Την ανησυχία των ελαιοπαραγωγών για τη σχεδιαζόμενη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αύξηση των αδασμολόγητων ποσοστώσεων εισαγωγών ελαιόλαδου από την Τυνησία, εκφράζει με επιστολή του προς το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης το Εμπορικό Επιμελητήριο Ηρακλείου.
«Αν και δεν έχει ληφθεί οριστική απόφαση για την εφαρμογή αυτών των έκτακτων εμπορικών μέτρων ενίσχυσης της Τυνησίας, εντούτοις είναι αναγκαίο να αναληφθούν πρωτοβουλίες, για να αποτραπεί μια τέτοια εξέλιξη, η οποία θα έχει σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στην αγορά ελαιολάδου ολόκληρης της χώρας. Ειδικά, αυτή την περίοδο που η χώρα πλήττεται από την κρίση. Ήδη, ενώ υπήρξε μια μικρή ανάκαμψη των τιμών το 2015 σε συνέχεια της περυσινής χρονιάς, μόλις η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβη στην ανακοίνωση της εφαρμογής των εν λόγω μέτρων ενίσχυσης οι τιμές παραγωγού υποχώρησαν», όπως σημειώνεται στην επιστολή.
Στην ίδια επιστολή υπενθυμίζεται ότι ένα από τα στρατηγικής σημασίας προϊόντα στην Κρήτη, εδώ και αιώνες είναι το ελαιόλαδο. Σήμερα, το 65% (2.350.000 στρ.) της γεωργικής έκτασης του νησιού είναι ελαιώνες, που περιλαμβάνουν τουλάχιστο 35 εκατομμύρια δένδρα. Στην Κρήτη παράγονται, ετησίως, 80.000-120.000 τόνοι ελαιόλαδου, το 1/3 περίπου της εγχώριας παραγωγής, από το οποίο το 90% ανήκει στην κατηγορία του εξαιρετικά παρθένου. Πολλές περιοχές ιδιαίτερα ορεινές εξαρτώνται από την παραγωγή ελαιόλαδου ως κύρια πηγή εισοδήματος, ενώ η ελαιοκομική παραγωγή είναι συχνά από μόνη της ικανή να εξασφαλίσει την απασχόληση και τη διατήρηση του φυσικού χώρου.