«Ουδέν κακό αμιγές καλού», έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι και αυτό ταιριάζει απόλυτα με την εικόνα που υπάρχει σήμερα στον ελληνικό τουρισμό. Από τη μία, η γκρίνια για τα φαινόμενα υπερτουρισμού αυξάνεται, ενώ από την άλλη υπάρχει και η ψυχρή λογική που λέει ότι ο τουρισμός για την Ελλάδα είναι κάτι σαν μονοκαλλιέργεια και, αν μειωθεί η απόδοσή του, τότε ίσως «πεινάσουμε».

Την παραπάνω διαπίστωση ενισχύουν τα στοιχεία για την πορεία του εμπορικού ελλείμματος, τα οποία δείχνουν περαιτέρω αύξησή του, παράλληλα με τη μείωση των εξαγωγών και την αύξηση των εισαγωγών.

Στην κυβέρνηση έχει ξεκινήσει η συζήτηση για τον έλεγχο του υπερτουρισμού. Στο πλαίσιο αυτό, υπάρχει η πρόθεση να υιοθετηθεί το μοντέλο της Βενετίας στη Σαντορίνη, η οποία αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω της αθρόας έλευσης κρουαζιερόπλοιων και της μαζικής εξόδου των επιβατών, προκαλώντας ασφυξία στο νησί.

Συγκεκριμένα, εξετάζεται η επιβολή εισιτηρίου 10 ευρώ για την αποβίβαση κάθε επιβάτη στη Σαντορίνη. Σε αντίστοιχο πλαίσιο βρίσκεται και η πρόθεση για αυστηροποίηση του πλαισίου για το Airbnb, με την κυβέρνηση να βάζει τις τελευταίες πινελιές. Το σχετικό σχέδιο θα παρουσιαστεί μετά το τέλος της θερινής τουριστικής περιόδου, πιθανότατα τον Οκτώβριο.

Η άλλη όψη του νομίσματος

Σαντορίνη

Αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη πλευρά είναι η πραγματικότητα, που δείχνει ότι ο τουρισμός δημιουργεί ισχυρά αντισώματα για την ανάπτυξη της οικονομίας, ειδικά στον Νότο της Ευρώπης. Σε μία περίοδο πίεσης για αρκετές χώρες, όπως η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία, θα υπάρξουν φέτος, αλλά και τα επόμενα χρόνια, ρυθμοί ανάπτυξης υψηλότεροι τόσο από τη Γερμανία και τη Γαλλία, όσο και από τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης.

Σύμφωνα με μελέτη της Capital Economics, οι χώρες του Νότου, που στηρίζουν την ανάπτυξή τους σε σημαντικό βαθμό στον τουρισμό, θα σημειώσουν τα επόμενα χρόνια ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ. Η μελέτη αναφέρει επίσης ότι ο τουριστικός τομέας έχει αναπτυχθεί ραγδαία τα τελευταία δύο χρόνια. Αρχικά, αυτό οφειλόταν στην επαναλειτουργία της οικονομίας μετά την καραντίνα και τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν για δύο και πλέον χρόνια. Ωστόσο, τα δεδομένα δείχνουν ότι δεν ήταν μόνο αυτός ο λόγος, καθώς η τουριστική βιομηχανία στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες του Νότου αναπτύσσεται με μεγάλη ταχύτητα και έχει πλέον ξεπεράσει τα προ-Covid επίπεδα.

Προκειμένου να στοιχειοθετήσει την εκτίμησή της αυτή, η Capital Economics αναφέρει ότι, έως το 12μηνο Ιουνίου 2023 – Μαΐου 2024, οι διανυκτερεύσεις σε τουριστικά καταλύματα ήταν κατά μέσο όρο 2,8% υψηλότερες από ό,τι το 2019.

Ένα ακόμα στοιχείο που ενισχύει την εκτίμηση ότι η τουριστική βιομηχανία έχει τεράστια δυναμική είναι το γεγονός ότι η ισχυρή επίδοση συνεχίστηκε παρά τη στασιμότητα των πραγματικών μισθών το 2023. Αυτό προφανώς οφείλεται εν μέρει στη μειωμένη ζήτηση, καθώς ορισμένα νοικοκυριά στην ΕΕ επέλεξαν να κάνουν περισσότερες διακοπές από ό,τι συνήθως, αφού τις στερήθηκαν κατά την περίοδο της πανδημίας. Επιπλέον, αυξήθηκε ο αριθμός των τουριστών εκτός ΕΕ, με τις ταξιδιωτικές δαπάνες εκτός ΕΕ να αυξάνονται ταχύτερα από αυτές εντός της ΕΕ τα τελευταία δύο χρόνια, όπως σημειώνει η Capital Economics.

Η Capital Economics εκτιμά ότι ο τουρισμός θα αναπτυχθεί πολύ ταχύτερα από την οικονομία συνολικά αυτό το καλοκαίρι. Επιχειρηματικές έρευνες δείχνουν ότι η ζήτηση για υπηρεσίες που σχετίζονται με τον τουρισμό, και ιδιαίτερα για ταξιδιωτικές υπηρεσίες, είναι αρκετά ισχυρή, ενώ φαίνεται ότι οι περιορισμοί χωρητικότητας στον τουριστικό τομέα μειώνονται. Οι αεροπορικές εταιρείες έχουν ανακοινώσει ότι αναμένουν αύξηση του αριθμού των επιβατών φέτος, αλλά χαμηλότερες τιμές λόγω της ταχύτερης αύξησης της χωρητικότητας σε σχέση με τον αριθμό των τουριστών.

Η Capital Economics εκτιμά ότι ο τουρισμός θα συνεχίσει να αναπτύσσεται ταχύτερα και τα επόμενα χρόνια. Για φέτος, αναμένει ότι τα πραγματικά εισοδήματα θα αυξηθούν με τον ταχύτερο ρυθμό από τη «γέννηση» του ευρώ, λόγω των υψηλών μισθολογικών συμβάσεων και της πτώσης του πληθωρισμού, γεγονός που πιθανότατα θα τονώσει τις τουριστικές δαπάνες.