιουνίου του 2001, συνολικού ύψους 16.202.000 ελβετικών φράγκων. Στην υπόθεση εμπλέκεται και η αγορά ακινήτου της οικογένειας Τσοχατζόπουλου στο Κολωνάκι.

Σχετικά με την υπόθεση των υποβρυχίων, σχολιάζουν: «Η απόφαση για την αγορά 4 υποβρυχίων ελήφθη τον Φεβρουάριο του 2000 από το ΚΥΣΕΑ σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Ζητήθηκε τόσο στο πλαίσιο της προκαταρκτικής επιτροπής της βουλής όσο και στη διάρκεια της εισαγγελικής έρευνας η κλήση των μελών της συνθέσεως του ΚΥΣΕΑ προς παροχή εξηγήσεων. Το αίτημα και στις δύο περιπτώσεις δεν έγινε δεκτό».