Για τις πρόσφατες εξελίξεις στην πορεία της τουρκικής λίρας, που ύστερα από αλλεπάλληλες υποτιμήσεις έχει σημειώσει νέα χαμηλά επίπεδα έναντι του δολαρίου και του ευρώ το τελευταίο διάστημα, μίλησε στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ «Πρακτορείο 104,9 FM» ο Δρ. Παναγιώτης Κοντάκος, επίκουρος καθηγητής στη Διεθνή Επιχειρηματικότητα, διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος ΜΒΑ και μέλος του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου UCLan Cyprus.
«Η πρόσφατη πτώση της λίρας και η ισοτιμία της με το δολάριο που παρατηρήσαμε το τελευταίο διάστημα, συνδέεται βεβαίως και με τις εντάσεις που έχουν δημιουργηθεί με την Ελλάδα και την Κύπρο στη θάλασσα και την αβεβαιότητα που συνεπάγεται η επιβολή κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας ενόψει του επικείμενου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου», ανέφερε ο κ. Κοντάκος, επισημαίνοντας και τη νέα έκτακτη υποβάθμιση του τουρκικού χρέους από την Moody’s «στo χαμηλότερο διαχρονικά επίπεδο (από Β1 σε Β2)».
«Γενικότερα, τα ξένα κεφάλαια συνεχίζουν να εξέρχονται από την Τουρκία χωρίς να εισέρχονται νέα χρήματα. Η υποτίμηση της λίρας μάλιστα αναμένεται να δημιουργήσει ένα νέο κύμα αυξήσεων στις τιμές και αύξηση στο ποσοστό ανεργίας. Ταυτόχρονα, η επιδείνωση των κρουσμάτων κορονοϊού σε ολόκληρη τη χώρα συνεχίζει να επιβραδύνει την οικονομική δραστηριότητα και στο τρίτο τρίμηνο», σχολιάζει ο Δρ. Κοντάκος, που μιλά για ένα ιδιότυπο «οικονομικό πείραμα».
«Ο πρόεδρος Ερντογάν και η κυβέρνησή του διεξάγουν, τα τελευταία χρόνια, ένα οικονομικό πείραμα υψηλού επιπέδου. Πόσο καιρό, δηλαδή, μπορεί η Τουρκία να αποκρύψει το γεγονός ότι ξοδεύει πολύ πέρα από όσα εισπράττει;», διερωτάται ο ειδικός επί της τουρκικής οικονομίας.
Τα ιδιαίτερα στοιχεία των «Erdoganomics»
Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της οικονομίας της γείτονος; «Από την οικονομική κρίση του 2008, η Fed έχει διατηρήσει τα επιτόκια χαμηλά. Αυτό είχε την παρενέργεια να καταστήσει φθηνό τον δανεισμό σε δολάρια, κάτι που οι τουρκικές τράπεζες εκμεταλλεύτηκαν σε καταχρηστικό βαθμό και έτσι βρέθηκαν να έχουν αποκτήσει πολλά δολάρια, με τα οποία δάνεισαν επίσης φθηνά σε τουρκικές εταιρείες. Ωστόσο, για αρκετούς κλάδους, όπως των κατασκευών και της ακίνητης περιουσίας, τα έσοδά τους προέρχονταν από τουρκικές λίρες. Ως αποτέλεσμα, όταν η λίρα υποτιμάται έναντι του δολαρίου καθίσταται δύσκολο για τις τουρκικές εταιρείες να εξοφλήσουν τα δάνεια τους σε δολάρια», εξηγεί ο κ. Κοντάκος.
Την ίδια ώρα και οι ιδιώτες λάμβαναν δάνεια σε λίρα, όχι σε δολάρια και έτσι οι τράπεζες της Τουρκίας χρειάζονταν λίρες για να τους δανείσουν: «Οι τράπεζες πήραν τα δολάρια που είχαν νωρίτερα συσσωρεύσει και τα αντάλλαζαν σε λίρες στις χρηματοπιστωτικές αγορές, πληρώνοντας ένα τέλος που συνδέεται με το επιτόκιο της λίρας που καθόριζε η τουρκική κεντρική τράπεζα.
Αυτό δημιούργησε έναν δεύτερο κίνδυνο που εισπράττεται βαθιά στο τραπεζικό σύστημα της χώρας», σημειώνει ο κ. Κοντάκος που τονίζει πως εξαιτίας και της COVID-19 η κυβέρνηση της Τουρκίας χρησιμοποίησε «την τυπική τακτική να πουλάει δολάρια και να αγοράζει λίρες στην ανοιχτή αγορά, για να στηρίξει την ισοτιμία του νομίσματος της Τουρκίας», τακτική που είχε σαν αποτέλεσμα τα συναλλαγματικά αποθεματικά σε δολάρια «σταδιακά να στερέψουν» και σήμερα η κεντρική τράπεζα να οφείλει «πλέον των 60 δισ. δολαρίων στις τράπεζες της Τουρκίας».
«Δεν είναι πλέον δυνατή η υπεράσπιση της λίρας στα τρέχοντα επίπεδα της, όπως μέχρι νωρίτερα αυτό το καλοκαίρι. Το οικονομικό πείραμα του Ερντογάν ήταν ενδιαφέρον όσο διήρκεσε, δημιουργώντας μια ψευδή αίσθηση σταθερότητας.
Η απόκρυψη όμως των οικονομικών προβλημάτων της χώρας βαθιά στο τραπεζικό σύστημα δεν ήταν παρά μια προσωρινή συγκάλυψη», καταλήγει ο ειδικός επί θεμάτων της τουρκικής οικονομίας.
Η λίρα ανέκαμψε σήμερα από τα χθεσινά χαμηλά επίπεδα – ρεκόρ
Η τουρκική λίρα ανέκαμψε σήμερα από τα χθεσινά ιστορικά χαμηλά επίπεδά της, καθώς η κυβέρνηση της χώρας μείωσε έναν φόρο στις συναλλαγές σε ξένα νομίσματα. Η ισοτιμία του τουρκικού νομίσματος διαμορφωνόταν στις 7,73 λίρες ανά δολάριο μετά τη χθεσινή βουτιά της στο επίπεδο των 7,86 δολαρίων, εν μέσω φόβων ότι η Τουρκία θα εμπλακεί στη σύγκρουση μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν για το Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Οι επενδυτές αξιολογούσαν επίσης το νέο οικονομικό πρόγραμμα, που παρουσίασε χθες ο υπουργός Οικονομικών Μπεράτ Αλμπαϊράκ, το οποίο προβλέπει αύξηση του τουρκικού ΑΕΠ κατά 0,3% το 2020, παρά την πανδημία.
Αναλυτές αμφισβητούσαν ότι μπορεί να επιτευχθούν κάποιες από τις προβλέψεις. «Είναι δύσκολο να εμπιστευθείς ότι είναι εφικτή η πρόβλεψη της κυβέρνησης για τον πληθωρισμό στο τέλος του 2021», ανέφερε αναλυτής της Credit Suisse, προσθέτοντας ότι κάποιες απαντήσεις του Αλμπαϊράκ «ενισχύουν τις ήδη επιφυλακτικές απόψεις εγχώριων καταθετών και ξένων επενδυτών για τη λίρα».