Ανοδική πορεία παρουσίασε το 2010 η συνολική αξία πωλήσεων των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας (private label) παρουσιάζοντας αύξηση 6% σε σχέση με το 2009, σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελέτης της Icap Group.
Το συνολικό μέγεθος της εγχώριας αγοράς των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής 13% το διάστημα 2007-2009. Χαρακτηριστικό είναι ότι η ετήσια αύξηση των πωλήσεων προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας υπερβαίνει την αντίστοιχη αύξηση των συνολικών πωλήσεων του κλάδου των super markets και cash & carry.
Στη δυναμική της εξεταζόμενης αγοράς αναμφίβολα συμβάλλει η οικονομική ύφεση και η γενικότερη αλλαγή που παρατηρείται στην καταναλωτική συμπεριφορά του κοινού. Κυρίαρχη κατηγορία προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας παραμένουν τα τρόφιμα με ποσοστό συμμετοχής 61% περίπου στο συνολικό μέγεθος της αγοράς το 2009. Ακολουθεί η κατηγορία που περιλαμβάνει τα προϊόντα καθημερινής συντήρησης του νοικοκυριού (απορρυπαντικά, χαρτικά, καθαριστικά) με ποσοστό 16% και η κατηγορία που περιλαμβάνει τα πάσης φύσεως χρηστικά είδη του νοικοκυριού, καθώς και τα είδη ένδυσης με ποσοστό 12%.
O βαθμός διείσδυσης των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στο σύνολο των πωλήσεων των επιχειρήσεων super markets και cash & carry διαμορφώθηκε σε 16,8% το 2009 έναντι 15,5% το 2008.
Τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας (private label) παρουσιάζουν σημαντική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, καθώς, πέραν της ανταγωνιστικότερης τιμής τους, εδραιώνονται ολοένα και περισσότερο στη συνείδηση του καταναλωτή ως εφάμιλλα των επωνύμων για την ποιότητα, τη φήμη, τη συσκευασία και τη συνολική τους εικόνα εν γένει. Στη συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων περιλαμβάνονται όλα τα εμπορεύματα που διατίθενται με το εμπορικό σήμα ενός καταστήματος λιανικής. Το εμπορικό σήμα μπορεί να είναι η επωνυμία της επιχείρησης ή ένα σήμα το οποίο δημιουργείται αποκλειστικά από την επιχείρηση λιανικής για τα καταστήματά της.
Οι επιχειρήσεις του κλάδου των super markets έχουν αναπτύξει τα private label με ταχείς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, “κτίζοντας” πάνω στην αναγνώριση της ταυτότητάς τους και την πιστότητα του κοινού τους. Αξιόλογη παρουσία έχουν και οι προμηθευτικοί όμιλοι (όμιλοι κοινών αγορών) που δημιουργήθηκαν προκειμένου οι ανεξάρτητες επιχειρήσεις και οι μικρότερες αλυσίδες να αντιμετωπίσουν τον εντεινόμενο ανταγωνισμό στον κλάδο των super markets.
Το διαθέσιμο εισόδημα και ο δείκτης τιμών καταναλωτή, το μέγεθος των νοικοκυριών, καθώς και η συμμετοχή των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στο καλάθι αγορών ανά επίσκεψη, αποτελούν τους παράγοντες που καθορίζουν τη συνολική ζήτηση των εν λόγω προϊόντων.
Στο πλαίσιο της μελέτης έγινε και χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων super markets και cash & carry που διαθέτουν προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού, ο οποίος συντάχθηκε με βάση αντιπροσωπευτικό δείγμα 52 εταιρειών για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία τόσο για το 2009 όσο και για το 2008, προκύπτουν τα εξής:
Το σύνολο του ενεργητικού των επιχειρήσεων του δείγματος παρουσίασε αύξηση κατά 4,2% το 2009 σε σχέση με το 2008, η οποία προήλθε κυρίως από την αύξηση της αξίας των παγίων και των απαιτήσεων των εταιρειών. Τα ίδια κεφάλαια σημείωσαν μικρή αύξηση (1,3%) την ίδια περίοδο. Οι μεσομακροπρόθεσμες υποχρεώσεις μειώθηκαν κατά 15,8%, ενώ αντίστροφη πορεία ακολούθησαν οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις (αύξηση 10,1% το 2009/08).
Οι συνολικές πωλήσεις των 52 επιχειρήσεων παρουσίασαν μικρή αύξηση (1,5%) το 2009/08. Το μικτό κέρδος αυξήθηκε με ελαφρώς υψηλότερο ρυθμό (2,6%). Ωστόσο, η αύξηση των λοιπών λειτουργικών εξόδων (κατά 6,2%) οδήγησε στην επιδείνωση του συνολικού λειτουργικού αποτελέσματος κατά 17,0%. Τελικά, τα κέρδη (προ φόρου) των συγκεκριμένων εταιρειών μειώθηκαν κατά 23,4% το 2009, ενώ και τα κέρδη EBITDA μειώθηκαν κατά 5,9%.
O τομέας του private label αναμένεται να αυξήσει το μερίδιο του (κατά μία έως δύο ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2009) στις συνολικές πωλήσεις των super markets και cash and carry τα επόμενα δύο χρόνια (2011-2012).