Έρευνα του πολιτικού ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ που πρόσκειται στο Κόμμα της Αριστεράς παρουσιάζει την επιστροφή της Ελλάδας στη δραχμή σχεδόν ως μονόδρομο, ενώ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για να επιζήσει η ΕΕ θα πρέπει να επιτραπεί η έξοδος χωρών από την ευρωζώνη.
Σύμφωνα με τη Deutsche Welle, στόχος της έρευνας, που υπογράφουν ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος των Ηνωμένων Εθνών Χάινερ Φλάσμπεκ και ο καθηγητής οικονομικών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, Κώστας Λαπαβίτσας, είναι να εξετάσουν τις αιτίες της κρίσης του ευρώ και να αναδείξουν εναλλακτικές προτάσεις για το ξεπέρασμα της.
Η πρώτη και βασική διαπίστωση της έρευνας είναι ότι ο τρόπος αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης στην ευρωζώνη όχι μόνο έχει αποτύχει, αλλά εγκυμονεί και τον κίνδυνο να οδηγήσει την ΕΕ σε αδιέξοδο. Ο Χάινερ Φλάσμπεκ εκτιμά ότι «σε περίπτωση που εφαρμοστεί το πρόγραμμα προσαρμογής που εφαρμόζεται στην Πορτογαλία, Ελλάδα και Ισπανία και στη Γαλλία και την Ιταλία, τότε η Ευρώπη θα οδηγηθεί στην οικονομική καταστροφή. Το πιθανότερο είναι η μείωση των μισθών και η πολιτική της λιτότητας στα δημοσιονομικά να εκτοξεύσει και σε αυτές τις χώρες την ανεργία στο 20%. Σε αυτή την περίπτωση δεν μπορώ να φανταστώ πως θα καταφέρει να επιζήσει πολιτικά η ΕΕ».
Οι δύο ερευνητές υποστηρίζουν ότι η πολιτική των περικοπών στους μισθούς και στα δημόσια έξοδα δεν έχει οδηγήσει σε καμία χώρα του κόσμου σε έξοδο από την κρίση. Όπως τονίζει στη DW ο καθηγητής Λαπαβίτσας, η Ελλάδα ακολουθεί αυτόν τον «αδιέξοδο» δρόμο για να παραμείνει στην ευρωζώνη και επισημαίνει ότι «κάνοντας όμως αυτό δημιουργεί τρομακτικές συνθήκες στην οικονομία τις οποίες όλοι γνωρίζουμε, την ανεργία και την τεράστια ύφεση – και δεν πρόκειται να υπάρξει ανάπτυξη. Η Ελλάδα μένει λοιπόν στην ευρωζώνη εφαρμόζοντας την πολιτική της τρόικα, βραχυπρόθεσμα. Μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα υποσκάπτει όμως την οικονομία της».
Κατά την άποψη των δύο οικονομολόγων, η κατάσταση στην ευρωζώνη έχει φτάσει σε ένα οριακό σημείο. Για αυτό το λόγο οι λύσεις που προτείνουν για την ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας στα κράτη μέλη είναι δραστικές.
«Ως εναλλακτικές λύσεις ενδείκνυνται είτε ισχυρές αυξήσεις των μισθών στη Γερμανία για ένα μεγάλο διάστημα, δηλαδή για τα επόμενα 10-15 χρόνια, είτε η παροχή του δικαιώματος σε αυτές τις χώρες που δεν μπορούν να αντέξουν το βάρος να βγουν από τη νομισματική ένωση, χωρίς όμως βγουν από την ΕΕ», εκτιμά ο κ. Φλασμπεκ.
O κ. Φλάσμπεκ αμφιβάλλει ότι στη Γερμανία υπάρχει η θέληση για αισθητή αύξηση των μισθών. Σε αυτή την περίπτωση οι δύο οικονομολόγοι προτείνουν για χώρες όπως η Ελλάδα την έξοδο από τη νομισματική ένωση. Αυτή την λύση ο κ. Λαπαβίτσας την είχε διατυπώσει ήδη το 2010. Η Ελλάδα θα μπορούσε τότε να είχε κάνει παύση πληρωμών και να ζητήσει διαγραφή του χρέους, που ο μεγάλος όγκος του τότε όχι μόνο ήταν σε ομόλογα, αλλά σε ομόλογα για τα οποία ίσχυε μάλιστα η ελληνική νομοθεσία. Η έξοδος θα προκαλούσε μεν ένα σοκ στην οικονομία. Αλλά, όπως τονίζει ο κ. Λαπαβίτσας, αυτό το σοκ δεν θα οδηγούσε σε μία συρρίκνωση της τάξεως του 20 με 25% που ζούμε σήμερα και οπωσδήποτε θα οδηγούσε στην ανάκαμψη με ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 2-3% που προβλέπονται με το σημερινό καθεστώς. Για τον κ. Λαπαβίτσα η λύση της ελληνικής εξόδου από το ευρώ μοιάζει με μονόδρομο.
Όπως τονίζει, «η Ελλάδα χρειάζεται αυτή τη στιγμή κατά την άποψη μου συντεταγμένη και συμπεφωνημένη έξοδο. Θα πρέπει να περάσει σε μια διαδικασία όπου θα πρέπει να ζητήσει από τις χώρες που στην ουσία κυβερνούν την ευρωζώνη, δηλαδή τη Γερμανία, ένα μηχανισμό εξόδου. Αυτοί που νομίζουν ότι η έξοδος δεν είναι εφικτή, δεν έχουν παρά να δουν την Κύπρο. Στην ουσία η τρόικα εφάρμοσε εκεί μέτρα που κάνουν την έξοδο εφικτή».