Με νέο εργοστάσιο, εξαγωγικές βλέψεις και digital rebranding, η παραδοσιακή κρητική μπουκιά μεταμορφώνεται σε διεθνές brand νέας γενιάς.
Η ιστορία για «Το Μάννα» Τσατσαρωνάκη ξεκινά πίσω στο 1948, από το χωριό Πλάτανος στα Χανιά της Κρήτης. Η εταιρεία κατάφερε να τοποθετήσει πρώτη το συσκευασμένο παξιμάδι στην ελληνική και διεθνή αγορά και συνεχίζεται τρεις γενιές μετά, με την ίδια αφοσίωση στην ποιότητα, την παράδοση και την κρητική φιλοξενία. Χρησιμοποιώντας πρώτες ύλες που σέβονται τη γη, η εταιρεία έχει καταφέρει να δώσει νέα πνοή σε ένα παραδοσιακό προϊόν και να το μετατρέψει σε καθημερινή, υγιεινή απόλαυση.
Μάλιστα, πρόσφατη μεγάλη έρευνα καταναλωτή έδειξε ότι «το Μάννα» Τσατσαρωνάκη είναι σήμερα η ισχυρότερη μάρκα στην αγορά του παξιμαδιού και συνδέεται με την κρητική παράδοση και τα ποιοτικά υλικά.
Τα σχέδια για το 2025
Με μερίδιο 30% στην κατηγορία του παξιμαδιού, η νέα χρονιά βρίσκει «Το Μάννα» στην κορυφή του κλάδου. Μάλιστα το «δαγκωτό», που έβαλε το παξιμάδι στην κατηγορία snack, αποτέλεσε το 10% του τζίρου για το 2024, ενώ η εταιρεία «τρέχει» ήδη μέσα στο 2025 με αύξηση 15% σε αξία και +16% σε όγκο.
Όπως είπε η Ελένη Τσατσαρωνάκη, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας κατά τη διάρκεια δημοσιογραφικής συνάντησης, η λειτουργία του πρώην εργοστασίου της Nutriant (πρώην Κατσέλης) στις Αχαρνές, αναμένεται να ξεκινήσει το φθινόπωρο καθώς συνεχίζονται εντατικά οι εργασίες για την επισκευή του. Η επένδυση αυτή σηματοδοτεί ένα σημαντικό turning point για την εταιρεία, καθώς ανοίγει τον δρόμο για δυναμικές εξαγωγές, ενώ παράλληλα αυξάνει την παραγωγική της δυνατότητα σε νέες καινοτόμες σειρές προϊόντων.
«Οι δυνατότητες που μας δίνει το νέο εργοστάσιο θα μας προσφέρουν άλλη δυναμική», επεσήμανε η κύρια Τσαρωνάκη τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Με τη λειτουργία του εργοστασίου στις Αχαρνές θα μπούμε σε έναν ωκεανό ανάπτυξης».

Παράλληλα, όπως δήλωσε η Χρύσα Σαπουντζή υπεύθυνη μάρκετινγκ της εταιρείας, τον Μάιο θα λανσαριστούν νέοι κωδικοί στην κατηγορία του μίνι, αλλά και νέες γεύσεις (λιναρόσπορος, βρώμη, καλαμπόκι).
Η νέα γενιά
Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι πως ένα προϊόν που κάποτε θεωρούνταν «παλιομοδίτικο», καταφέρνει πλέον να αποκτά φανατικούς καταναλωτές ηλικίας 25-40 ετών. Η εταιρεία κατάφερε να χτίσει σχέση εμπιστοσύνης με αυτή τη νέα γενιά μέσα από μοντέρνες συσκευασίες, περιβαλλοντική ευαισθησία, αλλά και ένα brand storytelling που παντρεύει την αυθεντικότητα με την αισθητική του σήμερα.
Πίσω από την ανανέωση της εικόνας, υπάρχει μία στρατηγική: το brand να αγκαλιαστεί από το νεανικό κοινό τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Όπως δηλώνει η CEO της εταιρείας, «η επόμενη γενιά καταναλωτών αναζητά αυθεντικότητα, ποιότητα, αλλά και αξίες. Επενδύουμε σε όλα αυτά – και γι’ αυτό κερδίζουμε».