Μετά από μια οκταετία ύφεσης και μια βαθιά εσωτερική υποτίμηση, που υποβάθμισε δραματικά το βιοτικό επίπεδο των πολιτών, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να χάνει έδαφος σε θέματα ανταγωνιστικότητας.
*Του Κωνσταντίνου Μίχαλου
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας (World Competitiveness Yearbook) που εκδίδεται από το International Institute for Management Development της Λωζάννης, η Ελλάδα υποχώρησε για το έτος 2017 κατά μια θέση και πλέον κατατάσσεται στην 57η θέση μεταξύ 63 χωρών, από την 56η που κατείχε κατά την περσινή χρονιά και την 50η την προηγούμενη. Έχοντας σημειώσει, ουσιαστικά μια «βουτιά» επτά θέσεων σε δύο χρόνια, η χώρα μας βρίσκεται πλέον μεταξύ των ουραγών της κατάταξης.
Πριν από λίγους μήνες δημοσιεύθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ο δείκτης περιφερειακής ανταγωνιστικότητας (RCI), σύμφωνα με τον οποίο πέντε ελληνικές περιφέρειες εμφανίζουν τη χαμηλότερη ανταγωνιστικότητα μεταξύ 263 περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην παγκόσμια κατάταξη του World Economic Forum για την περίοδο 2016 – 2017 η Ελλάδα είχε υποχωρήσει στην 86η θέση από την 81η που είχε καταλάβει την προηγούμενη περίοδο, ενώ υποχώρηση τριών θέσεων σημείωσε και στην έκθεση Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2017.
Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν για μια ακόμη φορά την πικρή αλήθεια. Παρά τις θυσίες των προηγούμενων ετών, πολλές από τις οποίες έγιναν στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, η ελληνική οικονομία παραμένει εχθρική προς την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις. Αντί να διορθωθούν οι παθογένειες και οι αδυναμίες που οδήγησαν στην κρίση, προστέθηκαν νέα εμπόδια όπως είναι η υπερφορολόγηση, η δυσκολία πρόσβασης σε χρηματοδότηση, η οικονομική αβεβαιότητα κ.ά.
Με την ανταγωνιστικότητά της να βουλιάζει διαρκώς, η Ελλάδα δεν μπορεί να ελπίζει σε νέες επενδύσεις και επιχειρηματικές πρωτοβουλίες. Η χώρα χρειάζεται ένα άλμα ανταγωνιστικότητας, που μπορεί να γίνει μόνο με μείωση της φορολογίας, σοβαρές μεταρρυθμίσεις στις αγορές και στη δημόσια διοίκηση, απελευθέρωση ρευστότητας προς τον επιχειρηματικό τομέα.
Αλλά κυρίως, το άλμα αυτό θα επιτευχθεί με το κλείσιμο της αξιολόγησης στο επικείμενο Eurogroup. H Ελλάδα αυτή τη στιγμή, όπως είναι κοινά αποδεκτό, έχει υλοποιήσει πολλές και δύσκολες – αν και όχι όλες – μεταρρυθμίσεις, γεγονός που δεν δικαιολογεί την αρνητική στάση ορισμένων ισχυρών από τους εταίρους και δανειστές να καθυστερούν την οριστική διευθέτηση του ελληνικού ζητήματος. Mια συμφωνία είναι αναγκαία προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών προς τη χώρα μας. Άλλωστε ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη ή ακόμη και σε τελικό στάδιο σημαντικές ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα, που δεν ολοκληρώνονται λόγω της εκκρεμότητας της αξιολόγησης. Ανεξάρτητα από το ποιος ευθύνεται για τη νέα καθυστέρηση, είναι απαραίτητη η άμεση επίτευξη συμφωνίας για το χρέος.
Αν θέλουμε να σωθεί η ελληνική οικονομία, χρειάζεται αλλαγή μείγματος πολιτικής.
*Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος είναι πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και του ΕΒΕΑ