Η σημαντική αύξηση των εισαγωγών της Γερμανίας από τις άλλες χώρες της ευρωζώνης προσφέρει ορισμένη ανακούφιση στις οικονομίες των κρατών του νότου που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, και το γεγονός αυτό ερμηνεύεται ως ένδειξη ότι οι οικονομικές φυγόκεντρες δυνάμεις ίσως αρχίζουν να εξασθενούν.
Τα δεδομένα σχετικά με το εμπόριο που ανακοινώθηκαν την Παρασκευή έδειξαν ότι το μακροχρόνιο εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας έναντι της υπόλοιπης ευρωζώνης μηδενίστηκε τον Απρίλιο – πέφτοντας στο πιο χαμηλό επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ -, ενώ αντιθέτως οι εισαγωγές από την ευρωζώνη αυξήθηκαν αλματωδώς, κατά 5,4% σε ετήσια βάση, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Με την ευρωζώνη να βρίσκεται σε ύφεση η ανάπτυξη στη Γερμανία, όσο βραδεία κι αν είναι, είναι μια πηγή ζήτησης για οικονομίες της νότιας Ευρώπης οι οποίες είναι αντιμέτωπες με βαθιά προβλήματα, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία.
Σύμφωνα με τον οικονομολόγο Χόλγκερ Σμίντινγκ, η ισχυρή καταναλωτική ζήτηση στη Γερμανία αναμένεται να συμβάλει οι εισαγωγές της χώρας να αυξηθούν ταχύτερα από τις εξαγωγές της το 2013.
«Αυτό θα ωφελήσει ειδικά τις οικονομίες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, που πωλούν περισσότερα αγαθά στη Γερμανία και προσελκύουν περισσότερους Γερμανούς τουρίστες», εκτίμησε ο Σμίντινγκ.
Η Γερμανία έχει επικριθεί από εταίρους της όπως η Γαλλία και από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, που είχαν επισημάνει ότι η ανάκαμψη της ευρωζώνης που πασχίζει να ξεπεράσει την κρίση χρέους χρειάζεται περισσότερα από το να μειωθεί απλώς το μέγεθος του χρέους και να περισταλούν τα ελλείμματα στις οικονομίες της νότιας Ευρώπης.
Μια μακροπρόθεσμη λύση, τονίζουν, προϋποθέτει η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, να αυξήσει την εγχώρια ζήτηση, ώστε να απορροφήσει μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών των εταίρων της στην ΕΕ.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Barclays Φιλίπ Γκουντέν σχολιάζει ότι η κατάσταση έχει βελτιωθεί από το 2010 όταν η τότε Γαλλίδα υπουργός Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ απαιτούσε από το Βερολίνο να τονώσει τη ζήτηση.
«Πρέπει να αναγνωριστεί ότι η Γερμανία συμμετέχει στην επανεξισορρόπηση», σημείωσε ο Γκουντέν, πρώην ανώτατο στέλεχος στο γαλλικό υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Ενθυμούμενος το πώς η Λαγκάρντ, σήμερα γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, είχε αντιπαρατεθεί με τη γερμανική ηγεσία, ο Γκουντέν επισήμανε πως πλέον η γερμανική οικονομία πλέον μοιάζει να εξαρτάται λιγότερο από τις εξαγωγές και περισσότερο από την εγχώρια ζήτηση.
Η Μπούντεσμπανκ αναθεώρησε επί τα χείρω τις προβλέψεις της για την οικονομική προοπτική της Γερμανίας λόγω του ότι αναμένει οι εξαγωγές να αυξηθούν με πιο αργό ρυθμό από τις εισαγωγές φέτος. Προβλέπει ότι η ανάπτυξη του ΑΕΠ της Γερμανίας θα είναι ακόμη βραδύτερη φέτος, περιοριζόμενη σε 0,3% (από 0,4%).
Η μείωση των ελλειμμάτων στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών στα κράτη της νότιας Ευρώπης αποδίδεται κυρίως στην αρνητική πορεία των οικονομιών τους—την μείωση της εγχώριας ζήτησης, που έχει προκαλέσει ραγδαία μείωση των εισαγωγών.
Όμως πλέον οι εξαγωγικές επιχειρήσεις στην Ισπανία και σε άλλες χώρες ανακτούν έδαφος, εν μέρει λόγω των μεταρρυθμίσεων και της μείωσης των μισθών. Η κυβέρνηση της Πορτογαλίας ανακοίνωσε σήμερα το εμπορικό της έλλειμμα μειώθηκε πάνω από 25% μέσα σε τρεις μήνες (Φεβρουάριος-Απρίλιος) σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.
Οι εξαγωγές της Πορτογαλίας αυξήθηκαν 17,3% τον Απρίλιο σε ετήσια βάση, σύμφωνα με την πορτογαλική εθνική στατιστική υπηρεσία INE. Οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 9,2%. Τον Μάρτιο, οι εξαγωγές είχαν μειωθεί 3,5% και οι εισαγωγές 9,9%.
Η Ισπανία κατέγραψε πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο τον Μάρτιο.
Και η Γαλλία ακόμη, που έχει προωθήσει πολύ λιγότερο φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις από άλλες χώρες, βλέπει το εμπορικό της ισοζύγιο να ισορροπεί έπειτα από συνεχή πολυετή πτώση. Εξαιρουμένων των εισαγωγών ενέργειας, το γαλλικό εμπορικό έλλειμμα σχεδόν μηδενίστηκε.
Αλλά ακόμη ο δρόμος είναι μακρύς για να φανεί αν οι ενδείξεις αυτές σημαίνουν κάτι περισσότερο.
Ως σήμερα οι χώρες της ευρωζώνης ως σύνολο έχουν λιγότερες εμπορικές συναλλαγές μεταξύ τους από ό,τι με τον υπόλοιπο κόσμο-κάτι που δεν μοιάζει λογικό. Μόλις το 45% των εξαγωγών κάθε κράτους της ευρωζώνης κατευθύνεται σε άλλες χώρες της νομισματικής ένωσης, επίπεδο που είναι το χαμηλότερο στην ιστορία και έχει μειωθεί σημαντικά από το 52% που καταγραφόταν το 2009, πριν ξεσπάσει η κρίση.
Πέραν του εμπορίου καταγράφονται σημαντικές αποκλίσεις και σε άλλους τομείς στην ΕΕ, κάτι που προκαλεί πονοκεφάλους στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με ποιο αξιοσημείωτες τις διακυμάνσεις του πληθωρισμού, ειδικά εξαιτίας της μείωσης της κατανάλωσης και της πτώσης των τιμών στις χώρες του νότου.