Το σχέδιο προϋπολογισμού του 2017 προβλέπει για τη χρονιά που έρχεται ανάπτυξη, της τάξης του 2,7%. Η πρόβλεψη αυτή είναι ιδιαίτερα αισιόδοξη, σε σχέση με τις πραγματικές συνθήκες που επικρατούν στην αγορά και στην κοινωνία.
*Του Κωνσταντίνου Μίχαλου
Ο νέος προϋπολογισμός φέρνει μια ακόμη καταιγίδα φόρων, που όχι μόνο λειτουργεί ενάντια στο στόχο της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, αλλά υπονομεύει ακόμα και τις ίδιες του τις προβλέψεις.
Τα 2,6 δισ. ευρώ πρόσθετων φόρων που προβλέπονται στον προϋπολογισμό θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να εισπραχθούν, καθώς οι επιχειρήσεις και τα φυσικά πρόσωπα έχουν εξαντλήσει τη φοροδοτική τους ικανότητα, ενώ στο μέτωπο της φοροδιαφυγής και του παρεμπορίου – στο οποίο θα έπρεπε να αποδίδεται πρώτη προτεραιότητα – ελάχιστες πρακτικές λύσεις έχουν εφαρμοστεί.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουν, κυβέρνηση και δανειστές, ότι χωρίς γενναίες αποφάσεις και συναίνεση σε θεμελιώδεις στόχους, οι προσδοκίες για ανάπτυξη θα διαψευσθούν.
Δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε ανάκαμψη της οικονομίας, εάν δεν υπάρξει αλλαγή της δημοσιονομικής πολιτικής προς την κατεύθυνση της μείωσης της φορολογίας.
Είτε θα πρέπει να προσαρμοστούν σε αυτή τη λογική οι δημοσιονομικοί στόχοι, σε συμφωνία με τους δανειστές, είτε θα πρέπει να αλλάξει το εφαρμοζόμενο μείγμα, ώστε να περιλαμβάνει λιγότερους φόρους, αποτελεσματικότερο έλεγχο της φοροδιαφυγής και δραστικότερο περιορισμό των λειτουργικών δαπανών του κράτους.
Κυβέρνηση και πολιτικά κόμματα οφείλουν τώρα να αφήσουν στην άκρη τις ανούσιες αντιπαραθέσεις. Οφείλουν να πουν την αλήθεια, να πράξουν, να προτείνουν και να αναλάβουν δεσμεύσεις, με γνώμονα το συμφέρον της χώρας και όχι τα νούμερα των δημοσκοπήσεων. Αντίστοιχα οι δανειστές θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί στη σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας, παραμένοντας συνεπείς στις δεσμεύσεις τους. Το 2017 πρέπει να είναι έτος ανάπτυξης, γιατί η Ελλάδα δεν έχει πλέον άλλη επιλογή.
*Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος είναι πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και του ΕΒΕΑ