Κατά πλειοψηφία επικυρώθηκε από τη Βουλή η σύμβαση «για την οικονομική αποκατάσταση παραχωρησιούχων αεροδρομίων λόγω των συνεπειών της πανδημίας για το έτος 2020», καθώς υπέρ του σχετικού νομοσχεδίου του υπουργείου Οικονομικών ψήφισε η Νέα Δημοκρατία, παρών δήλωσαν ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία και Κίνημα Αλλαγής, και όχι ΚΚΕ, Ελληνική Λύση και ΜέΡΑ25.
Ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, είχε γνωστοποιήσει εγκαίρως στους εισηγητές των κομμάτων όλα τα στοιχεία και τα έγγραφα που υπάρχουν και αφορούν τις δεσμευτικές υποχρεώσεις του ελληνικού Δημοσίου έναντι της σύμβασης παραχώρησης, προκειμένου να έχουν μια πλήρη εικόνα και θα λάβουν απαντήσεις αναφορικά με τους ισχυρισμούς που είχαν εκφράσει.
Σύμφωνα με τη κύρωση της σύμβασης αποζημίωσης παραχωρησιούχος, που υπεγράφη μεταξύ του ΤΑΙΠΕΔ και της εταιρείας «FRAPORT ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α. ΑΕ», και «FRAPORT ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Β. ΑΕ», προβλέπεται ότι θα χορηγηθεί οικονομική ενίσχυση ύψους 177,9 εκατ. ευρώ «για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων λόγω των ληφθέντων μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας covid-19, στο πλαίσιο εκτέλεσης των συμβάσεων παραχώρησης για την αναβάθμιση, συντήρηση, διαχείριση και λειτουργία των 14 περιφερειακών αεροδρομίων της Ελλάδος», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά τη χορήγηση οικονομικής ενίσχυσης στην εταιρεία «Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών Α.Ε.» (άρθρο 2 του νομοσχεδίου), καταγράφηκε μια ελαφρά διαφοροποίηση στη στάση των κομμάτων, καθώς υπέρ ψήφισε και πάλι η Νέα Δημοκρατία και παρών ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, αλλά το Κίνημα Αλλαγής δεν επέλεξε το παρών όπως έκανε στο πρώτο άρθρο που αφορούσε τα αεροδρόμια που διαχειρίζεται η Fraport, αλλά επέλεξε το «όχι», όπως και τα υπόλοιπα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης.
Νωρίτερα ο κ. Σταϊκούρας είχε επισημάνει ότι «το εν λόγω νομοσχέδιο αποτελεί την ισορροπημένη και αναλογική απάντηση της Κυβέρνησης στον αδιαμφισβήτητο αντίκτυπο που είχαν τα αναγκαία μέτρα τα οποία ελήφθησαν για την αντιμετώπιση των πρωτοφανών συνθηκών που δημιούργησε η πανδημία στη λειτουργία των αεροδρομίων.
Ο επιτακτικός χαρακτήρας των προβλέψεων που εισάγονται με το παρόν νομοσχέδιο είναι, θεωρώ, προφανής: πρόκειται για καίριες υποδομές της χώρας, των οποίων η εύρυθμη λειτουργία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ομαλή διαβίωση στις περιοχές που αυτές εξυπηρετούν, και πρόκειται για συγκεκριμένες υποδομές, οι οποίες υπέστησαν ιδιαιτέρως βαρύ πλήγμα από το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης και τους συνακόλουθους, αναγκαίους, περιορισμούς στις μετακινήσεις αεροσκαφών και επιβατών.
Ανάλογες προβλέψεις οικονομικής ενδυνάμωσης του χώρου των αερομεταφορών, τόσο για εταιρείες αερομεταφοράς, όσο και για υποδομές αεροδρομίων, έχουν λάβει και άλλες Κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, με ποικίλους τρόπους: με τη μορφή της χορήγησης δανείου ή της συμμετοχής σε ανακεφαλαιοποίηση ή της απαλλαγής από μελλοντικές φορολογικές υποχρεώσεις.
Ενδεικτικά, για να έχουμε μια εικόνα, η Γερμανία έχει χορηγήσει 1,3 δισ. ευρώ με τη μορφή της άμεσης επιχορήγησης προς τους διαχειριστές αεροδρομίων της, ενώ μόλις πρόσφατα, στα μέσα Μαρτίου 2021, η Φινλανδία παρείχε στήριξη ύψους 350 εκατ. ευρώ προς τη διαχειρίστρια εταιρεία 21 αεροδρομίων της χώρας, και στα τέλη Απριλίου 2021, η Πορτογαλία παρείχε πρόσθετη στήριξη 452 εκατ. ευρώ στην αεροπορική εταιρεία TAP. Είναι, θα έλεγα, περισσότερο από προφανές, ότι οι κυβερνήσεις – ανά τον κόσμο – σπεύδουν να συνδράμουν στην υποστήριξη των κομβικής αυτής σημασίας δομών, στις οποίες στηρίζονται οι μετακινήσεις, και εν γένει επιχειρηματικές και εμπορικές συναλλαγές».
Και συνέχισε υπογραμμίζοντας ότι «στην περίπτωση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων προωθείται οικονομική ενίσχυση των παραχωρησιούχων μέσω της κύρωσης της συμφωνίας που συνάφθηκε, κατ’ εφαρμογή των Συμβάσεων Παραχώρησης του 2015, μεταξύ του ΤΑΙΠΕΔ, των Εταιρειών και του Ελληνικού Δημοσίου. Η παρούσα διάταξη κρίνεται αναγκαία διότι η εταιρεία υπέστη, εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων, πολύ σημαντική απώλεια εσόδων, λόγω της τεράστιας μείωσης της επιβατικής κίνησης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όσον αφορά στα αεροδρόμια που διαχειρίζεται η εταιρεία Fraport, η επιβατική κίνηση περιορίστηκε, για το έτος 2020, σε ποσοστό 70,5% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του έτους 2019, και σε ποσοστό 72,1% σε σχέση με τις προβλέψεις του Οικονομικού Μοντέλου, όπως αυτό εφαρμόζεται σύμφωνα με τη σύμβαση παραχώρησης του 2015. Ενώ, σύμφωνα με την “Επισκόπηση των Εκτιμώμενων Οικονομικών Συνεπειών της Πανδημίας COVID-19 στα 14 Περιφερειακά Αεροδρόμια της Ελλάδος”, που διενεργήθηκε από ιδιωτική εταιρεία για λογαριασμό του ΤΑΙΠΕΔ, τα πραγματοποιηθέντα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων του έτους 2020, υπολείπονται των προβλεφθέντων του Οικονομικού Μοντέλου κερδών σχεδόν κατά 178 εκατ. ευρώ».
Το ποσό αυτό αποτελεί αντικείμενο αποζημίωσης, κατ’ εφαρμογή της σύμβασης παραχώρησης του 2015, καθώς τα μέτρα που αναγκάστηκε να λάβει η Κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού εμπίπτουν στη σφαίρα των κινδύνων που, με την εν λόγω σύμβαση, ανέλαβε το Ελληνικό Δημόσιο.
Ωστόσο, με τη συμφωνία που επιτεύχθηκε με την εταιρεία, επιτυγχάνονται παράλληλα οι εξής στόχοι σύμφωνα με τον κ. Σταϊκούρα:
1ον. Το ποσό που αποζημιώνεται μπορεί να ανέλθει κατ’ ανώτατο όριο μέχρι του ποσού των 178 εκατ. ευρώ, που προκύπτει κατ’ εφαρμογή της σύμβασης παραχώρησης, αλλά παράλληλα είναι δυνατό να υπολείπεται αυτού. Αυτό συμβαίνει διότι με την παρούσα συμφωνία, ο κίνδυνος από τη μη πλήρη ανάκαμψη της επιβατικής κίνησης αναλαμβάνεται από την εταιρεία, και όχι από το Ελληνικό Δημόσιο.
Και για να γίνω ακόμα πιο συγκεκριμένος: εάν η επιβατική κίνηση και τα έσοδα της εταιρείας ανακάμψουν πλήρως το 2021, τότε η αποζημίωση που αυτή λαμβάνει για το έτος 2020 δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό των 178 εκατ. ευρώ που έχουν συμφωνηθεί ως αποζημίωση, σύμφωνα με τη σύμβαση παραχώρησης του 2015. Εάν ωστόσο η επιβατική κίνηση και τα έσοδα της εταιρείας δεν ανακάμψουν πλήρως το 2021, τότε η αποζημίωση που λαμβάνει για το έτος 2020 αναμένεται κατώτερη του ποσού των 178 εκατ. ευρώ.
Το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι οι μεταβλητές αμοιβές παραχώρησης, με τις οποίες – συνυπολογίζοντας και τις σταθερές ετήσιες αμοιβές – συμψηφίζεται η υποχρέωση αποζημίωσης, δεν θα καλύπτουν το ποσό των 178 εκατ. ευρώ.
2ον. Ανεξαρτήτως της ανάκαμψης ή όχι της επιβατικής κίνησης που προαναφέρθηκε, ο παραχωρησιούχος παραιτείται από οποιαδήποτε περαιτέρω αξίωση αναφορικά με την απώλεια εσόδων, τις ζημίες από τις καθυστερήσεις των έργων και κάθε άλλη ζημία που υπέστη εξαιτίας των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας και των συνεπειών αυτής εντός του 2020.
3ον. Το ποσό της αποζημίωσης από τη σύμβαση παραχώρησης δεν καταβάλλεται τοις μετρητοίς από το Ελληνικό Δημόσιο, όπως θα γινόταν εάν εφαρμοζόταν επακριβώς η σύμβαση παραχώρησης του 2015, αλλά αντιθέτως ρυθμίζεται με συμψηφισμό οφειλομένων πληρωμών του παραχωρησιούχου προς το ΤΑΙΠΕΔ.
Με τον τρόπο αυτό προασπίζονται, κατά τον βέλτιστο δυνατό τρόπο, τα δημόσια οικονομικά, σε μια ιδιαίτερα δυσχερή περίοδο αυξημένων απαιτήσεων. Θεμέλιο της απόφασης είναι ότι όταν τα περιφερειακά αεροδρόμια λειτουργούν σε κανονικότητα, συμβάλλουν σημαντικά στα δημόσια οικονομικά, και ευρύτερα στην οικονομία της χώρας. Δεν πρέπει, μάλιστα, να παραγνωρίζεται ότι, το 2017, το Ελληνικό Δημόσιο εισέπραξε 1,234 δισ. ευρώ από την παραχώρηση των αεροδρομίων, καθώς επίσης και ότι ολοκληρώθηκαν επενδυτικά έργα υποδομής, ύψους 440 εκατ. ευρώ.
Επενδυτικά έργα που πραγματοποιούνται με την αξιοποίηση ιδιωτικών πόρων και έχουν δημόσια λειτουργία.
Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της ανάληψης της διαχείρισης και λειτουργίας των 14 αεροδρομίων, η Fraport υλοποίησε ένα ολοκληρωμένο πλάνο για την ανάπτυξή τους. Πλάνο που περιλάμβανε άμεσες αλλά και σε βάθος χρόνου εργασίες και έργα ανάπτυξης των υποδομών στα αεροδρόμια, που συμβάλλουν καθοριστικά στην αύξηση του αριθμού των επιβατών και στη βελτίωση της ταξιδιωτικής τους εμπειρίας.
Η επένδυση αυτή ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2017, παράλληλα με την έναρξη της παραχώρησης για τη διαχείριση και ανάπτυξη 11 αεροδρομίων σε νησιά και τριών στην ηπειρωτική Ελλάδα. Οι εργασίες μάλιστα δεν σταμάτησαν κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών τα τρία πρώτα χρόνια με υψηλή επιβατική κίνηση, ενώ συνεχίστηκαν και εν μέσω της πανδημίας, ξεπερνώντας εν τέλει τις δυσκολίες και τα τεράστια εμπόδια που προέκυψαν.
Τελικά, τα έργα και στα 14 αεροδρόμια ολοκληρώθηκαν, τον Ιανουάριο του 2021, νωρίτερα από τη συμβατική υποχρέωση η οποία είχε τεθεί για τον Απρίλιο του 2021. Το επενδυτικό αυτό πρόγραμμα ουσιαστικά μεταμόρφωσε τα αεροδρόμια. Κάτι που επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι η επίδραση της συμφωνίας με τη Fraport στο ΑΕΠ της χώρας ξεπέρασε, μόνο μέσα σε ένα χρόνο, τα 300 εκατ. ευρώ. Διπλασίασε την απασχόληση και θα αυξήσει σημαντικά την κίνηση των επισκεπτών σε πάρα πολύ σημαντικούς ελληνικούς τουριστικούς προορισμούς».