«Ένας αποκλεισμός της Ελλάδας θα είχε για εμάς μεγάλο πολιτικό, ηθικό και οικονομικό κόστος, όπως επίσης εκτεταμένες συνέπειες για την Ευρώπη, και δεν ευσταθούν οι ισχυρισμοί ότι ένα Grexit δεν θα κόστιζε τίποτε», τονίζει ο ομοσπονδιακός καγκελάριος της Αυστρίας, Βέρνερ Φάιμαν, σε σημερινή συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα «Εστεραιχ».
Ο καγκελάριος επισημαίνει ότι ο Αυστριακός υπουργός Οικονομικών υπολόγισε το κόστος για ανθρωπιστική βοήθεια στην περίπτωση ενός Grexit σε 50 δισεκατομμύρια ευρώ, και επιπλέον εδώ πρόκειται, όπως παρατηρεί, για ανθρώπους και όχι για αριθμητικά παιχνίδια, «με την κρίση στην Ελλάδα να πλήττει, όχι αυτούς που την προκάλεσαν, αλλά τους φτωχότερους στον ελληνικό πληθυσμό, οι οποίοι πρέπει οπωσδήποτε να υποστηριχθούν».
Προσθέτει δε, ότι, κατά την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής, η συντριπτική πλειονότητα των ηγετών ήθελε μια ισότιμη συζήτηση και κανένας τους, ούτε και η ίδια η Γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ, δεν υπεραμύνθηκε της πρότασης του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Σόιμπλε, να αποπεμφθεί σταδιακά η Ελλάδα από την Ευρωζώνη, «κάτι που ήταν μια ταπεινωτική και περιττή πρόταση του Σόιμπλε», όπως καταγγέλλει για πολλοστή φορά μέσα στις τελευταίες ημέρες ο Βέρνερ Φάιμαν.
Σχολιάζοντας τη «δραματικότητα» των διαπραγματεύσεων που η διάρκειά τους έφτασε τις 17 ώρες, ο καγκελάριος αναφέρει ότι κατά διαστήματα είχε πιστέψει πως δεν είναι πλέον δυνατό ένα αποτέλεσμα, ωστόσο αυτή η σκληρή και εν μέσω αντιπαραθέσεων Σύνοδος Κορυφής έδειξε ότι η Ευρώπη δεν είναι απλή, όμως μπορεί και βρίσκει λύσεις σε κρίσιμες στιγμές.
Ως προς τους λόγους της μακράς αντιπαράθεσης τονίζει ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήθελε η Ελλάδα να βρει μέσα στα επόμενα τρία χρόνια 50 δισεκατομμύρια ευρώ από ιδιωτικοποιήσεις, και αυτή, όπως λέγει, ήταν «μια πρόταση που δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα και είναι επίσης ανόητη καθώς ιδιωτικοποιήσεις σε εποχή κρίσεων και κάτω από πίεση χρόνου, έχουν μόνον αρνητικά αποτελέσματα», γι αυτό και απορρίφθηκε από τους ηγέτες.
Στο ερώτημα, εάν έχει ξεπεραστεί το Grexit, ο Αυστριακός καγκελάριος τονίζει ότι κανένας δεν μπορεί ακόμη να γνωρίζει, πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση στην Ελλάδα τα επόμενα τρία χρόνια, ενώ παρατηρεί ταυτόχρονα ότι τώρα κατορθώθηκε να αποφευχθεί μια κατάρρευση, αλλά η συμφωνία αποτελεί μόλις την αρχή ενός δύσκολου δρόμου.
Ο ίδιος αναφέρει ότι η συμμετοχή της Αυστρίας γενικά στα προγράμματα διάσωσης ύψους 500 δισεκατομμυρίων ευρώ ανέρχεται σε ένα ποσοστό 2,7%, ενώ στην περίπτωση της Ελλάδας θα φανεί στην πορεία των διαπραγματεύσεων με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ποιο πραγματικά θα είναι το ύψος της συμμετοχής της Αυστρίας σε χρήματα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, που πιθανόν θα ανέρχεται σε 1,4 έως 1,8 δισεκατομμύρια ευρώ.
Όπως διευκρινίζει στη συνέχεια, δεν πρόκειται για επιπλέον χρήματα, όπως και ποτέ ο ίδιος δεν ισχυρίστηκε ότι η βοήθεια προς την Ελλάδα είναι αποδοτική επιχείρηση για την Αυστρία, ωστόσο μια σταθερή Ευρωζώνη έχει πλεονεκτήματα για χώρες όπως η Αυστρία και η Γερμανία.
Τέλος, ο Αυστριακός καγκελάριος εκφράζει ικανοποίηση που ενισχύθηκαν εκείνες οι φωνές οι οποίες υποστήριζαν ότι η Ελλάδα πρέπει να έχει μια ευκαιρία και η Ελλάδα, όπως σημειώνει, έχει τώρα την ευκαιρία να σταθεί στα πόδια της με τις δικές της τις δυνάμεις, αλλά δεν είναι περισσότερο από μία ευκαιρία, «είναι ένα πρώτο βήμα σε έναν σκληρό, πέτρινο δρόμο».