Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε σήμερα, με αφορμή την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ιρλανδικής Τράπεζας ILP, ότι σε περίπτωση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος κράτους μέλους της Ε.Ε., η εν λόγω αύξηση μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη συναίνεση της γενικής συνέλευσης των μετόχων της Τράπεζας.
«Δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι τα συμφέροντα των μετόχων και των πιστωτών υπερέχουν σε κάθε περίπτωση του δημοσίου συμφέροντος που αφορά τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος» αναφέρει στη σημερινή απόφασή του το Ευρωδικαστήριο.
Η υπόθεση αυτή σχετίζεται με την υπαγωγή της Ιρλανδίας σε Μνημόνιο τον Δεκέμβριο του 2010.
Με βάση τις σχετικές συμφωνίες η Ιρλανδία ανακεφαλαιοποίησε τις τράπεζες της, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν και η ILP. Ο τότε ιρλανδός Υπουργός Οικονομικών υπέβαλε στους μετόχους της ILPGH (εταιρίας που κατείχε το σύνολο των μετοχών της ILP) πρόταση για τη διευκόλυνση της ανακεφαλαιοποίησης της ILP. Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε από τη γενική συνέλευση της ILPGH στις 20 Ιουλίου 2011.
Προς τον σκοπό της ανακεφαλαιοποίησης της ILP, κατόπιν αιτήσεως του Υπουργού εκδόθηκε δικαστική διαταγή με την οποία η ILP υποχρεώθηκε, παρά την ως άνω απόρριψη, να εκδώσει, έναντι εισφοράς κεφαλαίου 2,7 δισεκατομμυρίων ευρώ, νέες μετοχές υπέρ του Υπουργού. Ως εκ τούτου, ο Υπουργός κατέστη, χωρίς απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων της ILPGH, κάτοχος του 99,2 % των μετοχών της εταιρίας αυτής.
Μέλη της διοίκησης και μέτοχοι της ILPGH προσέφυγαν στη συνέχεια σε ιρλανδικό Δικαστήριο, ζητώντας την ακύρωση της δικαστικής διαταγής. Κατά την άποψή τους, η αύξηση κεφαλαίου που έγινε κατόπιν της διαταγής αυτής δεν συνάδει με οδηγία της Ε.Ε., καθόσον έγινε χωρίς τη συναίνεση της γενικής συνέλευσης της ILPGH.
Το ιρλανδικό Δικαστήριο απευθύνθηκε με τη σειρά του στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο το οποίο με τη σημερινή απόφασή του κατέληξε στο συμπέρασμα πως «μολονότι υφίσταται σαφές δημόσιο συμφέρον για τη διασφάλιση, σε ολόκληρη την Ε.Ε., ισχυρής και συνεπούς προστασίας των μετόχων και των πιστωτών, εντούτοις, το συμφέρον αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπερέχει σε κάθε περίπτωση του δημοσίου συμφέροντος που συνίσταται στη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος που προβλέπουν οι Συνθήκες της Ένωσης».