Την ανάγκη αξιοποίησης των ευκαιριών που παρουσιάζει η νέα ΚΑΠ, τη χάραξη ολοκληρωμένης στρατηγικής, αλλά και την επίλυση σοβαρών ζητημάτων που λειτουργούν ως “βαρίδιο” για την ταχύτατη ανάπτυξη του κλάδου της κτηνοτροφίας, που όλοι επιθυμούν, τόνισαν οι συμμετέχοντες σε σχετική ημερίδα, στο πλαίσιο της 3ης Γιορτήας Κτηνοτροφίας, στη Γαλάτιστα Χαλκιδικής, που πραγματοποιήθηκε παρουσία του υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας Κωστή Χατζηδάκη.
Κοινή εκτίμηση των συμμετεχόντων ήταν πως η κτηνοτροφία και η πτηνοτροφία στη χώρα μας είναι οι βασικοί πυλώνες του αγροτοδιατροφικού τομέα, της πραγματικής οικονομίας. Υπολογίζεται – όπως επισημάνθηκε – ότι ασχολούνται περίπου 140.000 οικογένειες, 300.000 εργαζόμενοι, με την παραγωγή 500.000 τόνων κρέατος και 1.500.000 τόνοι γάλακτος. Ταυτόχρονα, πάνω από 15.000 επιχειρήσεις – κυρίως μικρομεσαίες – δραστηριοποιούνται στη μεταποίηση, το εμπόριο και τις μεταφορές, εξαρτώμενες από την κτηνοτροφική παραγωγή και απασχολούν πάνω από 100.000 εργαζόμενους. Σημειώνεται δε, ότι ένα μεγάλο μέρος της φυτικής παραγωγής που παράγεται στη χώρα μας, απορροφάται – γενικότερα – από τους κτηνοτρόφους του τομέα.
Ο πρόεδρος του ΓΕΩΤΕΕ Κεντρικής Μακεδονίας Αθανάσιος Σαρόπουλος, κατά την ομιλία του στην ημερίδα, αναφέρθηκε στο πρόβλημα με τις αδειοδοτήσεις κτηνοτροφικών μονάδων, που μένουν ακόμα, παρά το νόμο 4056/2012 που ψηφίστηκε, στα ζητήματα που έχουν προκύψει με τους βοσκότοπους/λιβάδια, στην έλλειψη ζωωοτροφών και στα θέματα ποιότητας/πιστοποίησης και ιχνηλασιμότητας.
Συγκεκριμένα, επεσήμανε ότι στη Χαλκιδική μόνο το 14% από τις 1294 μονάδες με κωδικούς κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης διαθέτουν άδεια εγκατάστασης. Όπως εξήγησε, πολλές κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις βρίσκονται σε δασικές εκτάσεις και δεν έχει προχωρήσει μέχρι σήμερα η προβλεπόμενη από το άρθρο 13 του ν. 4056/2012 διαδικασία της παραχώρησης της έκτασης, από τον Δασάρχη, για 15 χρόνια στον κτηνοτρόφο.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Σαρόπουλος ανέφερε ότι υπάρχει έλλειψη άδειας επέμβασης, ολοκληρωμένης μελέτης διαχείρισης και βελτίωσης βοσκοτόπων, ενώ διαπιστώνεται απουσία τίτλων ιδιοκτησίας, λόγω διεκδικήσεων των εκτάσεων από το δημόσιο ή ιερές μονές, λήξη των επιδοτούμενων προγραμμάτων μετεγκατάστασης και κακή οικονομική κατάσταση των κτηνοτρόφων για τη μεταφορά των κτηνοτροφικών μονάδων σε επιτρεπόμενες περιοχές.
Τα λιβάδια (βοσκότοποι), αποτελούν το μεγαλύτερο σε έκταση χρήση γης φυσικό πόρο της χώρας και ανέρχονται σε 52 εκατ. στρέμματα ή το 40% της συνολικής επιφάνειας της Ελλάδας. Ο ορισμός των βοσκοτόπων, για να είναι αυτοί επιλέξιμοι για οικονομική ενίσχυση από την ΕΕ, ήταν “permanent pastures” ή “grasslands”, δηλαδή αφορούσε μόνο στα ποολίβαδα και τους λειμώνες, που αποτελούν μόλις το 1/3 των ελληνικών βοσκότοπων.
Στο πλαίσιο αυτό, τόνισε ότι είναι απολύτως απαραίτητη η διαφαινόμενη συμπερίληψη στον ορισμό του βοσκότοπου για τη νέα ΚΑΠ και της ξυλώδους βλάστησης (φρυγανολίβαδα, θαμνολίβαδα και δασολίβαδα), καθώς οι επιδοτήσεις θα δίνονται στην έκταση των βοσκοτόπων και όχι στο ζωικό κεφάλαιο. Υπογράμμισε ότι η αλλαγή στον τρόπο ενίσχυσης της κτηνοτροφίας στη νέα ΚΑΠ 2014-2020 θα πρέπει να αποτελέσει την αφορμή για μια πραγματική “επανάσταση” στη διαχείριση των λιβαδικών συστημάτων στην Ελλάδα, που θα οδηγήσει με την ορθολογική διαχείρισή τους, σε μείωση του κόστους παραγωγής και αύξηση της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων. Μεταξύ άλλων, απαιτούνται, όπως τόνισε, ανάπτυξη μελετών διαχείρισης βοσκοτόπων – βοσκοϊκανότητας, με κωδικοποίηση των αποτελεσμάτων σε ενιαία βάση δεδομένων, χαρτογραφικού αρχείου των βοσκόμενων εκτάσεων και σχεδίου διαχείρισης και βελτίωσης βοσκοτόπων κατά λιβαδιού συγκρότημα
Παράλληλα, ο ίδιος αναφέρθηκε στο σοβαρό έλλειμμα χονδροειδών ζωοτροφών και βοσκήσιμου χόρτου τους χειμερινούς και θερινούς μήνες που καταγράφεται στη χώρα μας και που μπορεί να περιορισθεί – μεταξύ άλλων – με την επέκταση της καλλιέργειας της μηδικής, των ετήσιων τριφυλλιών και των λοιπών χορτοδοτικών ψυχανθών.
Επιπλέον, αναφέρθηκε στην ανάγκη κατάρτισης εθνικού σχεδίου για τον προσανατολισμό των κτηνοτρόφων στην παραγωγή πιστοποιημένων (ολοκληρωμένης διαχείρισης, βιολογικής παραγωγής, ΠΟΠ / ΠΓΕ κ.α.) και, εάν είναι δυνατόν, μεταποιημένων προϊόντων. Σημείωσε δε, ότι είναι επιτακτικό να εφαρμοσθεί ένα αυστηρό και αποτελεσματικό σύστημα ιχνηλασιμότητας του κρέατος ώστε να αποτραπούν οι παράνομες ελληνοποιήσεις που “κλέβουν” την προστιθέμενη αξία του ποιοτικού ελληνικού κρέατος.
Επισημαίνεται ότι η κτηνοτροφία της Χαλκιδικής αποτυπώνεται ως εξής με αριθμούς: α) αιγοπροβατοτροφία: 980 μονάδες, 162.000 αίγες, 82.000 πρόβατα, β) βοοτροφία: 178 μονάδες, 5300 θηλ. αγελάδες, 1100 γαλ/γης αγελάδες, γ)χοιροτροφία: 116 μονάδες, 17.700 εντατικής εκτροφής, 4700 εκτατικής εκτροφής, δ) πτηνοτροφία: 18 μονάδες, 212.000 ωοπαραγωγής, 275.000 κρεοπαραγωγής.
Ο διευθυντής του τμήματος αγροτικής πολιτικής και τεκμηρίωσης του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Σωτήρης Κουτσομήτρος μίλησε για τη νέα ΚΑΠ, τονίζοντας ότι μπορεί να αποτελέσει το βάθρο της ανάπτυξης των ελληνικής υπαίθρου, της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, καθώς – όπως διευκρίνισε – παρέχει τα εχέγγυα διατήρησης του πληθυσμού στην ύπαιθρο και τα κίνητρα για να αναπτυχθούν οι γεωργικές επιχειρήσεις, χωρίς περιορισμούς και εξαρτήσεις.
Υπογράμμισε ότι οι άμεσες ενισχύσεις της περιόδου 2015 – 2020 είναι δίκαιες, διαφανείς και στοχευμένες και συμπλήρωσε ότι θα παρέχουν το εγγυημένο εισόδημα που έχει ανάγκη ο γεωργός, ώστε να συνεχίζει να παράγει προϊόντα με υψηλή αξία και να μεγιστοποιήσει το εισόδημά του από την αγορά.
Σημείωσε, επίσης, ότι το πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης θα δώσει το έναυσμα της επιχειρηματικής κατεύθυνσης των γεωργών ή των ομάδων τους ώστε να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα τους και επεσήμανε ότι το πρασινίσμα, η πολλαπλή συμμόρφωση και τα γεωργό-περιβαλλοντικά μέτρα θα φροντίσουν για την αειφορία του αγροτικού χώρου, την παροχή δημόσιων αγαθών, την περιβαλλοντική συμμόρφωση και την παραγωγή υγιεινών και ασφαλών προϊόντων.
Κατέληξε δε, αναφέροντας ότι η νέα ΚΑΠ είναι αναπτυξιακή, επειδή η εικόνα του μελλοντικού γεωργού είναι αυτή ενός ανθρώπου που θα έχει μια σχετική οικονομική ασφάλεια και θα ψάχνει την αγορά των προϊόντων για να εκμεταλλευτεί τις αντίστοιχες ευκαιρίες, αλλά κι επειδή παρέχει τα “εργαλεία” που χρειάζεται η Ελλάδα προκειμένου να θεραπευτούν οι αδυναμίες του παρόντος και να ενισχυθούν τα πλεονεκτήματα της.
Στο πλαίσιο αυτό, κάλεσε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς – κυβερνητικούς, γεωργούς, διοίκηση, συνεταιρισμούς και επιστήμονες του χώρου – να αξιοποιήσουν δεόντως τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται και να μην τις αφήσουν να μας προσπεράσουν.