Τα δέντρα και τα φυτά που καλλιεργούνται ειδικά για να μετατραπούν σε βιοκαύσιμα και τα οποία προωθούνται ως μια πιο καθαρή εναλλακτική λύση για την κλιματική αλλαγή σε σχέση με το πετρέλαιο και τον άνθρακα, έχουν μια δική τους άγνωστη ως τώρα σκοτεινή πλευρά, καθώς απελευθερώνουν στον αέρα μια ρυπογόνο χημική ουσία. Μάλιστα, αναμιγμένη με άλλες ρυπογόνες ουσίες, μπορεί επιπλέον να προκαλέσει μείωση στις αποδόσεις των γεωργικών καλλιεργειών.
Σ’ αυτήν τη διαπίστωση κατέληξε μια νέα βρετανική έρευνα επιστημόνων του πανεπιστημίου του Λάνκαστερ, με επικεφαλής τον Νικ Χιούιτ, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό για την κλιματική αλλαγή «Nature Climate Change», σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ.
Η μελέτη δείχνει ότι τυχόν μαζική παραγωγή βιοκαυσίμων στο μέλλον, στο πλαίσιο αντιμετώπισης της ανόδου της θερμοκρασίας από την καύση των ορυκτών καυσίμων που αυξάνουν το διοξείδιο του άνθρακα, στην πραγματικότητα θα μπορούσε να επιβαρύνει κι άλλο την ατμόσφαιρα και την υγεία των ανθρώπων.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, η μελέτη εκτιμά ότι τα βιοκαύσιμα θα μπορούσαν να προκαλέσουν περίπου 1.400 πρόωρους θανάτους ετησίως στην Ευρώπη έως το 2020, με κόστος 7,1 δισ. δολαρίων για την κοινωνία.
Οι λεύκες, οι ιτιές και οι ευκάλυπτοι είναι ανάμεσα στα δέντρα που χρησιμοποιούνται ως πηγή ξύλων για βιοκαύσιμα. Όμως, σύμφωνα με τη μελέτη, όλα αυτά τα είδη δέντρων εκλύουν μεγάλες ποσότητες ισοπρένιου καθώς μεγαλώνουν. Το ισοπρένιο σχηματίζει τοξικό όζον, όταν αναμιγνύεται με άλλες ρυπογόνες ουσίες, παρουσία του ηλιακού φωτός.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι, εξαιτίας του τοξικού όζοντος, η ετήσια αξία των ευρωπαϊκών καλλιεργειών σιταριού και καλαμποκιού θα μπορούσε να μειωθεί κατά 1,5 δισ. δολ. λόγω της μείωσης των γεωργικών αποδόσεων.
«Η μεγάλης κλίμακας παραγωγή βιοκαυσίμων στην Ευρώπη θα έχει μικρές αλλά σημαντικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη θνησιμότητα και στις αποδόσεις των καλλιεργειών. Από όσο γνωρίζουμε, κανείς έως τώρα δεν έχει μελετήσει τις συνέπειες για την ποιότητα του αέρα εξαιτίας της ανάπτυξης των καλλιεργειών για βιοκαύσιμα», δήλωσε ο Νικ Χιούιτ.
Μια λύση, κατά τους ερευνητές, θα ήταν η χωροθέτηση των καλλιεργειών βιοκαυσίμων μακριά από τα πληθυσμιακά κέντρα όπου ήδη υπάρχει μεγάλη ρύπανση της ατμόσφαιρας. Μια άλλη θα ήταν η γενετική τροποποίηση των δέντρων, ώστε να μειωθεί η έκλυση ισοπρένιου από αυτά.
Το τοξικό όζον προκαλεί αναπνευστικά προβλήματα και θεωρείται υπεύθυνο για τον θάνατο περίπου 22.000 ανθρώπων τον χρόνο στην Ευρώπη. Συνολικά, η ρύπανση της ατμόσφαιρας, ιδίως από τα ορυκτά καύσιμα, εκτιμάται ότι προκαλεί περίπου 500.000 πρόωρους θανάτους στην Ευρώπη ετησίως, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος.
Από την άλλη, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπολογίζει ότι η παγκόσμια υπερθέρμανση έχει προκαλέσει πάνω από 140.000 πρόωρους θανάτους κάθε χρόνο μετά τη δεκαετία του ’70, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, λόγω πρόκλησης ακραίων καιρικών φαινομένων, ξηρασίας και διαφόρων ασθενειών που ευνοούνται από την άνοδο της θερμοκρασίας.
Η καύση βιοκαυσίμων θεωρείται ουδέτερη για την κλιματική αλλαγή, επειδή τα φυτά απορροφούν διοξείδιο του άνθρακα από τον αέρα, καθώς αναπτύσσονται και φωτοσυνθέτουν, ενώ το απελευθερώνουν όταν καίγονται ή σαπίζουν. Αντίθετα, τα διάφορα ορυκτά καύσιμα, όταν εξορύσσονται από το υπέδαφος και καίγονται, προσθέτουν συνεχώς νέο διοξείδιο στην ατμόσφαιρα, καθώς απελευθερώνεται ο άνθρακας που ήταν δεσμευμένος σε αυτά επί πολλά εκατομμύρια χρόνια.
Από την άλλη όμως, οι καλλιέργειες για βιοκαύσιμα, παρά τα όποια περιβαλλοντικά οφέλη τους, έχουν κατηγορηθεί ότι «κλέβουν» πολύτιμη γη για τρόφιμα, μειώνοντας την προσφορά και ανεβάζοντας έτσι τις τιμές των τροφίμων στις αγορές. Εξαιτίας αυτών των επικρίσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι προτίθεται να περιορίσει τις καλλιέργειες βιοκαυσίμων (π.χ. από καλαμπόκι και ζαχαρότευτλα) στο 5% των μεταφορικών καυσίμων.