«Κάθε χώρα έχει δικαίωμα να εκλέξει δημοκρατικά μια νέα κυβέρνηση και φυσικά κάθε κυβέρνηση έχει το δικαίωμα να προσδιορίσει εκ νέου την πολιτική της, ειδικά όταν έχει μια καθαρή εκλογική εντολή. Ένα όμως πρέπει να είναι σαφές: οι συνέπειες, ειδικά οι οικονομικές συνέπειες ενός επαναπροσδιορισμού της ελληνικής πολιτικής, δεν μπορούν να μεταφέρονται σε άλλες χώρες και να πληρώνονται εκεί από τους φορολογούμενους», δήλωσε ο Αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ μετά το τέλος της συνάντησής του με τον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη και έκανε λόγο για «θέση αρχής» της γερμανικής κυβέρνησης. Ζήτησε δε την υποβολή συγκεκριμένων προτάσεων από την Αθήνα. Από την πλευρά του ο κ. Βαρουφάκης δήλωσε ότι σκοπός της κυβέρνησης είναι «μια κοινή ευρωπαϊκή πλατφόρμα που θα μας επιτρέψει να δημιουργήσουμε ένα νέο πρόγραμμα, πολύ σύντομα, το οποίο θα καταστήσει την ελληνική οικονομία βιώσιμη, σε μια Ευρώπη που αναπτύσσεται».
Ο κ. Γκάμπριελ αναγνώρισε ότι οι άνθρωποι στην Ελλάδα αντιλαμβάνονται πλέον την ως τώρα πορεία ως «μη ανεκτή» και σημείωσε ότι η «Ατζέντα 2010», το πακέτο μεταρρυθμίσεων του πρώην Καγκελάριου Γκέρχαρντ Στρέντερ ήταν «ένα απαλό καλοκαιρινό αεράκι» μπροστά σε αυτό που αναγκάστηκαν να υποστούν οι άνθρωποι στην Ελλάδα. «Πρέπει όμως να το πούμε καθαρά: το ότι αναγκάστηκαν να τα υποστούν αυτά δεν είναι ευθύνη της ΕΕ ή της τρόικας, αλλά των προηγούμενων κυβερνήσεων στην Ελλάδα – ανεξάρτητα αν ήταν συντηρητικές, ή, δυστυχώς, και σοσιαλιστικές. Έφεραν τη χώρα σε τρομακτική κατάσταση και την εκμεταλλεύτηκαν και έκαναν και το κράτος, λίγο-πολύ, λάφυρο», τόνισε ο Γερμανός Αντικαγκελάριος και αρχηγός της SPD, ο οποίος πάντως δήλωσε ότι η γερμανική κυβέρνηση θέλει να κάνει τα πάντα «ώστε να παραμείνουμε μαζί στην Ευρώπη, μαζί στην Ευρωομάδα». Σημείωσε μάλιστα ότι θεωρεί θετικό το γεγονός ότι και η κυβέρνηση έχει μια καθαρή τοποθέτηση κατά της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. «Αυτό που θέλουμε τώρα είναι η νέα κυβέρνηση να μας υποβάλει καθαρές προτάσεις», επί των οποίων θα γίνει διαβούλευση, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν μπορεί να υπάρξει συμφωνία.
Ο κ. Γκάμπριελ αναφέρθηκε ακόμη στο γεγονός ότι τα κράτη μπορούν να συζητούν, ενώ εξέφρασε την ικανοποίησή του για το γεγονός, όπως είπε, ότι «τουλάχιστον ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών δήλωσε ότι βεβαίως το θέμα δεν είναι να μην έχουμε πλέον απολύτως κανένα πρόγραμμα, αλλά για το ότι ως τις 28 – οπότε και εκπνέει το τελευταίο πρόγραμμα – θα έχουμε ένα νέο πρόγραμμα. Εάν αυτό θα είναι μεσοπρόθεσμο ή βραχυπρόθεσμο, θα το δούμε. Το ασαφές βεβαίως είναι το πώς θα είναι αυτό το πρόγραμμα και κανείς δεν ξέρει αν θα μπορέσουμε να συμφωνήσουμε». Κατέληξε δε λέγοντας ότι ένα πρόγραμμα πρέπει να υπάρχει και ότι σε αυτό το πρόγραμμα πρέπει όλη η Ευρώπη να είναι ενωμένη.
Ο κ. Βαρουφάκης επανέλαβε ότι «ερχόμαστε εδώ για να ξεκινήσουμε για πρώτη φορά έναν διάλογο σχετικά με το πώς θα ελαχιστοποιήσουμε το κόστος της ελληνικής κρίσης, όχι μόνο για τον Έλληνα αλλά και για τον Φινλανδό, τον Γερμανό κλπ» και τόνισε: «Δεν θα υπήρχε τίποτα πιο εύκολο από το να πούμε δώστε μας την επόμενη δανειακή δόση, ως μέρος του υπάρχοντος προγράμματος. Αυτό όμως δεν θα τραβούσε την προσοχή σας. Και θέλουμε να τραβήξουμε την προσοχή σας», είπε, ενώ επισήμανε ότι η Ελλάδα μπορεί να είναι η πρώτη πέτρα του ντόμινο αλλά δεν είναι υπεύθυνη για την επίδραση ντόμινο. Η κυβέρνηση εξελέγη για να βάλει τέλος σε αυτή την προσποίηση προς τους λαούς της Ευρώπης με έναν σκοπό, είπε, να αποκαταστήσει την αλήθεια σε ό,τι αφορά τις συνθήκες τόσο της ελληνικής κοινωνικής αγοράς όσο και της προβληματικής αρχιτεκτονικής της Ευρωζώνης.
Ερωτηθείς αν στο επόμενο Eurogroup θα παρουσιάσει κάποια στοιχεία της ελληνικής πρότασης, ο κ. Βαρουφάκης εξήγησε ότι δεν γνωρίζει ακόμη την ημερήσια διάταξη της συνεδρίασης, αλλά επισήμανε ότι «πολύ δύσκολα θα πίστευα ότι, όποια και αν είναι η ατζέντα, δεν θα έχω την ευκαιρία να παρουσιάσω τον “οδικό χάρτη” που προτείνουμε για τις κρίσιμες επόμενες εβδομάδες, αλλά και τον τρόπο κατά τον οποίο η Ελλάδα θέλει να φθάσει σε ένα “νέο συμβόλαιο” με την Ευρώπη, που θα αλλάξει την λογική του τρέχοντος προγράμματος σε μια λογική την οποία θα εκτιμούμε και θα στηρίζουμε όλοι».