Η πλήρης και έγκαιρη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων σχετικά με την εκκαθάριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που ψηφίσθηκαν πρόσφατα στην Ελλάδα, θα έχει κρίσιμη σημασία για τη στήριξη της απαιτούμενης μεγαλύτερης προσπάθειας στην κατεύθυνση αυτή, δήλωσε το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, Μπενουά Κερέ, μιλώντας στο συνέδριο του Economist στη Φρανκφούρτη, με θέμα: «Ελλάδα: Μία επιστροφή στις χρηματοπιστωτικές αγορές;».
Ο αξιωματούχος της ΕΚΤ σημείωσε ότι υπήρξε πρόοδος στις ελληνικές τράπεζες, αλλά υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά να γίνει για να μπορέσουν οι πιστώσεις να είναι θετικός παράγοντας και όχι εμπόδιο για την ανάπτυξη της Ελλάδας και να επιτρέψουν στην ελληνική οικονομία να αντλήσει τα πλήρη οφέλη από την ενίσχυση και διεύρυνση της ανάκαμψης της Ευρωζώνης όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η κεφαλαιακή επάρκεια, είπε, των ελληνικών τραπεζών ενισχύθηκε, με τον κεφαλαιακό δείκτη (CET1) να αυξάνεται στο 16-17% στο τέλος του 2016 από 11% στο τρίτο τρίμηνο του 2015, ενώ και η διακυβέρνηση των τραπεζών βελτιώθηκε, όπως φάνηκε από τις σημαντικές αλλαγές στη σύνθεση των διοικητικών συμβουλίων τους πέρυσι. «Και είναι σημαντικό ότι η κερδοφορία τους ανέκαμψε το 2016 μετά από έτη σημαντικών ζημιών. Η μέση απόδοση ενεργητικού βελτιώθηκε από -1,9% το 2015 στο 0,1% το 2016, με βάση επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες».
Ο κ. Κερέ τόνισε τρία στοιχεία των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων σχετικά με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ως ιδιαίτερα σημαντικά:
- Πρώτον, την αναθεώρηση του πλαισίου εξωδικαστικού διακανονισμού χρεών. Το στοιχείο αυτό, είπε, έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, καθώς πολλές εταιρείες της έχουν μεγάλα χρέη τόσο στις τράπεζες όσο και στο δημόσιο.
- Δεύτερον, τις διατάξεις που διευκολύνουν συμφωνίες για την αναδιάρθρωση των χρεών.
- Τρίτον, το πλαίσιο ηλεκτρονικών δημοπρασιών. Μία πλατφόρμα ηλεκτρονικών δημοπρασιών, είπε, έχει γίνει πολύ σημαντική, καθώς οι δημοπρασίες με φυσική παρουσία έχουν ουσιαστικά σταματήσει, προκαλώντας σημαντικές ζημιές για τους πιστωτές, του οφειλέτες και την οικονομία συνολικά.
Αναφερόμενος στις ιδιωτικές καταθέσεις των ελληνικών τραπεζών, ο κ. Κερέ είπε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις μίας διατηρήσιμης επιστροφής τους. Από τον Μάιο του 2015, όταν επιβλήθηκαν οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων, οι ιδιωτικές καταθέσεις έχουν σημειώσει μία περιορισμένη αύξηση της τάξης του 2,5% και παραμένουν 25% χαμηλότερες από τα επίπεδα στο τέλος του 2014, πριν αρχίσουν οι εκροές τους να επιταχύνονται σημαντικά, πρόσθεσε.
Η συνέπεια είναι, συνέχισε, ότι οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να βασίζονται σε σημαντικό βαθμό σε χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα. Αν και η προσφυγή σε αυτή, περιλαμβανομένης του ELA (έκτακτης χρηματοδότησης από την Τράπεζα της Ελλάδος), έχει μειωθεί από 41% του συνολικού ενεργητικού τους τον Ιούνιο του 2015 σε περίπου 21% σήμερα, η συνολική χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την κεντρική τράπεζα εξακολουθεί να ανέρχεται σε πάνω από το 35% του ελληνικού ΑΕΠ.
Η μείωση της χρηματοδότησης από την κεντρική τράπεζα οφείλεται εν μέρει στη βελτιωμένη πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στη διατραπεζική αγορά, σημείωσε ο Κερέ. Ωστόσο, πρόσθεσε, «για να γίνουν οι πιστώσεις ξανά μία ζωτική πηγή οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας, πολλά θα εξαρτηθούν από την ικανότητα των τραπεζών να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη των ιδιωτών καταθετών και δημιουργήσουν ξανά σταθερές χρηματοδοτικές γραμμές στις διατραπεζικές αγορές.
«Φυσικά, αυτό δεν εξαρτάται μόνο από τις ίδιες τις τράπεζες. Είναι αναγκαία η γενικότερη μακροοικονομική σταθεροποίηση», είπε ο Κερέ, προσθέτοντας: «Οι τράπεζες, όμως, πρέπει να συμβάλλουν ενεργητικά στη διαδικασία αυτή, κάνοντας περαιτέρω πρόοδο στη διόρθωση του ενεργητικού τους – μειώνοντας, δηλαδή, τον όγκο των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους».
Την άποψη ότι η Ελλάδα έχει εφαρμόσει ένα «τεράστιο, χωρίς προηγούμενο» πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων εξέφρασε ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο ελληνικό πρόγραμμα, Ντέκλαν Κοστέλο μιλώντας και αυτός στο συνέδριο του «Economist» για την Ελλάδα, στη Φρανκφούρτη.
Ο ίδιος ανέφερε ότι τα περίπου τα 120 προαπαιτούμενα από τα 140 αυτής της αξιολόγησης έχουν ήδη εφαρμοστεί, ενώ προσέθεσε πως τα υπόλοιπα αναμένεται να ολοκληρωθούν μέσα στις επόμενες 10 ημέρες προκειμένου να λάβει η Ελλάδα την επόμενη δόση, μετά και την «πολύ θετική» αξιολόγηση στο περασμένο Eurogroup. Ως εκ τούτου, τόνισε ο Ντ. Κοστέλο, πως η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει πλέον δημοσιονομικό πρόβλημα, πως κατά τη γνώμη της Επιτροπής δεν χρειάζεται να ληφθεί κανένα επιπλέον μέτρο και πως προτεραιότητα πλέον είναι να «βοηθήσουμε την Ελλάδα να επανακτήσει την πρόσβαση στις αγορές».
Ωστόσο, επισήμανε πως η ουσιαστική εφαρμογή των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων θα φανεί το επόμενο διάστημα και ότι σημαντικός παράγοντας για την επιστροφή των επενδύσεων είναι οι «ιδιοκτησία» του προγράμματος από την ελληνική κυβέρνηση και κυρίως του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων.
Από την πλευρά του και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας που συμμετείχε στο εν λόγω πάνελ υπογράμμισε πως το χρέος μπορεί να μειωθεί πιο αποτελεσματικά μέσω των ιδιωτικοποιήσεων παρά μέσω των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, που έχουν «κοινωνικό κόστος».
Σε ό,τι αφορά το χρέος, ο εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας στο «κουαρτέτο», Νικόλα Τζιαμαρόλι εξέφρασε την άποψη ότι δίνεται πολύ μεγαλύτερη σημασία στη συζήτηση για το χρέος από αυτή που είναι αναγκαία, για «πολιτικούς» λόγους. Ειδικότερα τόνισε ότι η Ελλάδα έχει ήδη λάβει μια σημαντική ελάφρυνση του χρέους το 2012 μέσω του PSI, οι συνθήκες δανεισμού από τον ΕΜΣ είναι πολύ ευνοϊκές και τέλος, ήδη εφαρμόζονται τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, ενώ υπάρχει αρκετή σαφήνεια και για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα. «Οι εταίροι της Ελλάδα έχουν δεσμευτεί να της παράσχουν στήριξη μακροπρόθεσμα. Το αποδεικνύουν τόσο οι προηγούμενες προσπάθειες ελάφρυνσης χρέους όσο και οι ενδεχόμενες μέλλουσες» τόνισε ο ίδιος.