Πέντε χρόνια μετά την εκδήλωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ξαναβρεί την ανάπτυξη. Η Ιαπωνία ετοιμάζεται να κάνει το ίδιο. Μόνο η Ευρώπη μοιάζει παγιδευμένη στη στασιμότητα και τη λιτότητα. Η κρίση του χρέους μας μοιάζει να μην μπορεί να ξεπεραστεί, κι ας έχουμε μικρότερο δημόσιο χρέος από τον υπόλοιπο πλούσιο κόσμο.
Το παράδοξο δεν σταματά εδώ, γράφει ο γάλλος οικονομολόγος Τομά Πικετί στην εφημερίδα Liberation. Το κοινωνικό μοντέλο της Ευρώπης είναι το καλύτερο του κόσμου και οι Ευρωπαίοι έχουν όλους τους λόγους να ενωθούν προκειμένου να το υπερασπιστούν, να το βελτιώσουν και να το προωθήσουν. Το σύνολο των κεφαλαίων (κινητών και ακινήτων) που διαθέτουν οι Ευρωπαίοι είναι το υψηλότερο του κόσμου. Αντίθετα με την κοινή πεποίθηση, αυτά που κατέχουν οι Ευρωπαίοι στον υπόλοιπο κόσμο είναι περισσότερα από αυτά που ο υπόλοιπος κόσμος κατέχει στην Ευρώπη.
Γιατί λοιπόν η Γηραιά Ήπειρος, με όλα αυτά τα οικονομικά και κοινωνικά πλεονεκτήματα, δεν μπορεί να ξεπεράσει την κρίση; Η απάντηση είναι ότι εξακολουθούμε να είμαστε διχασμένοι στις λεπτομέρειες και παραμένουμε ένας πολιτικός νάνος και ένα φορολογικό «σουρωτήρι». Μας κυβερνούν μικρές χώρες που βρίσκονται σε ανταγωνισμό μεταξύ τους (η Γαλλία και η Γερμανία θα είναι σύντομα πολύ μικρές στην κλίμακα της παγκόσμιας οικονομίας) και κοινοί θεσμοί που είναι απολύτως δυσλειτουργικοί. Μετά την πτώση του τείχους και τη γερμανική ενοποίηση, οι ευρωπαίοι ηγέτες αποφάσισαν μέσα σε λίγους μήνες τη δημιουργία του κοινού νομίσματος. Πέντε χρόνια μετά την εκδήλωση της σοβαρότερης οικονομικής κρίσης από τη δεκαετία του ’30, περιμένουμε πάντα μια κίνηση που θα χαρακτηρίζεται από ανάλογο πολιτικό θάρρος. Η πρόκληση είναι σαφής. Ένα κοινό νόμισμα με 17 διαφορετικά δημόσια χρέη και 27 διαφορετικές δημοσιονομικές πολιτικές δεν μπορεί να λειτουργήσει.
Για να ενοποιηθούν όμως τα δημόσια χρέη και να εγκαθιδρυθεί μια οικονομική και δημοσιονομική ένωση, πρέπει να αναθεωρηθεί ριζικά η πολιτική αρχιτεκτονική της Ευρώπης.
Ο πυρήνας του προβλήματος, σημειώνει ο Πικετί, είναι το Συμβούλιο των αρχηγών κρατών – και τα παρακλάδια του σε υπουργικό επίπεδο. Μερικοί πιστεύουν ότι μπορεί να συγκροτηθεί ένα σώμα που θα εκπροσωπεί τα κράτη και θα λειτουργεί παράλληλα με το Ευρωκοινοβούλιο που εκπροσωπεί τους πολίτες. Αυτή η ιδέα δεν μπορεί να λειτουργήσει, για έναν απλό λόγο: δεν μπορείς να οργανώσεις μια γαλήνια και δημόσια κοινοβουλευτική δημοκρατία με έναν εκπρόσωπο από κάθε κράτος. Ένα τέτοιο σώμα οδηγεί μοιραία στη σύγκρουση των εθνικών εγωισμών και τη συλλογική αδυναμία. Κι αυτό δεν έχει σχέση με τα ονόματα: το ζευγάρι «Μερκολάντ» δεν λειτουργεί καλύτερα από το «Μερκοζί». Το Συμβούλιο είναι χρήσιμο για τον καθορισμό των γενικών κανόνων ή τη διαπραγμάτευση των αλλαγών στις συνθήκες. Για την καθημερινή διαχείριση όμως μιας πραγματικής οικονομικής και δημοσιονομικής ένωσης, για την ψήφιση του επιπέδου του δημοσίου χρέους και την προσαρμογή του στη συγκυρία, για τον δημοκρατικό καθορισμό των φόρων που πρέπει να επιβληθούν (αρχίζοντας από τη φορολογία των εταιρειών), χρειάζεται ένα πραγματικό δημοσιονομικό κοινοβούλιο της ευρωζώνης.
Το πιο φυσικό θα ήταν ένα τέτοιο κοινοβούλιο να συγκροτηθεί με βάση τα εθνικά κοινοβούλια: τα μέλη των οικονομικών επιτροπών των κοινοβουλίων θα μπορούσαν να συνεδριάζουν από κοινού για μια εβδομάδα κάθε μήνα ώστε να λαμβάνουν τις αναγκαίες αποφάσεις. Κάθε χώρα θα εκπροσωπούνταν έτσι από 30 ή 40 άτομα, και όχι από ένα. Και οι συζητήσεις θα ήταν δημόσιες. Θα τελειώναμε με τις υποτιθέμενες ομοφωνίες των Συμβουλίων των αρχηγών κρατών, που μας ανακοινώνουν κάθε τόσο στις 3 ή 4 το πρωί ότι έσωσαν την Ευρώπη, για να καταλάβουμε την επομένη ότι δεν ξέρουν καν τι αποφάσισαν. Το βραβείο ανευθυνότητας ανήκει χωρίς αμφιβολία στις αποφάσεις που ελήφθησαν ομόφωνα από το Eurogroup και την τρόικα για την Κύπρο, χωρίς να είναι κανείς σε θέση να τις υπερασπιστεί κατά τις ημέρες που ακολούθησαν.
Το πρόβλημα είναι ότι οι κυβερνήσεις μοιάζουν προσκολλημένες σε αυτό το σύστημα. Όλοι φαίνεται να συμφωνούν ότι η ευρωπαϊκή πολιτική εξουσία πρέπει να παραμείνει στο Συμβούλιο των αρχηγών κρατών. Πώς εξηγείται αυτή η εμμονή; Επισήμως, λέγεται ότι οι Γάλλοι δεν θέλουν τον φεντεραλισμό και ότι θα αποτελούσε αυτοκτονία να εμπλακούν σε μια αλλαγή συνθηκών. Όμως, η Γαλλία, όπως και κάθε ευρωπαϊκή χώρα, βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε ένα ομοσπονδιακό σύστημα. Το πραγματικό δίλημμα είναι αν θα παραμείνουμε για πολύ καιρό ακόμη στον τεχνοκρατικό φεντεραλισμό ή αν θα επενδύσουμε στον δημοκρατικό φεντεραλισμό.