Δεν πίστευαν στα μάτια τους οι εργάτες που συμμετείχαν στις εργασίες
ανακαίνισης σπιτιού κοντά στο Ηράκλειο Κρήτης. Γκρεμίζοντας έναν
πετρόκτιστο καναπέ είδαν ξαφνικά να κυλούν στο πάτωμα… χρυσές λίρες!

Τώρα, οι κάτοικοι του χωριού τρέφουν ελπίδες διεκδίκησης μέρους των χιλιάδων χρυσών λιρών που βρέθηκαν τυχαία, αναζητώντας στοιχεία για να αποδείξουν ότι δικαιούνται μερίδιο από το θησαυρό.

Η υπόθεση ωστόσο είναι αρκετά περίπλοκη καθώς σήμερα δεν βρίσκονται στη ζωή οι συγγενείς τους, οι οποίοι την περίοδο της γερμανικής κατοχής είχαν εμπιστευθεί τις οικονομίες τους στα χέρια του πρώτου ιδιοκτήτη της κατοικίας.

Αρκετοί νεώτεροι, οι περισσότεροι οικογενειάρχες, είχαν ακούσει από τους γονείς τους την ιστορία του κρυμμένου θησαυρού, όμως με το πέρασμα του χρόνου πίστεψαν ότι πρόκειται για θρύλο, όπως τόσοι άλλοι που ακούγονται στα χωριά της μεγαλονήσου.

Κάτοικος του χωριού ανέφερε ότι ως παιδί που ήταν θυμάται πολύ καλά συγγενείς και συγχωριανούς του να σκάβουν λαγούμια στην επίμαχη κατοικία προκειμένου να εντοπίσουν τις λίρες αλλά και κάποια κοσμήματα που είχαν δώσει για φύλαξη στον ιδιοκτήτη.

Η ιστορία αυτή χρονολογείται πριν από 50 χρόνια. Ποτέ όμως κανείς δεν βρήκε λίρα έστω για δείγμα. Πλέον σήμερα αναζητούν διακαώς μαρτυρίες υπερήλικων συγχωριανών τους που γνώριζαν τα όσα είχαν γίνει τότε μήπως και βρουν κάποια διέξοδο στο «γρίφο» της διεκδίκησης.

«Είναι άδικο γιατί μέρος του θησαυρού ανήκε στους προγόνους μου αλλά και σε άλλους χωριανούς. Γνωρίζουμε ότι αν δεν βρούμε στοιχεία είναι δύσκολο να διεκδικήσουμε μερίδιο.

Θα υπάρξει πρόβλημα ακόμα και ανάμεσα στις οικογένειες αφού κανείς δεν γνωρίζει πόσες λίρες είχε δώσει η μία και πόσες η άλλη. Δυστυχώς ο θησαυρός βρέθηκε 60 και πλέον χρόνια μετά».

Όπως έγραψε η «Π», ο άνθρωπος που είχε το σπίτι ήταν από τους προύχοντες της περιοχής. Μορφωμένος και βαθειά θρησκευόμενος, ιδιαίτερα σεβαστό πρόσωπο τόσο στους ντόπιους όσο και στους Γερμανούς.

Υπό το φόβο λεηλασίων, πολλοί χωριανοί συμφώνησαν να μαζέψουν τις οικονομίες τους και να τις παραδώσουν στα χέρια του, θεωρώντας ότι θα ήταν ασφαλείς. Όταν θα τελειώνε ο πόλεμος, θα έπαιρναν πίσω λίρες και κοσμήματα. Κανείς σήμερα δεν γνωρίζει να πει με ποιον τρόπο ο ιδιοκτήτης φυλούσε τις λίρες ώστε να τις επιστρέψει επακριβώς στον καθένα, χωρίς να γίνει κάποιο λάθος.

Δυστυχώς ο άνθρωπος έπαθε Αλτζάχαϊμερ με αποτέλεσμα όταν έφθασε η ώρα της επιστροφής, να μην θυμάται που έχει κρύψει το θησαυρό. Ακόμα και συγγενείς του δεν γνώριζαν το παραμικρό για την πιθανή κρυψώνα.

Τα χρόνια πέρασαν και ο ιδιοκτήτης απεβίωσε, παίρνοντας το μυστικό στον τάφο του. Οι όποιες επίμονες προσπάθειες έγιναν για τον εντοπισμό των λιρών, δεν απέδωσαν καρπούς. Η ιστορία ξεχάστηκε, όμως οι μνήμες «ξύπνησαν» πρόσφατα οπότε και μακρινοί κληρονόμοι του εκλιπόντα αποφάσισαν να πωλήσουν το σχεδόν ερειπωμένο κτίσμα σε Ηρακλειώτη.

Ο τελευταίος ανέθεσε σε συνεργείο τις εργασίες αναπαλαίωσης του σπιτιού. Στη διάρκεια των εργασιών χρειάστηκε να γκρεμιστεί ένας πετρόκτιστος καναπές.

Οι εργάτες δεν πίστευαν στα μάτια τους όταν αντίκρισαν αναρίθμητες χρυσές λίρες να κατρακυλούν στο πάτωμα ανάμεσα στα μπάζα.

Ο νέος ιδιοκτήτης δεν είχε λόγια να περιγράψει τη χαρά του. Ωστόσο υπό το φόβο διαρροής και διεκδικήσεων, «αντάμειψε» τους εργάτες και κυρίως τον επικεφαλής του συνεργείου.

Πηγή: ΠΑΤΡΙΣ