Μετά την υπογραφή της διμερούς φορολογικής συμφωνίας ανάμεσα σε Αυστρία και Ελβετία για τη φορολόγηση τραπεζικών λογαριασμών μαύρου χρήματος που διατηρούν Αυστριακοί σε ελβετικές τράπεζες, πρόκειται να ακολουθήσει ανάλογη συμφωνία μεταξύ Αυστρίας και Λίχτενσταϊν και προς τούτο πρόκειται να διεξαχθεί στα τέλη Απριλίου ένας μεγάλος γύρος σχετικών διαπραγματεύσεων.
Στην περίπτωση του Λίχτενσταϊν, η συμφωνία δεν θα αφορά μόνον μαύρο χρήμα σε καταθέσεις, αλλά κυρίως χρήματα που βρίσκονται σε ιδρύματα της χώρας αυτής και που είναι ιδιαίτερα προσφιλή σε φοροφυγάδες, καθώς μπορούν, σε μεγάλο βαθμό, να ιδρυθούν ανώνυμα.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, μέχρι και 5.000 Αυστριακοί φέρονται να διατηρούν ένα ίδρυμα στο Λίχτενσταϊν, που σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να τροφοδοτείται με νόμιμα χρήματα, αλλά στις περισσότερες να πρόκειται για αφορολόγητα ποσά και ως εκ τούτου προκύπτουν δυσκολίες στη διάκριση μεταξύ τους και στην εξεύρεση λύσης για την εκ των υστέρων φορολόγησή τους, όπως σημειώνουν αναλυτές στη Βιέννη.
Όπως επισήμανε ο Αυστριακός υφυπουργός Οικονομικών, Αντρέας Σίντερ, η σχεδιαζόμενη συμφωνία με το Λίχτενσταϊν είναι πολυπλοκότερη εκείνης με την Ελβετία, τόσο από νομική όσο και πολιτική άποψη, σχετικές διαβουλεύσεις υπήρξαν στο παρελθόν και πρόκειται να συνεχιστούν.
Ο ίδιος απέφυγε να αναφερθεί σε χρονοδιάγραμμα για την υπογραφή της, σημείωσε μόνον πως η ολοκλήρωση της συμφωνίας μπορεί να καθυστερήσει και πως παραμένει ανοικτό το ερώτημα του ύψους των ποσών που μπορούν να εισπραχτούν από την Αυστρία, αφότου αυτή τεθεί σε ισχύ, ενώ στο ερώτημα, αν θα ερευνηθούν και άλλες «οάσεις» για «μαύρο χρήμα», τόνισε ότι θα προτιμούσε πολύ περισσότερο όλες αυτές οι «οάσεις» να αποξηρανθούν.