«Η ελάφρυνση του χρέους είναι η βασική προϋπόθεση για τη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στο τρίτο πακέτο βοήθειας για την Ελλάδα και έχει τεθεί τόσο σαφώς, ώστε θεωρώ απίθανο ότι θα παραμείνει χωρίς να γίνει (ελάφρυνση)», δήλωσε στη Deutsche Welle ο Γιοργκ Ρόχολ, πρόεδρος της ιδιωτικής Σχολής Οικονομίας και Mάνατζεμεντ του Βερολίνου (ESMT) του Βερολίνου.
Ο Ρόχολ, ο οποίος είναι και σύμβουλος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, στην πρόσφατα δημοσιευθείσα έρευνά του με τον τίτλο «Πού πήγαν τα λεφτά για τη σωτηρία της Ελλάδας;», απέδειξε ότι λιγότερο από το 5% των χρημάτων που δόθηκαν ως βοήθεια στην Ελλάδα κατέληξαν στον ελληνικό προϋπολογισμό, ενώ σχεδόν το 80% δόθηκε για την εξόφληση οφειλών, την πληρωμή τόκων και την επανακεφαλαιοποίηση γαλλικών και γερμανικών τραπεζών.
Ο Γιοργκ Ρόχολ προβλέπει ότι «ο στόχος (των δανειστών) θα είναι να συμφωνηθεί μια ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, με την οποία είτε να μειώνεται το επιτόκιο είτε να επιμηκύνεται ο χρόνος αποπληρωμής του ή και τα δύο μαζί». Επισημαίνει όμως επίσης, ότι τα αποτελέσματα ενός τέτοιου κουρέματος θα εξανεμισθούν αν η δημόσια διοίκηση δεν γίνει αποτελεσματικότερη και δεν καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή, διότι «οι αιτίες του προβλήματος βρίσκονται στην Ελλάδα».
Ο Γιούργκεν Κάιζερ, συντονιστής της πρωτοβουλίας «Έτος διαγραφής χρεών» («Erlassjahr.de»), επαινεί με δηλώσεις του στη Deutsche Welle το ΔΝΤ, διότι «ανήκει στις φωνές της λογικής στο θέμα της ελληνικής κρίσης». Ο εμπειρογνώμονας για θέματα χρέους, ο οποίος αγωνίζεται από το 2000 για τη διαγραφή των χρεών των φτωχών κρατών παγκοσμίως, λέει επίσης αυτό το οποίο παραδέχονται οι περισσότεροι εμπειρογνώμονες, δηλαδή ότι «αν οι δανειστές είχαν προβεί σε κούρεμα του χρέους από την αρχή της ελληνικής κρίσης, θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί». Ο Κάιζερ προσθέτει επίσης ότι «οι συνέπειες αυτής της λανθασμένης απόφασης έγιναν ακόμα πιο παράλογες και ακόμα πιο ακριβές».