Την επάρκεια κεφαλαίων για χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας τόσο στον τομέα του επιχειρείν όσο και στον τομέα της λιανικής, με έμφαση στην στεγαστική πίστη, διαθέτει το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, σύμφωνα με επιτελικά στελέχη τραπεζών.
Με βάση συγκλίνουσες εκτιμήσεις, που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, οι τράπεζες είναι πλέον έτοιμες να διοχετεύσουν σημαντική – για τα χρονικά δεδομένα – ρευστότητα στην αγορά, προκειμένου να συμβάλλουν από την δική τους πλευρά στην επανεκκίνηση μιας βιώσιμης αναπτυξιακής πορείας της ελληνικής οικονομίας, μετά μια παρατεταμένη και βαθιά περίοδο κρίσης.
Όπως τονίζουν επιτελικά τραπεζικά στελέχη, υπάρχει ζήτημα όχι με την επάρκεια των κεφαλαίων που έχουν οι τράπεζες για χρηματοδότηση της οικονομίας, αλλά με τον τομέα της ζήτησης που κυμαίνεται ακόμη σε πολύ χαμηλά επίπεδα, αν και πρόσφατα, όπως επισημαίνουν, έχει αρχίσει να εμφανίζεται κινητικότητα.
Ειδικότερα, όπως ανακοίνωσε πριν λίγες ημέρες ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου, παρουσιάζοντας το στρατηγικό πλάνο της «Agenda 2020» η Τράπεζα Πειραιώς έχει ως στόχο οι νέες χρηματοδοτήσεις της Πειραιώς να φθάνουν σταδιακά τα πέντε δισ. ευρώ σε ετήσια βάση το 2020, από δύο δισ. ευρώ το 2016.
Από την πλευρά του, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Φωκίων Καραβίας, έχει επανειλημμένα τονίσει ότι τράπεζα είναι έτοιμη να χρηματοδοτήσει υγιή και βιώσιμα σχέδια στον τομέα του επιχειρείν αλλά και να καλύψει ανάγκες ιδιωτών στον τομέα της λιανικής, έχοντας αναφερθεί ταυτόχρονα στην έλλειψη σοβαρής ζήτησης.
Στο θέμα έχει αναφερθεί και ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Λεωνίδας Φραγκιαδάκης, επισημαίνοντας σε πρόσφατη συνέντευξη του ότι η πιστωτική επέκταση για τη χρηματοδότηση της οικονομίας, όχι μόνο θα δώσει την απαραίτητη ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα, αλλά θα επανενεργοποιήσει και τις ροές εσόδων στις τράπεζες αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Επίσης και η Alpha Bank διαθέτει κεφάλαια για νέες χρηματοδοτήσεις βιώσιμων επενδυτικών σχεδίων της πελατειακής της βάσης σε τομείς που θα αποτελέσουν την αιχμή για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας.
Εκτός όμως, από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες και η Attica Bank σύμφωνα με δηλώσεις της διοίκησης της είναι έτοιμη να συμβάλει με τις δικές της δυνάμεις στην χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας. Ιδιαίτερα μετά την έγκριση της γενικής συνέλευσης της συμφωνίας με την Aldridge EDC Specialty Finance (AEDC) που επιτρέπει στην Attica Bank να κλείσει δύο ζητήματα: να ολοκληρώσει την ανακεφαλαιοποίηση που εκκρεμεί από τα τέλη του 2015 και να απαλλαγεί από το βάρος της διαχείρισης των δανείων που έχουν καταγγελθεί. Με τον τρόπο αυτό η Attica Bank – όπως επισημαίνει η διοίκηση της – γυρίζει σελίδα καθώς περνά σε επόμενη φάση με στόχο την ανάπτυξη, με προτεραιότητες μεταξύ άλλων να αξιοποιήσει δυνατότητες χρηματοδότησης από συνεργασίες με ευρωπαϊκούς οργανισμούς και να βελτιώσει τα προϊόντα της.
Κεφάλαια για την χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας διαθέτουν και διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ)
Σύμφωνα με πηγές της ΕΤΕπ, η τράπεζα απευθύνει ανοικτή πρόσκληση στον ιδιωτικό τομέα και συγκεκριμένα στο επιχειρείν για την χρηματοδότηση βιώσιμων επενδυτικών σχεδίων. Όπως μάλιστα διευκρινίζουν στελέχη της ΕΤΕπ η πρόσκληση αυτή δεν απευθύνεται μόνον στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις με χιλιάδες εργαζόμενους αλλά και σε μικρότερες σε μέγεθος επιχειρήσεις που θέλουν κεφάλαια για να αναπτυχθούν. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ΕτεΠ έχει συνολικά διαθέσει στην εγχώρια αγορά σε δανειοδοτήσεις περισσότερα από 17 δις ευρώ, περίπου το 10% του ΑΕΠ της χώρας.
Στην Ελλάδα δραστηριοποιείται επίσης και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) που σύμφωνα με τα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας – από την πρόσφατη ετήσια γενική συνέλευση της τράπεζας που πραγματοποιήθηκε στην Κύπρο – προτίθεται να αυξήσει τις χρηματοδοτήσεις της στην χώρα μας στα δύο δισ. ευρώ.
Τα επιτελικά στελέχη των τραπεζών επισημαίνουν ότι κομβικό σημείο για την σταδιακή αύξηση της ζήτησης σε υπολογίσιμα επίπεδα θα αποτελέσουν η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους καθώς και η περαιτέρω σταδιακή άρση των capital controls και φυσικά η κατάργηση τους, που θα αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία όχι μόνον των διεθνών αγορών αλλά και των συναλλασσομένων με το τραπεζικό σύστημα.