Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι οι πτυχιούχοι ΑΕΙ έχουν μεγάλο μερίδιο στην ανεργία, ωστόσο, η πραγματικότητα φαίνεται διαφορετική.
Το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας κατέχουν όσοι δεν είναι πτυχιούχοι. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ του 2009, η ανεργία πλήττει βάναυσα τους μη πτυχιούχους και κυρίως εκείνους που αναζητούν εργασία μόνο με απολυτήριο γυμνασίου ή λυκείου και λιγότερο τους αποφοίτους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Ο μαθηματικός ερευνητής Στρ. Στρατηγάκης, που μελέτησε τα στοιχεία, τονίζει στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»: «Η ανεργία και η μερική απασχόληση στους πτυχιούχους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι μικρότερη, συγκριτικά με τους απόφοιτους της δευτεροβάθμιας, ενώ και οι μισθοί τους είναι μεγαλύτεροι από τους μισθούς των αποφοίτων λυκείου κατά 50%».
Στη χώρα μας, οι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχουν εργασία σε ποσοστό 82%, λίγο μικρότερο δηλαδή από το 84% που αποτελεί το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Το εντυπωσιακό είναι ότι όλες οι χώρες έχουν ποσοστό εργαζομένων πάνω από 80%.
Οι εργαζόμενοι με γνώσεις λυκείου ή ΙΕΚ στην Ελλάδα είναι στο 68%, ποσοστό μικρότερο από το 74% του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ. Η ανεργία εδώ είναι μεγαλύτερη στους αποφοίτους λυκείου απ’ ό,τι σε άλλες χώρες. Τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα για τους αποφοίτους γυμνασίου που βρίσκουν εργασία σε ποσοστό μεγαλύτερο από άλλες χώρες (60% στην Ελλάδα έναντι 56% στον ΟΟΣΑ).
Οσο πιο μορφωμένοι είναι οι εργαζόμενοι τόσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό της πλήρους απασχόλησής τους. Εντύπωση, όμως, προκαλεί το χαμηλό ποσοστό των πλήρους απασχόλησης εργαζομένων στις ΗΠΑ και άλλες χώρες. Τα ποσοστά στην Ελλάδα ήταν μεγαλύτερα από πολλές άλλες χώρες και από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, πράγμα που δείχνει προς τα πού θα βαδίσει η εξέλιξη των εργασιακών σχέσεων. Η μόνη χώρα που έχει ποσοστά πλήρους απασχόλησης μεγαλύτερα από την Ελλάδα είναι η συμπάσχουσα, λόγω ΔΝΤ, Πορτογαλία. Ομως οι μισθοί πλήρους απασχόλησης εκεί είναι όσο οι μισθοί μερικής απασχόλησης στην Ελλάδα.
Ως βάση για τον υπολογισμό των αμοιβών χρησιμοποιείται ο μισθός του αποφοίτου λυκείου, που θεωρείται 100 μονάδες σε κάθε χώρα. Στην Ελλάδα ο πτυχιούχος αμείβεται με μισθό 151 (50% πάνω) και έχει διπλάσιες αποδοχές από τον απόφοιτο γυμνασίου, ο οποίος αμείβεται με 76 μονάδες.
Η ψαλίδα είναι μεγαλύτερη στις ΗΠΑ, με τον απόφοιτο πανεπιστημίου να παίρνει τριπλάσιο μισθό από τον απόφοιτο γυμνασίου, ενώ ο πτυχιούχος στη Σουηδία παίρνει μισθό μόνο κατά 50% υψηλότερο. Οι μεγάλες αυτές διαφορές έχουν να κάνουν με την κοινωνική οργάνωση κάθε χώρας. Οι ΗΠΑ είναι μία από τις χώρες με τις μεγαλύτερες ανισότητες, σε αντίθεση με τη Σουηδία.
«Τα στοιχεία αυτά», λέει ο κ. Στρατηγάκης, «είναι του έτους 2009, πριν δηλαδή η διεθνής κρίση επηρεάσει τους μισθούς και την ανεργία. Ομως μας δίνει τη δυνατότητα να πούμε με ασφάλεια ότι σε όλες τις χώρες του κόσμου οι πτυχιούχοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχουν εργασιακό πλεονέκτημα γιατί έχουν περισσότερες πιθανότητες εργασία, πλήρους απασχόλησης και καλύτερα αμειβόμενη».
Αυτό το συμπέρασμα αυξάνει συνεχώς τη ζήτηση για ανώτατες σπουδές, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παγκοσμίως, δίνοντας έτσι μία πρωτοφανή ανάπτυξη στα πανεπιστήμια όλων των χωρών. Μερικές χώρες μάλιστα έχουν επιβάλει υψηλότατα δίδακτρα, εκμεταλλευόμενες την υψηλή ζήτηση για σπουδές, που σε κάποια πανεπιστήμια των ΗΠΑ φτάνουν ακόμη και τα 50.000 δολάρια το χρόνο!