Σύμφωνα με έρευνα της Ernst & Young που παρουσιάστηκε σήμερα με τίτλο «Ελλάδα: Βαρόμετρο κεφαλαιακής εμπιστοσύνης» μια στις δύο μεγάλες επιχειρήσεις στη χώρα μας εκτιμά ότι θα χρειαστεί να αναχρηματοδοτήσει τις δανειακές της υποχρεώσεις ή τα χρέη της μέσα στους επόμενους μήνες.
Πιο συγκεκριμένα ο Γιώργος Μομφεράτος, partner παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποιήθηκε σε 49 διευθυντικά στελέχη εταιριών της ελληνικής αγοράς με εισόδημα άνω των 10 εκατ. ευρώ η κάθε μια, ανέφερε ότι οι ερωτηθέντες σε ποσοστό 46% δήλωσαν ότι οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες έχουν χειροτερεύσει συγκριτικά με τους προηγούμενους έξι μήνες.
Επίσης, το 48% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι θα χρειαστεί να αναχρηματοδοτήσουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις ή τα χρέη τους μέσα στους επόμενους 12 μήνες.
Ενδεικτική της τάσης που υπάρχει στην ελληνική αγορά, είπε ο κ. Μομφεράτος, είναι ότι από τα διευθυντικά στελέχη που ερωτήθηκαν ποσοστό 70% εκτιμούν ότι η οικονομία δε θα συνέλθει παρά μετά την πάροδο 2 έως 5 ετών, ενώ μόνο το 11% πιστεύει ότι η ύφεση θα υποχωρήσει στους επόμενους 12-24 μήνες.
Η παρατεινόμενη ύφεση επηρεάζει τις προοπτικές των εξαγορών και συγχωνεύσεων. Το 59% των διευθυντικών στελεχών της ελληνικής αγοράς πιστεύει ότι οι προοπτικές για εξαγορές και συγχωνεύσεις θα είναι πιο ευνοϊκές στην παγκόσμια αγορά συγκριτικά με τις αντίστοιχες προοπτικές της εγχώριας αγοράς για τους επόμενους έξι μήνες.
Παράλληλα, η πλειοψηφία πλέον των στελεχών (56%) εστιάζει στην οργανική ανάπτυξη αντί στην ανάπτυξη μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων. Επίσης, η επιθυμία τους για εξαγορές υπερβαίνει την διάθεση τους για πωλήσεις περιουσιακών τους στοιχείων.
Χαρακτηριστικά, το 40% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι είναι πιθανό ή πολύ πιθανό να προβούν σε εξαγορές στους επόμενους έξι μήνες, συγκριτικά με το 14% που δήλωσε ότι αναζητούν ευκαιρίες για πώληση περιουσιακών στοιχείων.
Όπως προκύπτει από τη μελέτη, δεν αντιμετωπίζουν όλες οι επιχειρήσεις προβλήματα χρηματοδότησής. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι η χρήση μετρητών και δανείων για τους επόμενους 12 μήνες μειώνεται μόνο οριακά σε σύγκριση με τους προηγούμενους 12 μήνες. Ο τραπεζικός δανεισμός παραμένει ως κύρια πηγή χρηματοδότησης συναλλαγών με το 54% των ερωτηθέντων να σχεδιάζει να χρηματοδοτήσει συναλλαγές με τραπεζικό δανεισμό στους επόμενους 12 μήνες (ποσοστό ελαφρώς μειωμένο έναντι των προηγούμενων 12 μηνών που κυμαινόταν σε 64%).
Η χρήση μετρητών για τη χρηματοδότηση συναλλαγών ακολουθεί την ίδια τάση και εμφανίζεται ελαφρώς μειωμένη για τους επόμενους 12 μήνες από 39% έναντι του 36% των ερωτηθέντων. Τα στοιχεία της έρευνας δείχνουν επίσης ότι οι διοικήσεις των εταιρειών τείνουν στην ανεύρεση μη παραδοσιακών πηγών χρηματοδότησης όπως αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, δάνεια μετόχων, ή ιδιωτικά κεφάλαια.