Ο επικεφαλής της Παγκόσμιας Τράπεζας, Ρόμπερτ Ζέλικ, είπε ότι δεν πιστεύει πως η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία χρειάζονται πακέτα διάσωσης για τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα, αλλά ότι οι μεταρρυθμίσεις χρειάζονται την καθοριστική στήριξη της Γερμανίας και άλλων κορυφαίων ευρωπαϊκών χωρών, ενώ εξέφρασε συγκρατημένη αισιοδοξία για τη διατήρηση του ρυθμού ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας εφέτος.
Όσον αφορά την Ελλάδα, ο Ζέλικ είπε ότι το τελευταίο πακέτο διάσωσης ύψους 130 δισεκατομμυρίων ευρώ σημαίνει ουσιαστικά ότι αγοράζεται χρόνος.«Είναι πολύ νωρίς να γνωρίζουμε. Εν μέρει εξαρτάται από τις ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβούν οι Έλληνες», τόνισε. «Πιστεύω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση χειρίζεται το θέμα της Ελλάδας μεμονωμένα αλλά ο πυρήνας των θεμάτων στα οποία πρέπει να επιτύχει είναι ορισμένες από τις μεγαλύτερες χώρες, όπως η Ιταλία και η Ισπανία… Η κατάσταση κάθε χώρας είναι διαφορετική και στην πραγματικότητα έχετε τρία αλληλοσυνδεόμενα προβλήματα. Για ορισμένες είναι το μέγεθος του δημοσιονομικού χρέους, για άλλες οι συνέπειες στην τραπεζική βιομηχανία και για άλλες η ανταγωνιστικότητά τους», είπε προσθέτοντας ότι η Ισπανία και η Ιταλία χρειάζονται χρόνο για να κάνουν τις μεταρρυθμίσεις.«Ωστόσο, πιστεύω ότι όλα αυτά είναι δυσκολότερο να εκπληρωθούν όταν υπάρχει ύφεση στην Ευρώπη», πρόσθεσε.
Η στήριξη από άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι επίσης καθοριστική. «Αυτό που προσπάθησα να προτείνω, δεδομένης της μεταρρυθμιστικής πολιτικής σε ορισμένες μεσογειακές χώρες, είναι ότι θα είναι σημαντικό για τη Γερμανία και άλλες ηγέτιδες χώρες στη διαδικασία να δείξουν την προοπτική, αν υιοθετούνται οι μεταρρυθμίσεις και πώς αυτές θα υποστηριχθούν από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες», είπε ο κ. Ζέλικ.
Εν όψει της αποχώρησής του από την ηγεσία της Παγκόσμιας Τράπεζας, σημείωσε ότι ένας “δυνατός” Αμερικανός υποψήφιος θα ωφελούσε τις ΗΠΑ και την τράπεζα καθώς η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο πρέπει να αντιπροσωπεύεται στα κορυφαία διεθνή όργανα.
Η Παγκόσμια Τράπεζα άρχισε την περασμένη εβδομάδα τη διαδικασία υποβολής υποψηφιοτήτων για την επιλογή του νέου προέδρου που θα διαδεχθεί τον Ρόμπερτ Ζέλικ, του οποίου η θητεία εκπνέει τον Ιούνιο, καλώντας τις 187 χώρες μέλη της να προτείνουν υποψήφιους. Η κυβέρνηση Ομπάμα ανακοίνωσε ότι θα ανοίξει τη διαδικασία αυτή.
Σε συνέντευξή του στη Σιγκαπούρη, ο Ζέλικ παρατήρησε ωστόσο ότι οι Αμερικανοί δεν κατέχουν ανώτατες θέσεις στα Ηνωμένα Έθνη, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, τις περιφερειακές τράπεζες ανάπτυξης ή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. «Θέλω οι ΗΠΑ να νιώσουν την αίσθηση της ευθύνης στο διεθνές σύστημα. Συνεπώς υπό την έννοια αυτή, αν επιλεγεί ο σωστός αμερικανός υποψήφιος πιστεύω ότι αυτό θα είναι καλό για τις ΗΠΑ και για την τράπεζα».
Μέχρι σήμερα δύο πρόσωπα έχουν κυρίως αναφερθεί ως πιθανοί διάδοχοί του, και αυτά είναι από τις ΗΠΑ: η υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον και ο πρώην οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου και πρώην υπουργός Οικονομικών Λόρενς Σάμερς. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχει επιμείνει ότι η Κλίντον δεν θα αναλάβει αυτή τη θέση.