Το υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα που έχει καταγραφεί την τελευταία δεκαετία πέτυχε το 2016 η ελληνική οικονομία. Το πρωτογενές πλεόνασμα – μαμούθ ύψους 3,9% του ΑΕΠ είναι ξεκάθαρο ότι βασίστηκε στις αυξήσεις φόρων και στις μειώσεις των μισθών.
Η υπερφορολόγηση σε συνδυασμό με τη μείωση των δαπανών έδωσε αποτέλεσμα άνω των 6 δισ. ευρώ.
Αν το αποτέλεσμα μετρηθεί σύμφωνα με τους κανόνες του μνημονίου, τότε το πρωτογενές πλεόνασμα διαμορφώνεται στο 4,2% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ:
Τα έσοδα Γενικής Κυβέρνησης εμφανίζονται αυξημένα στα 87.473 δισ. ευρώ ή 2.653 δισ. ευρώ περισσότερα από αυτά του 2015.
Οι δαπάνες μειώθηκαν σε μια χρονιά κατά 9,062 δισ. ευρώ καθώς από τα 95.247 δισ. το 2015 περιορίστηκαν σε 86,185 την περασμένη χρονιά.
Στη συγκεκριμένη χρονιά, η κεντρική κυβέρνηση είχε όφελος 70 εκατ. ευρώ από τη διαδικασία υποστήριξης του τραπεζικού κλάδου ενώ το 2015 είχε πληρώσει 4,842 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών.
Kατά τη μέτρηση του πρωτογενούς ισοζυγίου στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής, μια σειρά από δαπάνες και έσοδα αντιμετωπίζονται διαφορετικά από ό,τι αντιμετωπίζονται κατά την κατάρτιση των δημοσιονομικών στοιχείων για τους σκοπούς της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος (ΔΥΕ). Πιο συγκεκριμένα, τα στοιχεία που αντιμετωπίζονται διαφορετικά στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής περιλαμβάνουν τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων, συναλλαγές για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και τα έσοδα από μεταφορές ποσών που συνδέονται με εισοδήματα των εθνικών κεντρικών τραπεζών της ευρωζώνης, τα οποία προέρχονται από την κατοχή ελληνικών κρατικών ομολόγων στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια.