Οι δανειολήπτες εξακολουθούν να περιμένουν μια «ανάσα» από τη μείωση των επιτοκίων, αλλά η προσδοκία αυτή φαίνεται να αναβάλλεται, καθώς ο πληθωρισμός δεν δείχνει σημάδια σοβαρής αποκλιμάκωσης κάτω από τα αποδεκτά επίπεδα του 2%. Πλέον, εκτιμάται ότι η επιθυμητή μείωση θα καθυστερήσει μέχρι το τέλος του 2024, με τις πραγματικές επιπτώσεις στις οικονομίες να γίνουν αισθητές πιθανότατα από το 2025 και μετά.
Στην Ελλάδα, η ανησυχία επιδεινώνεται, καθώς οι τράπεζες συνεχίζουν να επιβάλλουν υψηλά επιτόκια στους δανειολήπτες, ενώ παράλληλα προσφέρουν πολύ χαμηλά -σχεδόν μηδενικά σε κάποιες περιπτώσεις- επιτόκια σε καταθέσεις. Οι ανισορροπίες αυτές εντείνουν τις ανησυχίες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Τα τελευταία στοιχεία από την Τράπεζα της Ελλάδος αποκαλύπτουν τη συνεχή αύξηση της διαφοράς μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και δανείων, δημιουργώντας αβεβαιότητα στην αγορά. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η κατάσταση είναι παρόμοια. Ωστόσο, σε σχέση με την Ελλάδα η διαφορά είναι περίπου στο μισό.
Η αναμονή για τη μείωση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες έχει προκαλέσει δυσφορία στους δανειολήπτες παγκοσμίως. Η καθυστέρηση αυτή ρίχνει σκιά πάνω από τις οικονομίες, δημιουργώντας αβεβαιότητα και πιέσεις στις οικονομικές αγορές.
Οι δανειολήπτες περίμεναν να επωφεληθούν από τη μείωση του κόστους δανεισμού, αλλά η αναμονή αυτή τους κάνει να αισθάνονται ανασφαλείς για τα οικονομικά τους σχέδια. Η αβεβαιότητα σχετικά με το πόσο θα πρέπει να πληρώσουν σε επιτόκια μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την οικονομική τους σταθερότητα και τις αποφάσεις τους για επενδύσεις ή αναχρηματοδότηση.
Εκτός από τους δανειολήπτες, η καθυστέρηση αυτή επηρεάζει και τις επιχειρήσεις. Η ανασφάλεια στις χρηματοπιστωτικές αγορές μπορεί να τις πείσει να περιορίσουν τις επενδύσεις τους, καθυστερώντας έτσι την οικονομική ανάκαμψη.
Η πίεση τώρα αυξάνεται πάνω στις κεντρικές τράπεζες για να δράσουν. Οι επενδυτές και οι καταναλωτές περιμένουν λύσεις που θα στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη. Η αποτυχία να δράσουν γρήγορα μπορεί να έχει δυσάρεστες συνέπειες για τους πάντες.
Τι συμβαίνει με τα επιτόκια στην Ελλάδα
Τον Μάρτιο, παρατηρήθηκε αύξηση στα επιτόκια των νέων δανείων, ενώ τα επιτόκια για τις νέες καταθέσεις παρέμειναν σταθερά. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, το μέσο επιτόκιο για τις νέες καταθέσεις παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,53%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο για τα νέα δάνεια αυξήθηκε στο 6,24%. Αυτή η αύξηση οδήγησε σε μεγαλύτερο περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των νέων καταθέσεων και δανείων, το οποίο αυξήθηκε στις 5,71 εκατοστιαίες μονάδες.
Επιπλέον, τα επιτόκια για τις υφιστάμενες καταθέσεις παρέμειναν σταθερά στο 0,54%, ενώ τα επιτόκια για τα υφιστάμενα δάνεια δεν εμφάνισαν σημαντικές μεταβολές, παραμένοντας σχεδόν στα ίδια επίπεδα, περίπου στο 6,32%. Ως αποτέλεσμα, η διαφορά στα επιτόκια μεταξύ των υφιστάμενων καταθέσεων και δανείων παρέμεινε περίπου σταθερή, κοντά στις 5,78 εκατοστιαίες μονάδες.
Σχετικά με τα νέα δάνεια, παρατηρήθηκε αύξηση στο μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια, το οποίο διαμορφώθηκε στο 15,18%.
Επίσης, το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων με συγκεκριμένη διάρκεια και κυμαινόμενο επιτόκιο αυξήθηκε στο 11,82%, ενώ το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο μειώθηκε στο 5,01%.