Ιδιαίτερο βάρος αναμένεται να δοθεί το επόμενο διάστημα στον σχεδιασμό του προγράμματος «Σπίτι μου ΙΙ», το οποίο θα ξεκινήσει στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του επόμενου έτους. Πιθανότερος χρόνος έναρξης είναι λίγο πριν ή λίγο μετά το Πάσχα. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, το νέο πρόγραμμα αναμένεται να εξυπηρετήσει περίπου 20.000 δικαιούχους.
Το επιτόκιο των δανείων του προγράμματος «Σπίτι μου ΙΙ» εκτιμάται ότι θα κινηθεί κάτω από το 1,8%, με πιθανότητα να φτάσει ακόμα και το 1,5%, ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς. Αυτό θα εξαρτηθεί από την ταχύτητα μείωσης των επιτοκίων παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία έχει ήδη ξεκινήσει από το καλοκαίρι.
Μια νέα μείωση αναμένεται το επόμενο διάστημα, ίσως και την αυριανή ημέρα. Το συνολικό ποσό των χορηγήσεων του δεύτερου κύκλου του προγράμματος «Σπίτι μου ΙΙ» θα ανέλθει σε 2 δισ. ευρώ και θα χρηματοδοτηθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Το επιτόκιο αποτελεί μία από τις σημαντικότερες αλλαγές σε σχέση με τον πρώτο κύκλο, όπου το επιτόκιο ήταν χαμηλότερο, καθώς το 75% της αξίας του δανείου ήταν άτοκο λόγω επιδότησης από τη ∆ΥΠΑ.
Σύμφωνα με τις τελευταίες ανακοινώσεις, το επιτόκιο του νέου κύκλου θα διαμορφωθεί στο 50% του σημερινού επιτοκίου, το οποίο κατά μέσο όρο ανέρχεται στο 3,87%. Μια ακόμη σημαντική αλλαγή αφορά την επέκταση των ηλικιακών και εισοδηματικών κριτηρίων των δικαιούχων.
Πλέον, επιλέξιμοι θα είναι και οι πολίτες ηλικίας έως 50 ετών, σε αντίθεση με τον πρώτο κύκλο, όπου το όριο ήταν τα 39 έτη. Τα εισοδηματικά κριτήρια έχουν επίσης αυξηθεί, με το όριο για άγαμους να φτάνει τα 20.000 ευρώ ετήσιο εισόδημα (από 10.000 έως 16.000 ευρώ στον πρώτο κύκλο). Για ζευγάρια, το όριο διαμορφώνεται στις 28.000 ευρώ (από 24.000 ευρώ), με επιπλέον 4.000 ευρώ για κάθε παιδί (από 3.000 ευρώ). Για παράδειγμα, μια οικογένεια με ένα παιδί μπορεί να συμμετάσχει εάν το οικογενειακό εισόδημα δεν ξεπερνά τις 32.000 ευρώ, ενώ με δύο παιδιά το όριο ανεβαίνει στις 36.000 ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τα επιλέξιμα ακίνητα, οι ακριβείς προδιαγραφές δεν έχουν ακόμη καθοριστεί, κάτι που προκαλεί αβεβαιότητα στην αγορά. Φορείς της κτηματαγοράς τονίζουν ότι, αν δεν διευρυνθεί η «δεξαμενή» των επιλέξιμων ακινήτων, το πρόγραμμα θα εντείνει τις ήδη υπάρχουσες στρεβλώσεις, ειδικά στις μεγάλες αγορές ακινήτων της Αττικής και της Θεσσαλονίκης, όπου καταγράφονται οι μεγαλύτερες ανάγκες στέγασης.
Στον πρώτο κύκλο του προγράμματος, τα επιλέξιμα ακίνητα ήταν περιορισμένα, συγκεντρωμένα κυρίως στο κέντρο της Αθήνας και στα δυτικά προάστια, λόγω των αυστηρών κριτηρίων. Τα ακίνητα έπρεπε να έχουν αξία έως 200.000 ευρώ, ενώ το μέγιστο ποσό δανείου ήταν 150.000 ευρώ. Επίσης, έπρεπε να είναι ηλικίας έως 15 ετών (με κατασκευή έως το 2007) και μέγιστης επιφάνειας 150 τ.μ. Αν αυτά τα κριτήρια δεν αλλάξουν, υπάρχει κίνδυνος να επαναληφθεί το ίδιο φαινόμενο με μεγαλύτερη ένταση, δεδομένου ότι η προσφορά ακινήτων έχει συρρικνωθεί ακόμη περισσότερο.
Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέες αυξήσεις τιμών πώλησης, ακυρώνοντας στην πράξη το όφελος των μειωμένων επιτοκίων για τους δικαιούχους, καθώς οι αυξημένες τιμές θα αντισταθμίσουν τα χαμηλότερα επιτόκια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ακίνητα που πωλούνταν πριν από την έναρξη του πρώτου κύκλου του προγράμματος «Σπίτι μου» για 80.000-100.000 ευρώ, τελικά πωλήθηκαν ακόμα και πάνω από 150.000 ευρώ λόγω της αυξημένης ζήτησης και της πίεσης των δικαιούχων να αποκτήσουν ακίνητο σε περιορισμένο χρονικό διάστημα μετά τηνέγκριση του δανείου.
Τέλος, το γεγονός ότι το πρόγραμμα δεν θα ξεκινήσει πριν από το δεύτερο τρίμηνο του 2025, αναμένεται να οδηγήσει πολλούς αγοραστές και πωλητές σε στάση αναμονής.
Αυτό θα μειώσει ακόμη περισσότερο τις ήδη περιορισμένες συναλλαγές στην αγορά κατοικίας, λόγω των υψηλών τιμών και της αύξησης των ελάχιστων ορίων επένδυσης για την απόκτηση άδειας διαμονής μέσω του προγράμματος «χρυσή βίζα», επηρεάζοντας αρνητικά τη συνολική ζήτηση στην αγορά ακινήτων.