«Η Ελλάδα έχει προχωρήσει πολύ περισσότερο από ό,τι νομίζουμε στη Γερμανία» αναφέρει δημοσίευμα στη γερμανική έκδοση των Financial Times.
Όπως σημειώνει η εφημερίδα: «Μετά από σκληρές μεταρρυθμίσεις, η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας βελτιώνεται. Τώρα είναι σειρά της Γερμανίας να προσεγγίσει τους σταθεροποιητικούς στόχους της ΕΚΤ, όμως από την αντίθετη κατεύθυνση».
Η εφημερίδα παρατηρεί ότι: «Η πρόσφατη επιστολή διαμαρτυρίας 200 γερμανών οικονομολόγων έδειξε για μια ακόμα φορά πόσο βαθιά ριζωμένες είναι οι απόψεις για τις ’αναξιόπιστες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου’. Το διαπιστώσαμε άλλωστε και στις ανακοινώσεις Βερολίνου, Βρυξελλών και Ουάσιγκτον μετά τις εκλογές στην Ελλάδα, στις οποίες αποκλείονταν κατηγορηματικά κάθε ’έκπτωση’ στα μέτρα λιτότητας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στην Ελλάδα θα πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις. Όμως σε σχετικά λίγο χρόνο έχει σημειωθεί πρόοδος και μάλιστα με μεγάλες θυσίες.
Όπως γράφει η Deutche Welle, στη γερμανική έκδοση των FT τονίζεται ότι: «Σημαντικός δείκτης για την προσαρμογή μιας οικονομίας αποτελεί το μισθολογικό κόστος ανά τεμάχιο. Από τη Θεσσαλονίκη μέχρι το Ηράκλειο, το κόστος αυτό μειώνεται. Η εξέλιξη αυτή δεν οφείλεται δυστυχώς σε αύξηση της παραγωγικότητας. Είναι το αποτέλεσμα δραστικής μείωσης των μισθών κατά περίπου 20%. Η ζήτηση στην Ελλάδα έχει καταρρεύσει. Αντί για ανάπτυξη, κυριαρχεί η κατάθλιψη.
Διαφορετική είναι η κατάσταση στη Γερμανία, η οποία έχει ανάγκη προσαρμογής, αλλά σε αντίθετη κατεύθυνση. Η αύξηση του μισθολογικού κόστους ανά τεμάχιο βρίσκεται εδώ και 10 χρόνια κάτω από το ιδανικό όριο του πληθωρισμού, που ορίζει η ΕΚΤ στο 2%. Έτσι, όπως στην Ελλάδα οι αυξήσεις του κόστους θα πρέπει να περιοριστούν κάτω από το 2%, στη Γερμανία θα πρέπει να φθάσουν κοντά το 2%. Με άλλα λόγια απαιτείται μισθολογική αύξηση».