Μπορεί «η εγχείρηση να πέτυχε, αλλά ο ασθενής απεβίωσε». Κάπως έτσι περιγράφει σε εκτενές ρεπορτάζ του το πρακτορείο Αssociated Ρress την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα. Την ώρα που «το έλλειμμα έχει πτωτική πορεία», επισημαίνει το διεθνές πρακτορείο, «δουλειές εξαφανίζονται, μαγαζιά κλείνουν και στους δρόμους επικρατεί η κατήφεια».
Όπως αναφέρει «το Βήμα της Κυριακής» πράγματι μπορεί στα χαρτιά η μείωση του ελλείμματος να λειτουργεί με τους στόχους να βρίσκονται ελαφρώς πάνω από το αναμενόμενο και την Ευρωπαϊκή Ένωση να χαρακτηρίζει «εντυπωσιακές τις προσπάθειες της Ελλάδας», η πραγματική οικονομία όμως έχει βαλτώσει στην ύφεση.
Καταστήματα κλείνουν, θέσεις εργασίας χάνονται και η παραγωγή μειώνεται, καθώς οι καταναλωτές σφίγγουν ολοένα και περισσότερο το ζωνάρι μειώνοντας τα περιττά έξοδα. Μάλιστα όλοι συμφωνούν ότι τα δύσκολα είναι μπροστά, καθώς ο χειμώνας αναμένεται βαρύς.
Η συνταγή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για δραστική αύξηση της έμμεσης φορολογίας και περικοπές σε μισθούς, συντάξεις και δημόσιες δαπάνες μπορεί να εξυπηρετεί τον στόχο της μείωσης του ελλείμματος, έχει όμως δημιουργήσει ισχυρές παρενέργειες στην οικονομία και έχει καταβαραθρώσει την ψυχολογία επιχειρηματιών και καταναλωτών.
Η εξέλιξη αυτή ήταν μάλλον αναμενόμενη. Ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτζ από την αρχή προειδοποιούσε για τον κίνδυνο το φάρμακο της λιτότητας που χορηγούν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στους πολίτες τους, προκειμένου να πετύχουν τον ισοσκελισμό των προϋπολογισμών τους, να… σκοτώσει εν τέλει την ανάπτυξη και τις οικονομίες τους.
Πρόσφατα όμως την ανησυχία της για την αναπτυξιακή διάσταση των πολιτικών των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων εξέφρασε και η Μoody΄s! Ο διεθνής οίκος αξιολόγησης σε έκθεσή του σημειώνει ότι «παρακολουθούμε με προσοχή τις πολιτικές που έχουν επιλέξει οι κυβερνήσεις και τη δυναμική που ασκούν οι πολιτικές αυτές στην αναπτυξιακή διαδικασία».
«Η θεραπεία σοκ στον ΦΠΑ και στους έμμεσους φόρους που εφήρμοσε η τρόικα έριξε σε κώμα την οικονομία» αναφέρει ο πρώην υπουργός Οικονομίας, καθηγητής κ. Ν. Χριστοδουλάκης, ο οποίος προσθέτει ότι «αν η οικονομία αναπτυσσόταν με ρυθμό 4%-5% τα μέτρα θα ήταν σωστά. Όμως σε περιόδους ύφεσης δεν μπορείς να αυξάνεις τους φόρους και ιδίως τους έμμεσους. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να ενισχύσει τα έσοδα κυνηγώντας να εισπράξει τα οφειλόμενα».
Βεβαίως η ύφεση της ελληνικής οικονομίας ήταν μέσα στις προβλέψεις της τρόικας. «Το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης προβλέπει ύφεση 4% για το 2010» αναφέρει ο γενικός διευθυντής της Εurobank ΕFG κ. Φ. Καραβίας και σημειώνει ότι «όταν μιλάμε για ύφεση της τάξεως του 4% φυσικά η κατανάλωση, η οικοδομή, η βιομηχανική παραγωγή,οι επενδύσεις θα μειωθούν σημαντικά, επιχειρήσεις θα βάλουν λουκέτο και η ανεργία θα αυξηθεί.
Τα σκληρά μέτρα βεβαίως ήταν απαραίτητα για να μπει μια τάξη στα δημόσια οικονομικά της χώρας. Τώρα όμως ακόμη και το ΔΝΤ θα πρέπει να ασχοληθεί με το ζήτημα της ανάπτυξης και της επανεκκίνησης της οικονομίας» συμπληρώνει ο κ. Καραβίας.
Βεβαίως το ερώτημα που προκύπτει είναι αν υπάρχει άλλη θεραπεία, αν υπάρχει άλλη συνταγή που θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην Ελλάδα. Ο Τζόζεφ Στίγκλιτζ επανειλημμένα έχει ταχθεί υπέρ μιας πολιτικής που δεν θα συρρικνώνει την αγορά εργασίας, δεν θα πλήττει την κατανάλωση και δεν θα αναχαιτίζει την ανάπτυξη μιας οικονομίας για το νοικοκύρεμα των δημόσιων οικονομικών.
«Είναι κακό που ζητείται από χώρεςόπως η Ελλάδα και η Ισπανία, να μειώσουν τις δαπάνες τους για να βελτιώσουν τα δεδομένα του προϋπολογισμού τους. Και τώρα όλες οι ευρωπαϊκές χώρες πράττουν το ίδιο, με αποτέλεσμα να τεθεί ένα φρένο σε μια ήδη ασθενή οικονομική ανάπτυξη και να αυξηθούν τα ελλείμματα» σημειώνει σε άρθρο του ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κολούμπια.
«Η κυβέρνηση θα μπορούσε να ενισχύσει την ανάπτυξη με επενδύσεις, χωρίς να περικόψει το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και να εισπράξει έσοδα από την αυξημένη παραγωγή» αναφέρει ο κ. Χριστοδουλάκης, ο οποίος προσθέτει ότι «το πρώτο εξάμηνο του έτους επιβλήθηκε περικοπή στις δημόσιες επενδύσεις κατά 2,5 δισ.ευρώ για να μικρύνει το έλλειμμα, αγνοώντας ότι έτσι αυτομάτως εντάθηκε και η ύφεση κατά μία μονάδα του ΑΕΠ σε ετήσια βάση.
Αγνοήθηκε επίσης η συμπληρωματική σχέση δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, κάτι που σημαίνει ότι όταν ματαιώνεται ένας δρόμος στην περιφέρεια μπορεί να ματαιωθεί και μια επιχειρηματική πρωτοβουλία που τον θεωρούσε προϋπόθεση».
Μάλιστα ο ίδιος συμπληρώνει ότι τα μέτρα έφεραν την κατάρρευση των εσόδων. «Ως τη λήψη των μέτρων, στο πρώτο τρίμηνο του έτους, τα έσοδα πήγαιναν καλά. Μετά με τη λήψη των μέτρων και παρά την αύξηση του ΦΠΑ οι ρυθμοί άρχισαν να μειώνονται, ενώ το κύμα κλεισίματος επιχειρήσεων σπέρνει φόβους για μεγαλύτερη συρρίκνωση στην πραγματική οικονομία» σημειώνει.
Η συνταγή που θέλει το κράτος να ξοδεύει στην ύφεση για να στηρίξει την οικονομία αμφισβητείται αν και κατά πόσο θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην Ελλάδα. «Το κράτος δεν έχει χρήματα για δημόσιες επενδύσεις γιατί δεν μπορεί να δανειστεί από τις αγορές, να συνεχίσει δηλαδή μια ελλειμματική πολιτική» επισημαίνει ο καθηγητής κ. Τρ. Κολλίντζας. Σύμφωνα με τον ίδιο δεν υπήρχε άλλη λύση από τη λήψη των μέτρων της τρόικας για το συμμάζεμα των δημόσιων οικονομικών. «Πρώτη προτεραιότητα είναι η μείωση του ελλείμματος και του χρέους.
Δεν μπορεί να μειωθεί το κόστος δανεισμού του Δημοσίου και κατά συνέπεια των επιχειρήσεων και νοικοκυριών και να ομαλοποιηθούν η ρευστότητα των τραπεζών και η χρηματοδότηση της οικονομίας αν δεν λυθεί το δημοσιονομικό. Με τα επιτόκια στο 10% και στο 11% δεν υπήρχε άλλη λύση από τη λήψη των συγκεκριμένων μέτρων. Με τι λεφτά να κάνεις ανάπτυξη και δημόσιες επενδύσεις» τονίζει.
Σε κάθε περίπτωση οι οικονομολόγοι επισημαίνουν ότι «δεν υπάρχουν αναπτυξιακές πολιτικές άμεσου αποτελέσματος που θα μπορούσαν να μας βγάλουν από τη στενωπό και θα έκαναν υποφερτή τη δημοσιονομική προσαρμογή που επιχειρείται.
Τώρα που ο κρατικός κορβανάς έχει πάψει να μοιράζει χρήματα», επισημαίνει ο κ. Μ. Μασουράκης , ανώτερος διευθυντής Οικονομικών Μελετών της Αlpha Βank, «η ανάκαμψη δεν πρόκειται να έλθει παρά μόνον εάν αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας, καθώς θα ενδυναμώνονται οι παραγωγικές δομές της ελληνικής οικονομίας μέσα από την εφαρμογή του Προγράμματος Σταθερότητας. Και αυτό θα γίνει συντομότερα παρά αργότερα μόνο με την υλοποίηση μεγάλων επενδύσεων στη χώρα».