Ίχνη από 23 συνολικά ναυάγια που χρονολογούνται από το τέλος της αρχαϊκής περιόδου έως και τον 19ο αιώνα εντοπίστηκαν και τεκμηριώθηκαν κατά τη διάρκεια της δεύτερης περιόδου (8 Ιουνίου έως 2 Ιουλίου) της ενάλιας αρχαιολογικής έρευνας της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων στους Φούρνους Ικαρίας.
Ο συνολικός αριθμός των εντοπισμένων και τεκμηριωμένων ναυαγίων μαζί με τα 22 ήδη διερευνημένα ναυάγια που καταγράφηκαν το 2015 ανέρχεται έτσι στα 45, καθιστώντας το αρχιπέλαγος των Φούρνων την πλουσιότερη σε αρχαία ναυάγια θάλασσα της Ελληνικής Επικράτειας και μία από τις πλουσιότερες θάλασσας της Μεσογείου.
Η έρευνα έχει σκοπό τον εντοπισμό, καταγραφή, τεκμηρίωση και μελέτη αρχαίων και μεσαιωνικών ναυαγίων στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Φούρνων. Η επιφανειακή διερεύνηση πραγματοποιήθηκε με χρήση αναπνευστικών συσκευών και επικεντρώθηκε κυρίως στην παράκτια ζώνη και σε βάθη έως και 65 μέτρα.
Εκτός των ναυαγίων, όπως αναφέρει το υπουργείο Πολιτισμού, καταγράφηκαν εκατοντάδες μεμονωμένα ευρήματα, κυρίως απορρίψεις κεραμικής και άγκυρες, αψευδείς μάρτυρες της έντασης και έκτασης της ναυσιπλοΐας και εμπορευματικής διακίνησης στο καίριο αυτό ναυτικό σταυροδρόμι του ανατολικού Αιγαίου.
Στα πλέον αξιόλογα ευρήματα της έρευνας του 2016 συμπεριλαμβάνονται ένα ναυάγιο με κώους αμφορείς, χρονολογούμενο στα μέσα της ελληνιστικής περιόδου, ένα ναυάγιο ύστερης αρχαϊκής / πρώιμης κλασικής περιόδου με φορτίο αμφορέων από το ανατολικό Αιγαίο, ένα ναυάγιο ρωμαϊκών χρόνων με φορτίο αμφορέων από τη Σινώπη της Μαύρης Θάλασσας, ένα ναυάγιο με αμφορείς από τις ρωμαϊκές κτήσεις της βορείου Αφρικής χρονολογούμενο στον 3ο – 4ο αιώνα μ.Χ. και ένα ναυάγιο με φορτίο επιτραπέζιας κεραμικής παλαιοχριστιανικών χρόνων, προερχόμενο επίσης από την Βόρειο Αφρική. Επίσης δύο λίθινοι στύποι (αντίβαρα) αρχαϊκών αγκυρών, οι μεγαλύτεροι του είδους τους που έχουν βρεθεί έως σήμερα στο Αιγαίο.
Η εκτενής ποικιλομορφία των φορτίων και η εύρεση πολλών ναυαγίων με επείσακτα, εκτός Αιγαίου, φορτία, φαίνεται να επιβεβαιώνει τα πρώτα συμπεράσματα της έρευνας του 2015: οι Φούρνοι, ένα άσημο νησί, λησμονημένο από τις αρχαίες πηγές, αποτέλεσαν λόγω της γεωγραφικής τους θέσης και του πολυσχιδούς των ακτών τους, που διευκολύνουν την προσόρμιση πλοίων υπό οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, έναν θαλάσσιο κόμβο υπερ-τοπικής σημασίας που συνδέεται με ένα ευρύτερο δίκτυο θαλασσίων διαδρομών κατά την αρχαιότητα.
Καίριας σημασίας για την επιτυχία της έρευνας υπήρξε η ευαισθητοποίηση του τοπικού πληθυσμού και η εκτενής συλλογή πληροφοριών από την κοινότητα των αλιέων και δυτών των Φούρνων και σπογγαλιέων από την Κάλυμνο, οι οποίοι παρείχαν αφειδώς πληροφορίες για την ύπαρξη αρχαιοτήτων στο βυθό και οδήγησαν στον γρήγορο εντοπισμό τους. Σημαντική επίσης ήταν η συμβολή του Δήμου Φούρνων – Κορσεών, του Δημάρχου Γ. Μαρούση με την συνεχή παροχή υπηρεσιών και διευκολύνσεων στο έργο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων.
Την γενική διεύθυνση της έρευνας είχε ο αρχαιολόγος της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων δρ Γιώργος Κουτσουφλάκης, ενώ επικεφαλής του Ιδρύματος R.P.M. Nautical Foundation ήταν ο αρχαιολόγος Peter Campbell.
Υπολογίζεται ότι η περιοχή που διερευνήθηκε αντιστοιχεί σε ένα ποσοστό μικρότερο από το 15% της συνολικής ακτογραμμής που περιβάλλει το νησιωτικό σύμπλεγμα των Φούρνων, η δε συνέχεια της έρευνας κατά τα επόμενα έτη θα οδηγήσει στον εντοπισμό ενός ακόμα μεγαλύτερου αριθμού ναυαγίων, επιτρέποντας την διαχρονική κατανόηση της χρήσης του θαλασσίου χώρου και την διεξοδική μελέτη της ναυσιπλοΐας και εμπορευματικής διακίνησης στο αρχιπέλαγος των Φούρνων.
Εκτιμάται πως η επιφανειακή έρευνα για τον εντοπισμό ναυαγίων θα ολοκληρωθεί το έτος 2018. Στη συνέχεια, και λαμβάνοντας πλέον υπόψη τα συνολικά δεδομένα των εντοπισμένων ναυαγίων, η έρευνα θα εστιαστεί στην ανασκαφική διερεύνηση ναυαγίων σημαίνουσας ιστορικής σημασίας.