«Η κυβέρνηση έχει κάνει αυτό που έπρεπε να κάνει, με την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου, πέρασε τα όποια προαπαιτούμενα για τη συμφωνία και πλέον είμαστε προσηλωμένοι στο Eurogroup, περιμένουμε να κάνουν το ίδιο και οι εταίροι μας», τόνισε ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου.
Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο» ανέφερε: «Φυσικά, είμαστε ανήσυχοι εάν θα εκπληρώσουν τις δικές τους δεσμεύσεις για την ελάφρυνση του χρέους, ώστε να προχωρήσει η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο σύστημα ποσοτικής χαλάρωσης, να δοθεί στις αγορές η εικόνα της κανονικότητας για την οικονομία της χώρας και να προχωρήσει η διευκόλυνση των συναλλαγών μεταξύ των τραπεζών και των πολιτών, με μία μείωση των επιτοκίων που θα ενισχύσει την ρευστότητα της αγοράς».
Όσων αφορά στην ελάφρυνση του χρέους ανέφερε τέσσερις τρόπους με τους οποίους μπορεί να επιτευχθεί.
«Παράλληλα, η Ελλάδα περιμένει σαφή αποτελέσματα και στο μέτωπο του χρέους, ώστε να καταστεί βιώσιμο και να γίνει δυνατή η έξοδος στις αγορές με ρεαλιστικούς όρους.
Το 65% των δανείων από τον ESM έχει κυμαινόμενο επιτόκιο, γεγονός το οποίο τα αφήνει εκτεθειμένα σε αυξητικές τάσεις στο μέλλον, όπως έχει φανεί και σε άλλες περιπτώσεις. «Αυτό που θέλουμε είναι τα επιτόκια να είναι χαμηλά και σταθερά», όπως είπε.
Επίσης, επιδίωξη της ελληνικής πλευράς είναι η απομείωση, ελάφρυνση, μία διαγραφή χρέους σε ονομαστικές τιμές, κάτι το οποίο «δεν ξέρω αν μπορούμε να το επιτύχουμε, αλλά το θέλουμε».
Άλλη θετική εξέλιξη μπορεί να είναι η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής υφιστάμενων υποχρεώσεων της χώρας. Τέλος, αντίστοιχα επωφελής θα ήταν και μία περίοδος χάριτος με την μη πληρωμή τόκων για ορισμένο χρονικό διάστημα.
Θέλουμε η ελληνική οικονομία να ορθοποδήσει, βλέπουμε τα θετικά σημεία ανάκαμψης, θέλουμε να προχωρήσουμε, τόνισε ο κ. Παπαδημητρίου, προσθέτοντας ότι για την ελάφρυνση του χρέους υπάρχουν ήδη προκαταρκτικές συμφωνίες ήδη από το 2012 και κυρίως το 2015.
Σήμερα η Ελλάδα πληρώνει 6 με 7 δισ. ευρώ ετησίως για τόκους, μία μείωση αυτού του ποσού θα δώσει τη δυνατότητα δημιουργίας ενός δημοσιονομικού χώρου για μέτρα στήριξης των αδύναμων, ενίσχυσης της ανάπτυξης, καλλιέργειας της υψηλής τεχνολογίας κτλ.», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Παπαδημητρίου.
Στη συνέχεια ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης αναφέρθηκε στο νέο παραγωγικό μοντέλο που προωθεί η κυβέρνηση, ώστε να σταματήσει η ανάπτυξη της Ελλάδας να στηρίζεται στο δανεισμό και την κατανάλωση.
Όπως είπε, η αναπτυξιακή στρατηγική που έχει εκπονηθεί και υλοποιείται έχει ως βάση το ανθρώπινο δυναμικό και στηρίζεται σε τέσσερις πυλώνες:
- παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας με αξιοποίηση της έντασης της γνώσης
- ενδυνάμωση της εξωστρέφειας ώστε να μπει τέλος στο διαχρονικό έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου
- ενίσχυση της επιχειρηματικότητας στο πλαίσιο που θέτουν οι κανόνες ανταγωνισμού
- ενίσχυση των συνεργασιών μεταξύ επιχειρήσεων για τη δημιουργία clusters, ώστε από τις μικρές επιχειρήσεις, που αποτελούν το 99% της
- ελληνικής οικονομίας, να δημιουργηθεί ανά περίπτωση η κρίσιμη μάζα που θα επιτρέπει την είσοδο στις διεθνείς αγορές
Αναφερόμενος στην αρνητική επίδραση των καθυστερήσεων της διαπραγμάτευσης στην προσπάθεια επιστροφής σε ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, ο κ. Παπαδημητρίου είπε «ότι μπορεί η αρχική πρόβλεψη των θεσμών για φέτος να είναι για ανάπτυξη 1,8% του ΑΕΠ, αλλά εμείς από αυτά που βλέπουμε νομίζουμε ότι θα πετύχουμε επίδοση άνω του 2% και σημείωσε ότι η καινούργια πρόβλεψη της ΕΕ είναι για 2,1%, εμείς θα το ξεπεράσουμε».
«Δημιουργείται ένα νέο επενδυτικό περιβάλλον με πολλά θετικά, τόνισε ο υπουργός, αναφέροντας την αύξηση της βιομηχανικής παραγωγή, το άλμα στις εξαγωγές, το επερχόμενο νέο και διαδοχικό ρεκόρ στον τουρισμό.
Σε αυτή την κατεύθυνση, μάλιστα, εκτίμησε ότι είναι πιθανό η δεύτερη εκτίμηση για τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας να είναι θετικότερη», υπογράμμισε υπουργός Οικονομίας.