Σταθερή εκτιμάται ότι θα παραμείνει το 2013 η αγορά βιομηχανικών ακινήτων και logistics (αποθήκες διανομής), της γεωγραφικής ζώνης ΕΜΕΑ (Ευρώπη, Μέση Ανατολή, Αφρική), παρά το γεγονός ότι η εφετινή χρονιά αναμένεται δύσκολη.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελέτης της Colliers International με τίτλο «Βιομηχανική και Logistics Επισκόπηση 2012 για τη ζώνη του ΕΜΕΑ» παρά τη μείωση της ανάπτυξης ακινήτων χωρίς εγγυημένο μισθωτήριο, η αγορά βιομηχανικών και logistics ακινήτων εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να χαρακτηρίζεται από έλλειψη ισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.
Προσύμφωνα μίσθωσης κατά παραγγελία θα απασχολήσουν σημαντικό μερίδιο της αγοράς. Ωστόσο, με τις οικονομικές συνθήκες της αγοράς να αποτελούν πρόκληση, πολλοί ενοικιαστές προσδοκούν πιο ευέλικτους όρους μισθώσεων. Ως εκ τούτου, οι επιχειρήσεις που αδυνατούν να δεσμευτούν με μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις είναι πιθανό να αναβάλουν αποφάσεις ή να στραφούν προς δευτερευούσης σημασίας ακίνητα.
Η αγορά βιομηχανικών και logistics ακινήτων της ζώνης ΕΜΕΑ εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από περιορισμένη προσφορά ποιοτικών χώρων και ελάχιστων έργων υπό ανάπτυξη. Ως εκ τούτου πολλοί ενοικιαστές έχουν περιορισμένες επιλογές για σύγχρονους νεόδμητους χώρους.
Οι προνομιακές μισθωτικές αξίες παραμένουν σε σταθερά επίπεδα για τις περισσότερες χώρες. Μια περαιτέρω μείωση των μισθωτικών αξιών σημειώθηκε στην Νότια Ευρώπη, όπου η ζήτηση περιορίστηκε λόγω των αρνητικών μακροοικονομικών επιδόσεων. Θετική ζήτηση συνεχίζει να καταγράφεται στις βασικές αγορές στη Δυτικής Ευρώπης ενώ στην ανατολική Ευρώπη, τη Ρωσία και την Πολωνία η ζήτηση φαίνεται να επανέρχεται.
Οι επενδύσεις σε βιομηχανικά και επενδυτικά ακίνητα στη ζώνη του ΕΜΕΑ ανήλθαν σε περίπου 12 δισ. ευρώ το 2012, μειωμένες κατά 5% σε σύγκριση με τη προηγούμενη χρονιά. Με εξαγορές βιομηχανικών και logistics ακινήτων αξίας πάνω από 3,5 δισ. ευρώ οι επενδυτές από τις ΗΠΑ αποτέλεσαν τη μεγαλύτερη ομάδα διασυνοριακών αγοραστών στη Ευρώπη με διαφορά, εστιάζοντας κυρίως σε ακίνητα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το Ηνωμένο Βασίλειο διατήρησε τη θέση του ως η αγορά βιομηχανίας και logistics με τη μεγαλύτερη ρευστότητα στην Ευρώπη (43% του συνόλου των επενδύσεων), με τη Γερμανία και τη Γαλλία να ακολουθούν.
Με τη χρήση του ηλεκτρονικού εμπορίου να αυξάνεται, αναμένεται να σημειωθεί αύξηση της ζήτησης από πολλούς εμπόρους, όχι μόνο στις ισχυρές ηλεκτρονικές αγορές όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία αλλά και σε αναδυόμενες αγορές, όπως η Ρωσία, όπου οι ηλεκτρονικές συναλλαγές σημειώνουν αλματώδη αύξηση.
Η Ρωσία, η Πολωνία και η Τουρκία σημειώνουν σημαντική πρόοδο στην κατασκευή κατάλληλων χώρων. Ωστόσο, η πλειονότητα των χώρων έχει ήδη μισθωθεί και, σε συνδυασμό με τη μείωση των επιπέδων διαθεσιμότητας, αναμένεται αύξηση των ενοικίων σε ορισμένες αγορές.
Το 2012 σημειώθηκε μείωση στη βιομηχανική και διαμετακομιστική δραστηριότητα, ως απόρροια της μειωμένης βιομηχανικής δραστηριότητας και της περιορισμένης κεφαλαιακής επάρκειας στην ελληνική αγορά. Οι επενδυτές υιοθέτησαν στρατηγική αναμονής, εστιάζοντας κυρίως στα ακίνητα που συνδέονται με επισφαλή δάνεια ακίνητα (distressed) προκειμένου να αξιοποιήσουν ευκαιρίες. Η ζήτηση, αν και μειωμένη, παρακινήθηκε από επιχειρήσεις που προχώρησαν σε συμφωνίες με 3PL εταιρείες επιδιώκοντας να μειώσουν τα κόστη μεταφοράς, αποθήκευσης, διαχείρισης και διανομής των προϊόντων τους.
Η δραστηριότητα στη βιομηχανική και logistics αγορά εκτιμάται να παραμείνει σε χαμηλά επίπεδα λόγω περιορισμένης τραπεζικής χρηματοδότησης σε συνδυασμό με τον χρόνο που απαιτείται για την εφαρμογή ανταγωνιστικών δομών. Ωστόσο, νέες γραμμές παραγωγής που σχεδιάστηκαν από πολυεθνικές εταιρείες, σε συνδυασμό με νέες συμφωνίες για συνεργασία διανομής και οικονομικά αποδοτικές λύσεις, αυξάνουν τη δραστηριότητα και τη ζήτηση για χώρο, παρακινώντας το ενδιαφέρον της αγοράς προς δυνητικές συμφωνίες και πράξεις.
Η Colliers International εκτιμά ότι ευκαιρίες θα παρουσιαστούν από εταιρείες που υιοθετούν τη στρατηγική αποεπένδυσης ακινήτων από τα χαρτοφυλάκιά τους.
Οι επιπτώσεις του ηλεκτρονικού εμπορίου στην αλυσίδα εφοδιασμού αναμένεται να γίνουν πιο σαφείς, με αποτέλεσμα πολλές εταιρείες να οδηγηθούν σε επανεξέταση των χαρτοφυλακίων τους αλλά και των τοποθετήσεών τους σε διαμετακομιστικά κέντρα, σημεία τελικής διανομής και ακίνητα κατάλληλα για μεταφόρτωση. Αυτό αναμένεται επίσης να οδηγήσει σε μεγαλύτερη διαφάνεια τιμών και πιθανώς να ενισχύσει τη ρευστότητα στον εν λόγω τομέα της αγοράς.