Δύο πρώην ανώτατα στελέχη ισλανδικής τράπεζας η οποία κατέρρευσε το 2008 καταδικάστηκαν σήμερα για απάτη. Τα στελέχη ζημίωσαν την τράπεζα κατά 53 εκατ. ευρώ.
Και οι τρεις μεγάλες τράπεζες της Ισλανδίας, του σχετικά μικρού αυτού νησιού στο βόρειο Ατλαντικό, κατέρρευσαν το 2008 η μια μετά την άλλη πάρα πολύ γρήγορα λόγω της έκθεσής τους σε τεράστια χρέη κατά την ταχεία πιστωτική επέκτασή τους στο εξωτερικό.
Η Glitnir ήταν η πρώτη που κατέρρευσε, μετά την χρεοκοπία της Lehman Brothers στις Ηνωμένες Πολιτείες , που είχε προκαλέσει το πάγωμα σχεδόν κάθε δραστηριότητας στις διεθνείς αγορές πιστώσεων.
Δικαστήριο στο Ρέικιαβικ καταδίκασε τον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο της Glitnir, Λαρούς Βέλντινγκ, αλλά και τον πρώην προϊστάμενο του τμήματος υπηρεσιών προς επιχειρήσεις, Γκουντμούντουρ Χιάτασον, σε εννέα μήνες φυλάκιση έκαστο, εκ των οποίων όμως τους έξι με διετή αναστολή.
Οι Βέλντινγκ και Χιάτασον δήλωσαν αθώοι.
Όμως οι εισαγγελείς ανέφεραν ότι τα δύο στελέχη ενέκριναν δάνειο της Glitnir προς μια εταιρεία με μερίδιο στο τραπεζικό κεφάλαιο, με σκοπό η δανειολήπτρια με τη σειρά της να εξοφλήσει πίστωση από την Morgan Stanley.
Η απόφασή τους, η οποία ελήφθη πέρα από κάθε τυπική διαδικασία τέτοιου χαρακτήρα, σήμανε ότι η τράπεζα εκτέθηκε υπερβολικά στην συγκεκριμένη εταιρεία και τελικά ζημιώθηκε σε 53,7 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με την πολιτική αγωγή.
Το δικαστήριο πάντως επέβαλε ποινές φυλάκισης πολύ μικρότερες από τα τουλάχιστον πέντε χρόνια κάθειρξη που ζητούσε ο ειδικός εισαγγελέας ο οποίος εξετάζει υποθέσεις που σχετίζονται με την οικονομική κρίση.
«Επιτύχαμε μία καταδίκη, που είναι φυσικά το κύριο», δήλωσε ο εισαγγελέας Χολμστάιν Σίγκουρντσον ερωτηθείς εάν δυσαρεστήθηκε για την ποινή.
Ο εισαγγελέας κάνει επίσης έρευνες για αξιόποινες πράξεις που σχετίζονται με την κατάρρευση των άλλων δύο μεγάλων τραπεζών, των Landsbanki και Kaupthing.