Απόφαση του υφυπουργού Οικονομικών Γ. Μαυραγάνη αναφέρει ότι καταλογιστικές πράξεις φόρου, τέλους, εισφοράς ή προστίμου που εκδίδονται από φορολογικές ή τελωνειακές αρχές στις οποίες το ανά πράξη καταλογισθέν ποσό υπερβαίνει τις 300.000 ευρώ επιδίδονται αποκλειστικά με δικαστικούς επιμελητές.
Η εν λόγω απόφαση αναπροσαρμόζει σε πολύ υψηλότερα επίπεδα τα όρια που ίσχυαν μέχρι σήμερα για την επίδοση καταλογιστικών πράξεων φόρου.
Διευκρινίζεται ότι μέχρι σήμερα καταλογιστικές πράξεις φόρου, στις οποίες το ανά πράξη καταλογισθέν ποσό υπερέβαινε τα 10.000 ευρώ, επιδίδονταν αποκλειστικά με δικαστικούς επιμελητές.
Οι πράξεις αυτές αφορούν σε φόρο εισοδήματος, φόρο προστιθέμενης αξίας, πρόστιμα για παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, φόρο ακίνητης περιουσίας, τέλη χαρτοσήμου, παρακρατούμενους η επιρριπτόμενους φόρους, φόρο υπεραξίας από αναπροσαρμογή ακινήτων, φόρο μεταβίβασης ακινήτων, φόρο κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών καθώς και οποιουδήποτε φόρου, τέλους ή εισφοράς, συμπληρωματικές πράξεις χρέωσης δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, καταλογιστικές πράξεις επιβολής προστίμων και πολλαπλών τελών για παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας.
Βάσει της νομοθεσίας κάθε ελεγκτική αρχή για την παρακολούθηση των επιδόσεων των καταλογιστικών πράξεων οφείλει να τηρεί δύο βιβλία ει δυνατόν σε ηλεκτρονική μορφή.
Τονίζεται πως η δαπάνη για την πληρωμή των δικαστικών επιμελητών για την επίδοση των πράξεων επιβολής φόρων ή προστίμων που προσδιορίζονται στο βαρύνει το Δημόσιο. Έτσι, ο υφυπουργός Οικονομικών με μια απλή κίνηση εξοικονόμησε χιλιάδες ευρώ από τον προϋπολογισμό του υπουργείου του.