Την εκτίμηση ότι «θα πρέπει να προετοιμαζόμαστε για στιγμές έντασης της επόμενες εβδομάδες και τους επόμενους μήνες καθώς η Ελλάδα και οι πιστωτές της προσπαθούν να συμφωνήσουν στην πρώτη αξιολόγηση του περυσινού προγράμματος διάσωσης», κάνουν οι Financial Times.
Όπως γράφει ο Wolfgang Münchau: «Κατ’ ιδίαν, ανώτατοι γερμανοί αξιωματούχοι συμφωνούν πως η Αθήνα χρειάζεται ελάφρυνση χρέους. Δεν είναι τυφλοί.
Όμως είναι παγιδευμένοι στο ψέμα πως η Ελλάδα είναι φερέγγυα, αυτό δηλαδή που είπαν και στα μέλη των κομμάτων τους. χωρίς αυτό το ψέμα, η Ελλάδα δεν θα ήταν πλέον μέλος της ευρωζώνης».
Σύμφωνα με τους FT: «Η επιμονή του ΔΝΤ στην ελάφρυνση χρέους είναι αυτό που θα μπορούσε να εκθέσει αυτό το δέμα. Η επικεφαλής του Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ, πέρυσι έθεσε ως όρο για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στη διάσωση, τη συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους.
Ο κ. Σόιμπλε συμφώνησε απρόθυμα, όμως κατάφερε να εισάγει τις λέξεις “αν χρειαστεί”, που του δίνουν περιθώριο ελιγμού. Όμως το Βερολίνο έθεσε έναν ακόμα όρο: στη διάσωση πρέπει να συμμετέχει το ΔΝΤ.
Αυτό είναι που καθιστά ευάλωτη τη θέση της Γερμανίας. Γνωρίζουμε πως το τεχνικό κλιμάκιο του ΔΝΤ εμμένει σταθερά στην αντίθεσή του να εμπλακεί σε μια διάσωση χωρίς συμφωνία για την ελάφρυνση χρέους. Το πρόβλημα είναι πως οι πολιτικές δεν καθορίζονται από το τεχνικό κλιμάκιο αλλά από τους μετόχους του ΔΝΤ.
Οι Ευρωπαίοι και οι ΗΠΑ είναι οι κυρίαρχοι μέτοχοι άρα το αποτέλεσμα αυτής της μάχης θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την άποψη της Ουάσινγκτον».
Η εφημερίδα γράφει ότι: «Για να βγει από το αδιέξοδο, ο κ. Σόιμπλε πρόσφατα έκανε μια αντιπρόταση: η Γερμανία θα δεχθεί επί της αρχής τη συζήτηση για το χρέος, μόνο όμως από το 2018.
Η ημερομηνία επιλέχθηκε προσεκτικά. Είναι μετά τις επόμενες ομοσπονδιακές εκλογές. Δεν είναι ξεκάθαρο αν θα εξακολουθήσει να είναι υπουργός Οικονομικών, ή ακόμα και στην κυβέρνηση. Υποπτεύομαι πως η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση, το κόμμα του, θα ηγηθεί της επόμενης κυβέρνησης, καθώς η εκλογική αριθμητική καθιστά απίθανο κάποιον άλλον σχηματισμό. Ωστόσο, προτείνει να δεσμεύσει τον όποιον διάδοχό του σε αυτή την πορεία δράσης. Μια τέτοια δέσμευση δεν έχει καμία αξιοπιστία.
Το ΔΝΤ απέρριψε την ιδέα αυτή την προηγούμενη εβδομάδα, και δικαίως. Θέλει να ξεκαθαρίσει τώρα η κατάσταση, ή, όπως μου είπε πρόσφατα αξιωματούχος, θέλει να… ανακτήσει την χαμένη του παρθενία. Κάνοντάς το αυτό, θα αποκαταστήσει την φήμη του και θα «δει» την «μπλόφα» του Βερολίνου. Υπάρχει, βέβαια, κίνδυνος αυτή η αναμέτρηση να πυροδοτήσει μια ακόμα κρίση στην ευρωζώνη. Η κα Μέρκελ έχει καλό λόγο να μην αφήσει την κατάσταση να κλιμακωθεί».
Ο αρθρογράφος σημειώνει πως: «Το συμπέρασμά μου είναι πως μια αξιόπιστη απειλή από το ΔΝΤ να τραβήξει την πριζα στη συμμετοχή της στην ελληνική διάσωση θα μπορούσε να αναγκάσει τους Ευρωπαίους, και ιδιαίτερα τους Γερμανούς, να ξεκαθαρίσουν τη θέση τους.
Αν οι ευρωπαίοι θέλουν να συνεχίσουν το παράταση και προσποίηση, να δίνουν τα δάνεια και να προσποιούνται πως η Ελλάδα είναι φερέγγυα, ας είναι. Όμως θα πρέπει τουλάχιστον να το κάνουν αυτό με δικά τους χρήματα. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να εξαγοράσουν τα δάνεια διάσωσης του ΔΝΤ προς την Αθήνα, κάτι που σημαίνει πως θα πρέπει να αναλάβουν τις πιστώσεις του Ταμείου προς την Ελλάδα».