Το ειδικό βάρος των κλάδων χαμηλής τεχνολογίας αυξήθηκε στην Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια λειτουργίας των Αναπτυξιακών Νόμων σε αντίθεση με ό,τι συνέβη σε άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Επιπλέον, αυξήθηκαν αντί να μειωθούν οι περιφερειακές ανισότητες, ενώ το ειδικό βάρος της Αττικής στην εθνική οικονομία αυξήθηκε δραματικά και επιδεινώθηκε η θέση των πλέον αδύναμων περιφερειών της χώρας.
Τα στοιχεία αυτά παρουσίασε ο υπουργός Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας στην ομιλία του στο υπουργικό συμβούλιο τονίζοντας ότι η «αναπτυξιακή» μας πολιτική, μέχρι τώρα, στόχευε λιγότερο στη βιώσιμη ανάπτυξη και περισσότερο στην εύκολη και βολική λογική της απορρόφησης πόρων χωρίς σχέδιο και στόχευση.
«Πορευτήκαμε με καλές προθέσεις, αλλά χωρίς στρατηγική και αντί να στηρίζουμε υγιή επιχειρηματικά σχέδια με σοβαρές προοπτικές οικονομικής απόδοσης, πριμοδοτούσαμε κατά περιόδους διάφορους ημετέρους επιδοτώντας πολυτελή αυτοκίνητα και βίλες», είπε ο υπουργός.
Ανέφερε στη συνέχεια ότι μόνο η Αττική έφτασε πλέον να παράγει το 50% του ΑΕΠ, ενώ μαζί με τους γύρω νομούς – δηλαδή Βοιωτία και Κορινθία – και τη Θεσσαλονίκη παράγουν πάνω από το 60% του ελληνικού ΑΕΠ. Αντίθετα, η συμμετοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης μειώθηκε τα τελευταία 30 χρόνια από το 7% στο 4,5%, της Πελοποννήσου από το 5% σε λιγότερο από 3% και ούτω καθεξής.
«Και όλα αυτά βέβαια μέσα σε ένα εθνικό και ευρωπαϊκό πλαίσιο που έθετε ως προτεραιότητα την περιφερειακή σύγκλιση» είπε ο υπουργός προσθέτοντας ότι «δεν έχει νόημα να πω περισσότερα. Τα κουφάρια της Θράκης, μιας περιφέρειας που έτυχε ιδιαίτερου καθεστώτος ενισχύσεων, μιλούν από μόνα τους. Οι μονάδες που επιδοτήθηκαν και συνεχίζουν να παράγουν είναι ελάχιστες. Κατορθώσαμε να σπαταλήσουμε πολύτιμους πόρους με λίγα θετικά αποτελέσματα».
Όπως είπε, οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν απέτυχαν τόσο στην αναπτυξιακή όσο και στην περιφερειακή τους διάσταση και ο νέος επενδυτικός έρχεται να καλύψει όλες τις αδυναμίες του παρελθόντος.