Την πεποίθηση ότι έχει καλυφθεί το μεγαλύτερο μέρος του κενού, μεταξύ των διαφορετικών προσεγγίσεων στις διαπραγματεύσεις της χώρας μας με τους δανειστές και ότι θα υπάρξει συμφωνία το συντομότερο δυνατό, η οποία θα επιτρέψει στην οικονομία να γυρίσει σε θετικό πρόσημο, πριν το τέλος του έτους, εξέφρασε σήμερα ο υπουργός Οικονομίας, Υποδομών, Τουρισμού και Ναυτιλίας, Γιώργος Σταθάκης, από το βήμα του 11ου συνεδρίου του ECR Hellas. Στο συνέδριο, για τη συνεργατική διαχείριση στην εφοδιαστική αλυσίδα, με τίτλο: «Προσεγγίζοντας τη νέα πραγματικότητα», ο υπουργός είπε ότι ωστόσο υπάρχουν ακόμα πολύ κρίσιμα θέματα στη διαπραγμάτευση, «αλλά ελπίζουμε και δουλεύουμε σταθερά στην ιδέα μιας συμφωνίας».
Ο ίδιος αναφέρθηκε στους στόχους της κυβέρνησης, σε ό,τι αφορά την οικονομική πολιτική:
-Η διαμόρφωση μιας νέας σχέσης με τους εταίρους για την οικονομική πολιτική, ένα νέο πλαίσιο, που θα αντιστρέφει την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Το νέο αυτό πλαίσιο αφενός δεν περιλαμβάνει πρόσθετα μέτρα λιτότητας και αφετέρου αξιοποιεί τις προοπτικές προς μιας αναπτυξιακή κατεύθυνση, αξιοποιεί μια δυναμική που ενυπάρχει στην ελληνική οικονομία.
-Επίλυση συσσωρευμένων προβλημάτων, που αφορούν στη σταθερότητα του θεσμικού πλαισίου, είτε αυτό αφορά τη φορολογία, είτε την περιβαλλοντική προστασία και την προστασία του καταναλωτή, καθώς ακόμη και το πλαίσιο για τις αδειοδοτήσεις των επιχειρήσεων. Απαιτείται μόνιμος χαρακτήρας των πλαισίων αυτών και σαφείς κανόνες που θα δημιουργούν την αναγκαία ισορροπία, ανάμεσα στα ώριμα αιτήματα μιας σύγχρρνης κοινωνίας και στα ισχυρά κίνητρα για την ανάπτυξη υγιούς επιχειρηματικότητας.
-Εύρεση νέας ισορροπίας, ανάμεσα στην οικονομία και την κοινωνική δικαιοσύνη, καθώς τα τελευταία χρόνια είναι τεράστιο το άνοιγμα της ψαλίδας. «Θέλουμε οικονομική ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη», τόνισε ο κ. Σταθάκης.
Ο υπουργός Οικονομίας υποστήριξε ότι η κυβέρνηση θα στηρίξει τις θετικές πρωτοβουλίες που υπάρχουν στον κλάδο, ειδικά σε ό,τι αφορά την εξωστρέφεια και την αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού. «Πρέπει να στηριχθούμε σε οικονομικές δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας, να απεμπλακούμε από την ιδέα ότι η ανάπτυξη θα στηριχθεί σε φθηνό εργατικό δυναμικό. ‘Αρα πρέπει να μεταστρέψουμε όλη την οικονομία σε αυτό, το οποίο είναι το μεγαλύτερό της πλεονέκτημα, το ανθρώπινο δυναμικό της και είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι είναι και το μόνο, το οποίο μεταναστεύει στις μέρες μας: Υψηλού επιπέδου, υψηλών ικανοτήτων, υψηλών γνώσεων δυναμικό», κατέληξε.
Τέλος, είπε ότι: «θα πρέπει να εργαστούμε πολύ και από κοινού στα θέματα που θα διασφαλίζουν πλήρως υγιείς συνθήκες ανταγωνισμού, άρα πολύ δεδομένους και κοινά αποδεκτούς κανόνες ανταγωνισμού. Πρέπει να δουλέψουμε από κοινού σε μεγάλους τομείς, οι οποίοι είναι σημαντικοί για τις πόλεις μας: greenlogistics και μια σειρά από άλλους τομείς που διαφαίνεται ότι έχουμε μείνει πίσω σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές εξελίξεις, χρειαζόμαστε και εκεί ισχυρή συνεργασία κι ένα καλό θεσμικό πλαίσιο, που θα βελτιώσει όλα τα συστήματα διανομής και να εργαστούμε πολύ και από κοινού στο πώς θα στηριχθεί όλη η εγχώρια ποιοτική παραγωγή, τόσο της γεωργίας, όσο και της βιομηχανίας τροφίμων, που αποτελεί, κατά κοινή ομολογία, ένα από τα πιο δυναμικά στοιχεία και τομείς του μέλλοντος της ελληνικής ανάπτυξης».
Στη συνέχεια, ο αντιπρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, Νίκος Χριστοδoυλάκης, από το βήμα του συνεδρίου, ανέφερε ότι απαιτούνται οι επενδύσεις, συνολικού ύψους 107 δισ. ευρώ έως το 2021, προκειμένου το ΑΕΠ της χώρας να φτάσει το 10% και να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά, τόσο το πρόβλημα της ανεργίας, όσο και το πρόβλημα του χρέους. Ο ίδιος, χαρακτήρισε ως το σημαντικότερο πρόβλημα της ελληνικής και της ευρωπαϊκής οικονομίας, το οποίο προκάλεσε τα άλλα δύο (χρέος και ανεργία),την παραγωγική αποδιάρθρωση.
Σύμφωνα με τον κ. Χριστουδουλάκη, η αποεπένδυση αυτή συντελείται τα τελευταία δέκα χρόνια και κάθε έτος αποξηλώνεται το 10% του παραγωγικού κεφαλαίου. Σε αντίθεση, μάλιστα, με τις προηγούμενες οικονομικές κρίσεις, όταν οι επενδύσεις επανέρχονταν μετά από 4-5 χρόνια, τώρα, σχεδόν 7 χρόνια μετά την εκδήλωση της κρίσης δεν έχει επανέλθει ούτε το 40% της προ κρίσης επενδυτικής δραστηριότητας. «Δεν υπάρχει πιστωτική ασφυξία. Υπάρχει πιστωτική παράλυση, υπό την έννοια ότι οι επιχειρήσεις δεν ζητούν δάνεια διότι δεν προχωρούν σε επενδύσεις», τόνισε και συνέχισε: «να υπάρξει άμεσα συμφωνία με τους δανειστές και μάλιστα αυτή να έχει μεγάλο βάθος».
Σε ό,τι αφορά την επενδυτική ανάκαμψη, ο αντιπρόεδρος υποστήριξε ότι απαιτείται ένα συμπαγές και ενισχυμένο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, αλλά και νέος προσανατολισμός στις επενδύσεις, έτσι ώστε να είναι υψηλής προστιθέμενης αξίας και απασχόλησης και αναφερόμενος στις τράπεζες, υποστήριξε ότι πρέπει να αλλάξουν αντιλήψεις, σε ό,τι αφορά τη δανειοδότηση των επιχειρήσεων: «πρέπει να ξεπεραστεί η αντίληψη ότι θα δανειοδοτείται μια επιχείρηση βάσει των ακινήτων που δίνει ως εγγυήσεις. Θα πρέπει πλέον να λαμβάνονται υπόψη χαρακτηριστικά όπως η εξωστρέφεια και η βιωσιμότητα», είπε. Και κατέληξε υπογραμμίζοντας, ότι «θα πρέπει να δανειοδοτούνται επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε κλαδικά δίκτυα, καθώς και σχήματα οργανωμένης και εξειδικευμένης επιχειρηματικότητας», ενώ, σε ό,τι αφορά το εργατικό κόστος, υποστήριξε ότι η μείωσή του αποτέλεσε παράγοντα ενίσχυσης της ύφεσης.