Δεν υπάρχει ανάγκη να αναδιαρθρωθεί ή να ελαφρυνθεί το κρατικό χρέος της Ελλάδας, έκρινε σε συνέντευξη που παραχώρησε στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
«Οι συμφωνίες του περασμένου καλοκαιριού είναι σαφείς: εάν η πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος ολοκληρωθεί επιτυχώς και κατόπιν συνεχίσει να υπάρχει η ανάγκη να γίνει κάτι για τη βιωσιμότητα του χρέους, τότε θα μιλήσουμε για αυτό», σημείωσε ο Σόιμπλε. «Μέχρι τώρα, δεν μπορώ να διακρίνω στην ανάλυση για τη βιωσιμότητα του χρέους ότι υπάρχει ανάγκη για αναδιάρθρωση του χρέους. Δεν βλέπω αυτή τη στιγμή καμιά ανάγκη για κάτι τέτοιο», επέμεινε ο ίδιος.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ διέψευσε την υπόθεση πως ο θεσμός θα ωθούσε την Ελλάδα πιο κοντά στη χρεοκοπία για τακτικούς, διαπραγματευτικούς λόγους, μετά τη διαρροή της απομαγνητοφώνησης μιας συνδιάλεξης στελεχών του ΔΝΤ, στην οποία αφηνόταν να εννοηθεί πως το Ταμείο θα απειλούσε να αποσυρθεί από το πρόγραμμα ώστε να πιεστούν οι Ευρωπαίοι πιστωτές να προσφέρουν ελάφρυνση χρέους στην Αθήνα.
«Η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα έχει συμφωνηθεί», σημείωσε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. «Οπωσδήποτε δεν θα αφεθούμε να εκβιαστούμε. Τηρούμε τις συμφωνίες αλλά και οι άλλοι πρέπει επίσης» να το πράττουν, επέμεινε ο υπουργός Οικονομιών της Γερμανίας.
Η Ελλάδα κι οι διεθνείς πιστωτές διέκοψαν τις συνομιλίες για την αξιολόγηση του προγράμματος σήμερα, κάτι που σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς πιθανόν θα οδηγήσει στην καθυστέρηση της εκταμίευσης μιας σημαντικής δόσης στην Ελλάδα. Οι συνομιλίες αναμένεται να επαναληφθούν αμέσως μετά από την εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ αυτή την εβδομάδα στην Ουάσινγκτον.
Κατά τον Σόιμπλε, η εφαρμογή του προγράμματος από την ελληνική κυβέρνηση θα συζητηθεί στο περιθώριο των εργασιών της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ και της Ομάδας των Είκοσι (G20) πιο βιομηχανικά ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων οικονομιών στην Ουάσινγκτον εντός της εβδομάδας. Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας πρόσθεσε ότι μια συμφωνία μοιάζει να είναι εφικτή περί τα τέλη του Απριλίου.
«Είμαι βέβαιος ότι θα καταλήξουμε σε μια φιλική διευθέτηση. Δεν θα βρεθούμε ξανά αντιμέτωποι με μια κρίση στην Ελλάδα φέτος», διαβεβαίωσε ο Σόιμπλε. «Κανένας δεν απαιτεί η Ελλάδα να εφαρμόσει τα πάντα κατά γράμμα», σημείωσε, αλλά πρόσθεσε: «το συνολικό αποτέλεσμα πρέπει να βγάζει νόημα και τα προαπαιτούμενα να ανταποκρίνονται σε όσα συμφωνήθηκαν το περασμένο καλοκαίρι. Είναι σημαντικό η Ελλάδα να μη συνεχίσει να αμφισβητεί αυτά που είχαμε συμφωνήσει από κοινού. Δεν είναι αυτός ο τρόπος που οικοδομεί κανείς εμπιστοσύνη».
Περνώντας σε άλλα θέματα, ο Σόιμπλε ανέφερε πως αναμένει να ληφθεί τον Ιούνιο μια απόφαση για το εάν θα επιβληθεί σε μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ένας ειδικός φόρος στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές. Ακόμη, επισήμανε πως η κατάσταση της διεθνούς οικονομίας δεν έχει επιδεινωθεί από την πιο πρόσφατη σύνοδο της G20 στη Σαγκάη τον Φεβρουάριο.
Επέμεινε στην πάγια θέση του πως «δεν πρέπει να δίνεται υπερβολική έμφαση στη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, καθώς οι δυνατότητές τους έχουν ουσιαστικά εξαντληθεί».
«Αλλά αυτό δεν είναι εύκολο. Βλέπουμε πόσες δυσκολίες αντιμετωπίζει η Fed, η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ, να διαχειριστεί μια πολύ προσεκτική έξοδο από τη νομισματική πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης».
Εξάλλου, σημείωσε πως η πρόκληση της μετάβασης της Κίνας από ένα εξαγωγικό αναπτυξιακό μοντέλο σε ένα διαφορετικό βιώσιμο οικονομικό υπόδειγμα, βασισμένο στην τόνωση της εσωτερικής ζήτησης. Ωστόσο δήλωσε «πεπεισμένος» πως το Πεκίνο τελικά «θα τα καταφέρει»
Αναφερόμενος στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο Σόιμπλε επέμεινε σε άλλη μια πάγια θέση του, ότι τα επιτόκιά της, που βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, προκαλούν τεράστια «προβλήματα» στις γερμανικές τράπεζες και τους συνταξιούχους και υποσκάπτουν την υποστήριξη των ψηφοφόρων στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Αλλά θα ήταν λάθος —τόνισε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών— να επιρριφθεί η ευθύνη για την κατάσταση στην Ευρώπη σήμερα αποκλειστικά στην ΕΚΤ. Δεν πρέπει να επαφίεται στις κεντρικές τράπεζες η αποκατάσταση της οικονομικής ανάπτυξης, επανέλαβε ο Σόιμπλε καλώντας να εφαρμοστούν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.