Το Βερολίνο ετοιμάζεται να αποκτήσει τη δυνατότητα να επεμβαίνει και πιθανόν να αποτρέπει εξαγορές εάν επενδυτές εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης αποκτούν το 15% ή περισσότερο του μετοχικού κεφαλαίου οποιασδήποτε γερμανικής επιχείρησης, αποκαλύπτει στο σημερινό της φύλλο η συντηρητική γερμανική εφημερίδα Die Welt.
Η γερμανική κυβέρνηση επέβαλε πιο αυστηρούς όρους ως προς τις ξένες επενδύσεις πέρυσι, έπειτα από μια σειρά ηχηρών εξαγορών από κινεζικές επιχειρήσεις, αποκτώντας έτσι τη δυνατότητα να επεμβαίνει εάν επενδυτές αποκτούν το 25% ή περισσότερο του μετοχικού κεφαλαίου μιας εταιρείας.
Ωστόσο το υπουργείο Οικονομίας θέλει τώρα να αποκτήσει τη δυνατότητα να επεμβαίνει εάν ένας επενδυτής εκτός ΕΕ «αποκτά άμεσα ή έμμεσα τουλάχιστον το 15% των δικαιωμάτων ψήφου (στο διοικητικό συμβούλιο) μιας γερμανικής επιχείρησης», γράφει στο σημερινό της φύλλο η Ντι Βελτ, η οποία συμβουλεύθηκε νομοσχέδιο υπό κατάρτιση.
Η Γερμανία και άλλες χώρες –οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Αυστραλία και η Βρετανία, μεταξύ άλλων– έχουν εκφράσει ανησυχίες για το γεγονός πως η Κίνα και άλλοι ανταγωνιστές τους αποκτούν πρόσβαση σε τεχνολογίες-κλειδιά προχωρώντας σε εξαγορές, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το σχέδιο νόμου για να τροποποιηθεί το Διάταγμα για το Διεθνές Εμπόριο της Γερμανίας καταρτίζεται σε συντονισμό με άλλα υπουργεία και ενδέχεται να τεθεί σε ισχύ ήδη από φέτος.
«Όταν πρόκειται για εταιρείες που συνδέονται με την άμυνα, κρίσιμες υποδομές ή ορισμένα άλλα πεδία τεχνολογιών που αφορούν την ασφάλεια πολιτικών υποδομών, όπως η ασφάλεια των συστημάτων πληροφορικής, θέλουμε να το εξετάζουμε από πιο κοντά στο μέλλον», εξήγησε στην εφημερίδα ο υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ.
«Μέχρι τώρα ήμασταν σε θέση να κάνουμε ελέγχους όταν αγοραζόταν τουλάχιστον το 25% του μετοχικού κεφαλαίου μιας εταιρείας. Τώρα θέλουμε να κατεβάσουμε αυτόν τον πήχη ώστε να μπορούμε να μελετάμε περισσότερες εξαγορές σε νευραλγικούς οικονομικούς τομείς», πρόσθεσε ο υπουργός.
Ο Αλτμάιερ σημείωσε πως το Βερολίνο ασφαλώς θέλει ξένες εταιρείες να επενδύουν στη Γερμανία, αλλά πρόσθεσε ότι η προσοχή όταν τέτοιου είδους επενδύσεις επηρεάζουν την εθνική ασφάλεια αποτελεί μέρος της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς.