Ως παράγοντας επιπρόσθετης αβεβαιότητας στο επιχειρηματικό περιβάλλον εκλαμβάνονται οι εμπορικές εντάσεις, καθώς κλιμακώνεται ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας, με τις ευρωπαϊκές εταιρείες να βρίσκονται σε «διασταυρούμενα πυρά», όπως τονίζει το Ευρωπαϊκό-Κινεζικό Εμπορικό Επιμελητήριο.
Η σύγκρουση του Πεκίνου με την Ουάσινγκτον δεν ωφελεί τους Ευρωπαίους επιχειρηματίες, όπως είχαν ελπίσει ορισμένοι όταν ξέσπασε η διένεξη πέρυσι, όπως αποκαλύπτουν τα αποτελέσματα ετήσιας έρευνας του Επιμελητηρίου για την εμπιστοσύνη μεταξύ των εταιρειών-μελών του.
«Στην τρέχουσα φάση, οι εμπορικές εντάσεις εκλαμβάνονται ως παράγοντας επιπρόσθετης αβεβαιότητας στο επιχειρηματικό περιβάλλον» σχολιάζει η Σαρλότ Ρουλ, αντιπρόεδρος του Επιμελητηρίου, παρουσιάζοντας την έρευνα στον Τύπο. «Κατά την άποψη των μελών μας, οι εμπορικές εντάσεις δεν είναι καλές για τις δουλειές» τους.
Σύμφωνα με την έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 585 εταιρείες, ο εμπορικός πόλεμος συγκαταλέγεται στις κύριες πηγές ανησυχίας των Ευρωπαίων στην Κίνα (23%), μετά την επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας (45%), αυτή της παγκόσμιας οικονομίας (27%), κι εξίσου με την αύξηση του κόστους εργασίας στη χώρα (23%).
Η έρευνα διενεργήθηκε τον Ιανουάριο, πριν οι εντάσεις κλιμακωθούν και διευρυνθούν τον Μάιο, με την αμοιβαία επιβολή υψηλότερων τελωνειακών δασμών.
Αλλά ήδη από την αρχή της χρονιάς, το ένα τέταρτο των ευρωπαϊκών εταιρειών που είναι εγκατεστημένες στην Κίνα επισήμαιναν πως πλήττονται από την αύξηση των δασμών που επιβάλλει η κυβέρνηση των ΗΠΑ σε προϊόντα που εισάγονται στη χώρα από την Κίνα, όπως σημειώνει το ΑΜΠΕ.
Πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες κατασκευάζουν στην Κίνα προϊόντα που κατόπιν εξάγουν σε όλο τον κόσμο.
Μικρός αριθμός τους (6%) ανέφερε ότι προτίμησε να αλλάξει τον τόπο όπου παράγει τα προϊόντα του, για να παρακάμψει τις αμερικανικές κυρώσεις, ή προβλέπει να το πράξει, μεταφέροντας τα εργοστάσιά του κυρίως σε άλλα κράτη της Ασίας, ή ακόμη και πίσω στην Ευρώπη.
Παρότι εκφράζουν εξάλλου δυσαρέσκεια για τη μέθοδο που έχει επιλέξει η κυβέρνηση Τραμπ στη σύγκρουση με το Πεκίνο, πολλοί ευρωπαίοι επιχειρηματίες τόνισαν πως συμμερίζονται τις απόψεις του για πολλά ζητήματα που εγείρει.
Ανάμεσα σε αυτά, απαρίθμησε η Ρουλ, είναι «οι όροι της πρόσβασης στην αγορά, τα γραφειοκρατικά προσκόμματα, η μεταρρύθμιση των δημόσιων επιχειρήσεων, ή ακόμη οι εξαναγκαστικές μεταφορές τεχνολογίας».
Για αυτό το τελευταίο, το 20% των εταιρειών που συμμετείχαν επέκρινε το ότι του επιβλήθηκαν τέτοιες μεταφορές τεχνολογίας προς όφελος των κινεζικών εταιρειών με τις οποίες συνεταιρίστηκε, ήτοι ποσοστό διπλάσιο από αυτό που καταγραφόταν πριν από δύο χρόνια (10%).
Πάντως παρά τα εμπόδια, η Κίνα παραμένει ένας από τους τρεις κορυφαίους επενδυτικούς προορισμούς στον κόσμο για το 62% των εταιρειών, ποσοστό ελαφριά αυξημένο σε σύγκριση με την περασμένη χρονιά. Το 56% των ευρωπαϊκών εταιρειών εξάλλου σκοπεύει να αυξήσει τη δραστηριότητά του στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη φέτος.